Σε μια εποχή του πρόσφατου παρελθόντος συνέβη το περιβόητο κραχ των χρηματιστηρίων.
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει εδώ και καιρό, η ανατολή της φούσκας στα ακίνητα και στις πιστώσεις.
Στο αρχικό στάδιο του απατηλού θεσμού του χρηματιστηρίου, το παραμύθι ήταν ότι ο μικροαποταμιευτής θ’ αγόραζε μετοχές μιας εταιρείας, και αν η εταιρεία στο τέλος μιας περιόδου παρουσίαζε κέρδη, θα ’παιρνε κι αυτός το μερίδιο του. Τούτο βέβαια ακουγόταν ωφέλιμο και νόμιμο με ισχύ σε όλες τις αγορές του κόσμου, και οι μικροεπενδυτές προχωρούσαν στην αγορά μετοχών με την κρυφή περηφάνια ότι γίνονταν κι αυτοί ψιλοεπιχειρηματίες, χωρίς να έχουν τον πονοκέφαλο της διαχείρισης. Μάλιστα, κάποιοι διέθεταν και καλή πληροφόρηση αλλά και καλή τύχη οπότε κέρδιζαν αρκετό χρήμα - δηλαδή το αφαιρούσαν κι αυτοί από ξένες τσέπες.
Αναπόφευκτα το χρηματιστήριο μετεξελίχτηκε σε θεσμοθετημένο τζόγο. Ήταν οι λεγόμενοι χρηματιστηριακοί κύκλοι της τεχνητής ανόδου και του βίαιου καταποντισμού της αξίας των μετοχών.
Η εκτόξευση των τιμών των κατοικιών σε παγκόσμιο επίπεδο με πρώτο αυτό των ΗΠΑ και αρκετών Ευρωπαϊκών κρατών τύπου Ισπανίας, οδήγησε σε μία ραγδαία εξάπλωση στεγαστικών δανείων υψηλού κινδύνου (subprime), σε κατηγορίες νοικοκυριών που υπό κανονικές συνθήκες οικονομίας δεν θα έπρεπε να έχουν δανειοδοτηθεί. Το θλιβερό βέβαια είναι, το γεγονός ότι η ανάπτυξη των χωρών αυτών στηρίχτηκε κατά ένα μεγάλο ποσοστό στην αγορά ακινήτων.
Η subprime αγορά με μόνη εγγύηση την αναμενόμενη αύξηση στην τιμή της κατοικίας αποτελούσε το υπόβαθρο δημιουργίας, δομημένων προϊόντων που αγοράστηκαν από κεφάλαια υψηλού ρίσκου, ασφαλιστικές εταιρείες, επενδυτικές τράπεζες ανά την υφήλιο. Η αγορά των subprime στηρίχτηκε στο φθηνό χρήμα. Με την έναρξη του ανοδικού επιτοκιακού κύκλου, όλο και περισσότεροι δανειολήπτες δεν ήταν πλέον σε θέση να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους.
Κάπου εκεί ξεσπάει ουσιαστικά η κρίση, προκαλώντας τριγμούς σε όλα τα χρηματιστήρια του κόσμου. Οι κεντρικές τράπεζες, κυβερνήσεις κρατών αλλά και θεσμοθετημένοι οικονομικοί οργανισμοί με συνεχείς ενέσεις ρευστότητας προσπαθούν να «σώσουν» το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα.
Η έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ τραπεζών με πελάτες, αλλά και τραπεζών μεταξύ τους ξέσπασε ξαφνικά και βίαια: μέσα σε ελάχιστο διάστημα οι διαχειριστές χαρτοφυλακίων βρέθηκαν σε μια κατάσταση όπου δεν μπορούσαν όχι μόνο να πουλήσουν αλλά ούτε καν να πάρουν τιμές για τραπεζικά ομόλογα και μάλιστα βραχυπρόθεσμα.
Οι ειδικοί πίστευαν ή ακόμα και φανταζόντουσαν ότι κάτι τέτοιο μπορούσε να συμβεί μόνο σε τριτοκοσμικές χώρες.
Από το περσινό καλοκαίρι οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες των ισχυρότερων χωρών του πλανήτη έχουν προέβη σε παρεμβάσεις, προκειμένου να αυξήσουν τη ρευστότητα στο παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα, κινήσεις όμως οι οποίες, δυστυχώς –στην καλύτερη βέβαια περίπτωση-έχουν βραχύβιες θετικές επιπτώσεις στις αγορές, όπως σε αυτή της Γερμανίας.
Η κοινή συνισταμένη των δυο παραπάνω περιπτώσεων είναι μια: Ο κοινός νους υπαγορεύει ότι, δεν υπάρχει κερδισμένος χωρίς αντίστοιχο ή αντίστοιχους χαμένους.
Ίσως ήρθε η ώρα η συντηρητική ιδεολογία της απορρύθμισης των αγορών να δώσει τη θέση της στη λογική ρύθμιση των αγορών και στο σωστό εποπτικό έλεγχο με μηχανισμούς που θα θεσπίζονται σε παγκόσμιο επίπεδο. Όχι όμως παροδικά, απλά για να ξεφύγουμε από την οικονομική κρίση και να επιστρέψουμε σε συντηρητικές και κοινωνικά άδικες ιδεολογίες μεσοπρόθεσμα, αλλά μόνιμα για να θέσουμε οριστικά πίσω μας τέτοιες κρίσεις και δοκιμασίες και να μπορέσουμε να προχωρήσουμε όλοι μαζί μπροστά και να κτίσουμε μια πιο δίκαιη και ευημερούσα κοινωνία.