“Ένα καλό βιβλίο θα είναι πάντα ένα καλό βιβλίο, ακόμα και αν εγώ κάνω ένα κακό σήριαλ”. Ήταν μια απ΄ τις αγαπημένες φράσεις του Κώστα Κουτσομύτη,
που δυστυχώς έφυγε σήμερα από κοντά μας, του σκηνοθέτη που κατάφερε όσο λίγοι όχι απλώς να αντλήσει αξία απ΄ τη λογοτεχνία μεταφέροντας έργα της στην τηλεόραση, αλλά και σε ορισμένες περιπτώσεις να προσθέσει αξία σε κάποια βιβλία δημιουργώντας σήριαλ που έμειναν στην ιστορία και θ΄ αποτελούν πάντα σημεία αναφοράς.
Τον γνώρισα στην Κοζάνη στα γυρίσματα ενός σήριαλ, την οποία δεν επέλεξε τυχαία. “Ποτέ δεν ξεχνάς τον τόπο όπου μάτωσες τα γόνατα σου”,συνήθιζε να λέει, καθώς εδώ, στην πόλη μας, έζησε για κάποια χρόνια μέχρι την ηλικία των 18 ετών, διαμένοντας με την οικογένεια του στο διατηρητέο πανέμορφο σπίτι που φιλοξενεί το Φιλοπρόοδο Σύλλογο Κοζάνης. Όταν πήρε τη μεγάλη απόφαση να σπουδάσει σκηνοθέτης στη Βιέννη, όπως μας διηγούνταν, το ανακοίνωσε μεταξύ άλλων και στη γιαγιά του που έκπληκτη παρατήρησε:“Δηλαδή, θα γίνεις κοκοτάς;”.
Τολμηρός, μα πάνω απ΄ όλα αποφασισμένος και κατασταλαγμένος για το πώς ήθελε να κτίσει το προσωπικό του όνειρο, άφησε πίσω του αγκυλώσεις και προκαταλήψεις της εποχής, εμπόδια υπαρκτά και πολλές φορές απροσπέλαστα για παιδιά της τότε ελληνικής επαρχίας, καταφέρνοντας όχι απλώς να γίνει ένας καλός σκηνοθέτης αλλά να ανοίξει έναν καινούργιο δρόμο ειδικά στην τηλεόραση και το σήριαλ. Κάθε δουλειά του Κουτσομύτη συγκέντρωνε την αφρόκρεμα των απαραίτητων συνεργατών, με τον καθένα τους να προσθέτει και κάτι, εκείνα όμως που ξεχώριζαν ήταν η ιδιαίτερη ματιά και η εκλεπτυσμένη αισθητική του που χρωμάτιζαν και έβαζαν σε ό,τι καταπιανόταν μια μοναδική σφραγίδα ποιότητας.
Είχα την τύχη να τον γνωρίσω στην Κοζάνη και να εκτιμήσω τον ακατάπαυστο δημιουργικό οίστρο του καθώς σου ΄δινε την εντύπωση πως μπορούσε να ξεκινήσει οτιδήποτε από μια απλή κουβέντα, μια εικόνα που σε άλλους δεν έλεγε τίποτα αλλά σ΄ εκείνον «μιλούσε» και θα τον οδηγούσε μακριά, να θαυμάσω το ιδιαίτερο χιούμορ του και την έντονη αυτοσαρκαστική του διάθεση και να αφεθώ ακόμα και για ώρες ακούγοντας τις ιστορίες που του άρεσε να διηγείται. Όποιος τον γνώριζε, έστω και για λίγο, σίγουρα θα καταλάβαινε γιατί όταν έπαιρνε στα χέρια του ένα λογοτεχνικό έργο, το έργο αυτό θα ΄χε πέσει σε καλά χέρια. Γιατί ο Κώστας, δημιουργός ο ίδιος, αγαπούσε τους δημιουργούς και έσκυβε με σεβασμό και αγάπη πάνω απ΄ το έργο τους.
Η φιλία μας, τον έφερε στο πάνελ των παρουσιαστών του πρώτου μου μυθιστορήματος “Τα υγρά ίχνη της μνήμης” (εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ- 2002) στο υπόγειο της Στοάς του Βιβλίου στην Αθήνα, και φυσικά κέρδισε τις εντυπώσεις. Παρότι δεν είχε κανένα χαρτί μπροστά του, η ανάλυση των χαρακτήρων του βιβλίου, ο τρόπος με τον οποίο προσέγγισε την πλοκή της ιστορίας του, αποκάλυψε ακόμα και σε μένα μερικές άγνωστες πτυχές του έργου μου.
Είναι αδύνατον ακόμα και σήμερα να περιγράψω τα συναισθήματα που ένιωσα όταν μου τηλεφώνησε αργότερα για να μου πει πως ήθελε να το κάνει σήριαλ και παρόλο που η όλη προσπάθεια δεν τελεσφόρησε (σ. σ. η σχετική πρόταση υποβλήθηκε απ΄ την εταιρεία της οποίας υπεύθυνος ως παραγωγός ήταν ο γιος του και, επίσης, καλός φίλος, Γιάννης, στην ΕΡΤ αλλά δεν προχώρησε), αποκόμισα ως μέγιστο κέρδος τις σχετικές συζητήσεις που κάναμε, είτε δια ζώσης, είτε τηλεφωνικά, όπως και το ότι εξ αιτίας του κάθισα στο ίδιο τραπέζι με σημαντικούς ανθρώπους της τέχνης, που άλλοι είχαν συνεργαστεί πολλές φορές μαζί του και άλλοι επρόκειτο να συνεργαστούν.
Δε θυμάμαι πότε μίλησα μαζί του τελευταία φορά στο τηλέφωνο. Για λίγο. Θυμάμαι όμως πως μια απ΄ τις τελευταίες φορές που βρέθηκε στην Κοζάνη μιλήσαμε για την κοινή μας βλάχικη καταγωγή και φυσικά δεν παρέλειψε να μου πει “Μήπως να σκάρωνες καμιά ιδέα σεναρίου για να φτιάξουμε κάτι να την τιμήσουμε;”. Σκάρωσα και του την έστειλα. Δεν έχει σημασία που και αυτή δεν προχώρησε. Υποθέτω πως τα συρτάρια του θα ΄ναι γεμάτα από ιδέες γιατί αυτή ήταν μια απ΄ τις ξεχωριστές ικανότητες του Κώστα. Εκτός απ΄ τις δικές του ιδέες, λειτουργούσε ως κίνητρο και σε άλλους για να φτιάξουν και εκείνοι μια ιδέα.
Καλό ταξίδι φίλε Κώστα. Καλό κουράγιο στους δικούς του ανθρώπους που σίγουρα θα τον έχουν πάντα ανάμεσα τους.
Τον ευχαριστούμε με όλη μας την καρδιά γιατί χάρη σ΄ αυτά που άφησε πίσω του, είναι σαν να μας κληροδότησε ένα εισιτήριο απεριόριστων διαδρομών στο μαγικό κόσμο που μόνο αυτός μπορούσε να στήσει, έναν κόσμο όπου και η δική του παρουσία θα παραμείνει ανεξίτηλη.