την οποία πεισματικά αρνιόμουν να αποδεχτώ. Κι αυτό γιατί απλά, πίστευα πως πέρα απ το συμφέρον υπάρχει και η φιλία, η προσωπική και οικογενειακή σχέση, η κοινωνική συναναστροφή.
Είναι δυνατόν όλα αυτά να γίνονται βορά στο όνομα του όποιου συμφέροντος, πολύ δε περισσότερο του στενά οικονομικού συμφέροντος;
Σήμερα είμαι υποχρεωμένος να αποδεχτώ τη θλιβερή αυτή πραγματικότητα. Είμαι υποχρεωμένος να αρχίσω να αμφιβάλλω για πολλά που μέχρι πρότινος, θεωρούσα δεδομένα. Κινδυνεύοντας μάλιστα να παρασυρθώ στο άλλο άκρο, αυτό της ανερμάτιστης καχυποψίας.
Αφορμή γι αυτές μου τις σκέψεις, παρόμοιες με τις οποίες είμαι βέβαιος πως πολλοί από σας κάνατε κατά καιρούς, μου έδωσε η στάση μέχρι πρότινος καλών μου συνεργατών (εκδοτών, προμηθευτών υπηρεσιών αλλά και υλικών κλπ., με ικανό οικονομικό όφελος από τη συνεργασία τους με το Δήμο Γρεβενών τα τελευταία τέσσερα χρόνια), που ενώ εμφάνιζαν ένα προσωπείο φιλικό, οικείο και ειλικρινές, μόλις τα πράγματα άλλαξαν, άλλαξαν ως δια μαγείας και οι ίδιοι. Μεταλλάχθηκαν πλήρως. Έβαλαν στην άκρη φιλία, σχέσεις, παρελθόν και είτε με κρίσεις αρνητικές, είτε με την εκκωφαντική σιωπή τους, την παντελή απουσία τους, είτε τέλος με εμφανή την έλλειψη κάθε διάθεσης ανταπόκρισης, τράβηξαν κόκκινη γραμμή. Πρόθυμοι πλέον, να προσφέρουν τις καλές τους υπηρεσίες στα νέα τους «αφεντικά»...και μόλις κι αυτά κάποια στιγμή παρέλθουν να ξανακάνουν το ίδιο με τους επόμενους και πάει λέγοντας...
Θα μπορούσε ίσως να με ρωτήσει κάποιος...μα τόσο πολύ σε ενοχλεί αυτό; Δεν μ ενοχλεί. Και σας μιλώ έντιμα. Με στενοχωρεί όμως. Με στενοχωρεί, που διαπιστώνω, πόσο μας έχει διαποτίσει η έννοια «συμφέρον». Πόσο αρνητικά έχει επιδράσει στους χαρακτήρες μας, στις αποφάσεις μας, στις ηθικές μας αξίες. Πόσο απρόσωπες αλλά και προβλέψιμες έχει καταστήσει τις συμπεριφορές μας. Πόσο λιγότερο «άνθρωποι» γίναμε ξαφνικά.
Ευτυχώς βέβαια, όσα περιγράφω δεν είναι ο κανόνας. Είναι η θλιβερή εξαίρεση, που υπάρχει, για να μας θυμίζει πως πρέπει να προσπαθήσουμε κι άλλο. Ίσως περισσότερο απ ότι στο παρελθόν. Γιατί...αν χάσουμε και τα τελευταία ερείσματα της ανθρώπινης υπόστασής μας, αν βασίσουμε την «καλημέρα» μας ή τη «σιωπή» μας σε κίνητρα ευτελή, τότε θα κινδυνεύσουμε να μετατραπούμε σε μια άμορφη μάζα κινούμενων «αντικειμένων», χωρίς ψυχή, καρδιά, αισθήματα και αξίες, αλλά με μια και μοναδική λατρεία...το χρήμα. Έχουμε άραγε το δικαίωμα, εμείς οι πολλοί, που ακόμα νιώθουμε και είμαστε ρομαντικοί, να επιτρέψουμε κάτι τέτοιο;