• Η αντίσταση στους «ταπεινωτικούς όρους» των δύο πρώτων μνημονίων εξελίχθηκε στην παράδοση της δημόσιας περιουσίας και του εθνικού μας πλούτου στους ξένους, για 99 χρόνια.
• Στο μέτωπο του χρέους, οι θεωρητικοί του επαχθούς και επονείδιστου, κατάφεραν το ακατόρθωτο.
Οι πενιχρές διευθετήσεις που πέτυχαν στο πρόσφατο Eurogroup κάνουν το κεκτημένο του 2012 να μοιάζει με «χαμένο παράδεισο». Η εικόνα παντού όπου υπάρχει απολογισμός είναι σαν να πέρασε ένας καταστροφικός τυφώνας, ο τυφώνας ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Η περίπτωση της ηλεκτρικής ενέργειας και συνακόλουθα της ΔΕΗ, δεν αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα, όπως αποδείχθηκε πριν από λίγες μέρες με δύο σημαντικές εξελίξεις. Από τη μία το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο με απόφασή του, για πολλοστή φορά από το 2008, έθεσε το ζήτημα της ισότιμης πρόσβασης τρίτων στον λιγνίτη. Από την άλλη, στην Επιτροπή Περιβάλλοντος του Ευρωκοινοβουλίου αποφασίστηκαν λιγότεροι πόροι για την ενέργεια στην Ελλάδα, που απαγορεύεται να επενδυθούν στον λιγνίτη.
Οι αποφάσεις αυτές δεν είναι κεραυνός εν αιθρία, αποκαλύπτουν όμως το βαρύ τίμημα του ψεύδους και της ιδεοληψίας Τσίπρα - Καμμένου. Ο απολογισμός δύο ετών ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στην ενέργεια είναι τραγικός.
1. Η ΔΕΗ μέσα σε 23 μήνες: Υποβαθμίστηκε πιστοληπτικά 4 φορές. Διπλασίασε τα ανείσπρακτα που ξεπέρασαν τα 3 δισ. Εχασε 12% των πελατών της και κατά τεκμήριο καλοπληρωτές. Απώλεσε πάνω από το 50% της μετοχικής της αξίας. Η άλλοτε κραταιά επιχείρηση αντιμετωπίζει σήμερα τεράστια προβλήματα ρευστότητας, που αναμένεται να οξυνθούν με την περαιτέρω μείωση της πελατειακής της βάσης, που είναι επιλογή ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ συμφωνημένη με τους θεσμούς. Κεντρικό σημείο αυτής της επιλογής είναι η συρρίκνωση της ΔΕΗ χωρίς οικονομικό αντάλλαγμα. Το γεγονός ότι το αρμόδιο υπουργείο, η διοίκηση της ΔΕΗ και οι «γλάστρες» τους που παριστάνουν τους θεσμικούς εκπροσώπους καταφέρονται σήμερα εναντίον των επιλογών τους (ΝΟΜΕ) δεν τους σώζει.
2. Η Δυτική Μακεδονία που συνέβαλε όσο καμία άλλη περιοχή στην εκβιομηχάνιση της χώρας και κράτησε ανταγωνιστική την τιμή της KWh για 60 χρόνια με τους λιγνίτες της, αντιμετωπίζει σήμερα την απειλή της ερήμωσης. Ο λογαριασμός Τσίπρα - Καμμένου είναι για όλη τη χώρα βαρύς, για τη Δυτική Μακεδονία είναι ασήκωτος.
3. Οι συνέπειες της ανερμάτιστης και καταστροφικής πολιτικής των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στην ηλεκτρική ενέργεια δεν περιορίζονται ωστόσο στη ΔΕΗ και τη Δυτική Μακεδονία, αλλά εκτείνονται σε όλο το φάσμα της πραγματικής μας οικονομίας. Ετσι και αλλιώς, ο κίνδυνος οικονομικής ασφυξίας μιας επιχείρησης του μεγέθους της ΔΕΗ συνιστά γενικότερη απειλή για την οικονομία, δεν είναι όμως μόνον αυτό. Η πανθομολογούμενη ανάγκη ενός επενδυτικού σοκ, για την έξοδο από την κρίση, σκοντάφτει πάνω σε πολλά προβλήματα, στα οποία κάποια ξεχωρίζουν.
Το κόστος αφενός του χρήματος (επιτόκια) και αφετέρου της ενέργειας (πετρέλαιο) λειτουργούν ως κλειδωμένες ανισότητες της ελληνικής οικονομίας έναντι των άλλων ευρωπαϊκών και πλήττουν καίρια την ανταγωνιστικότητά της. Προφανώς η χώρα μας δεν έχει κανένα περιθώριο να προσθέσει άλλη μια ανισότητα με την τιμή της Kwh. Επί πενήντα τουλάχιστον χρόνια η Ελλάδα είχε μία από τις χαμηλότερες τιμές KWh τόσο οικιακή όσο και βιομηχανική. Σήμερα, το κόστος της οικιακής KWh πλησιάζει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και της βιομηχανικής τον έχει ξεπεράσει. Πολλοί λόγοι συνετέλεσαν σε αυτή την εξέλιξη, ο κεντρικός όμως λόγος είναι ότι η χώρα απαξίωσε το εθνικό της καύσιμο, που είναι ο λιγνίτης, αναιτιολόγητα, ευνοώντας τόσο τις ΑΠΕ όσο και το Φ.Α. με τρόπο που δεν συναντάμε σε καμία ευρωπαϊκή χώρα.
Η πρώτη και τελευταία συγκροτημένη προσπάθεια να μπει τέλος στην ξεπερασμένη και ρυπογόνα αξιοποίηση του λιγνίτη, που τον καθιστά και λιγότερο ανταγωνιστικό, έγινε με τον νόμο για τη Μικρή ΔΕΗ. Ο νόμος πολύ συνοπτικά εξασφάλιζε: Την επίλυση όλων των εκκρεμοτήτων με την Ε.Ε. και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Την οικονομική θωράκιση της ΔΕΗ που έβαζε στα ταμεία της τουλάχιστον 2 δισ. Τον υγιή ανταγωνισμό με τη δίκαιη και ισορροπημένη κατανομή των πελατών μεταξύ ΔΕΗ (70%) και Μικρής ΔΕΗ (30%). Ενα γιγαντιαίο επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 5 δισ. ευρώ στη Δυτική Μακεδονία που οδηγούσε τη χώρα σε μία νέα εποχή με χαμηλότερη λιγνιτική ισχύ, δραστική μείωση των ρύπων, ορθολογική εκμετάλλευση του λιγνίτη και ενσωμάτωση υπερσύγχρονων τεχνολογιών. Και τέλος την ισορροπία στο τρίπτυχο ασφάλεια εφοδιασμού, προστασία του περιβάλλοντος, ανταγωνιστική KWh, που χαρακτηρίζει μια σοβαρή χώρα. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο νόμος που τελικά ψηφίστηκε τον Ιούλιο του 2014 δεν είχε την παραμικρή σχέση με το αρχικό σχέδιο που είχε δοθεί στη διαβούλευση τον Μάρτιο του ίδιου έτους. Ηταν οι παρεμβάσεις του ΠΑΣΟΚ με συγκεκριμένες προσθήκες και τροπολογίες, που έδωσαν την τελική μορφή στον νόμο και μετέτρεψαν ένα πωλητήριο του 30% της ΔΕΗ σε ένα σοβαρό και φιλόδοξο επενδυτικό σχέδιο με πολλαπλά και μετρήσιμα οφέλη. Αυτό το σχέδιο δαιμονοποιήθηκε προσωπικά από τον κ. Τσίπρα που κήρυξε ανένδοτο για την κατάργησή του το 2014 και τελικά ο νόμος καταργήθηκε στις 22/05/2016, με τον ίδιο να δηλώνει ότι αισθάνεται υπερήφανος για το κατόρθωμά του και την κυβερνητική πλειοψηφία να πλέει σε πελάγη ευτυχίας. Τίποτα σήμερα, επτά μήνες μετά, δεν θυμίζει εκείνες τις ένδοξες ημέρες. Τότε όλοι μαζί πανηγύριζαν, σήμερα διαφωνούν με... τις επιλογές τους, γιατί λέει καταστρέφουν τη ΔΕΗ. Τότε ήταν γεμάτοι βεβαιότητες για επενδύσεις, τώρα ανακαλύπτουν ότι δεν υπάρχει δεκάρα τσακιστή για τις ιδεοληψίες τους. Τότε κουνούσαν το δάχτυλο γιατί διατηρούσαν τον δημόσιο χαρακτήρα της ΔΕΗ, σήμερα έντρομοι διαπιστώνουν ότι μετατρέπουν τη ΔΕΗ σε δημόσιο κίνδυνο.
Πώς σκέφτεται η κυβέρνηση να ξεφύγει από τα τραγικά αδιέξοδα που η ίδια δημιούργησε στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, κανείς δεν ξέρει. Το μόνο σίγουρο είναι ότι αυτή η κυβέρνηση μπορεί και χειρότερα, γι’ αυτό επιβάλλεται να φύγει μια ώρα αρχύτερα.
πηγη:ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ