Πήγα πρόσφατα στις φυλακές Νιγρίτας να κάνω μάθημα διατροφής σε κρατούμενους του σχολείου εκεί. Οι μαθητές είναι από 25 χρονών μέχρι 60. Δεν πήγαν γυμνάσιο ή πήγαν και το παράτησαν. Ληστές με πολλά χρόνια φυλακή, δολοφόνοι με ισόβια, κ.λπ.
Προσπαθώ να πιάνω κουβέντα με αφορμή αυτά που κάθε φορά τους λέω για τη διατροφή τους εκεί μέσα. Πολλές φορές εκπλήσσομαι που ξέρουν πράγματα που ο μέσος πολίτης αγνοεί. Ο σεβασμός που έχω εισπράξει είναι πραγματικός και βαθύς. Εκτιμούν που αφήνω τη δουλειά μου και ταξιδεύω με δικά μου έξοδα να πάω να τους μιλήσω. Μπορεί να έχουν σκοτώσει, να έχουν ληστέψει, αλλά από τη στιγμή που τους δείξεις σεβασμό, σου δείχνουν και αυτοί. Και μάλιστα στο πολλαπλάσιο. Εχουν περίεργους αξιακούς κώδικες αλλά έχουν κάτι που στον περίγυρό μου τον επαγγελματικό λείπει. Λέγεται μπέσα. Και εκεί μέσα η ζωή είναι πραγματική. Οχι δήθεν όπως έξω. Και λάθη εκεί δεν συγχωρούνται. Οι κουβέντες με διάφορους κρατουμένους συχνά με απασχολούν για μέρες ή μήνες.
Θυμάμαι πριν 2 χρόνια είχα πάρει μαζί μου και 3 φοιτήτριες μου που ήθελαν να δουν πώς είναι μέσα στη φυλακή. Τους είχα πει να είναι προσεκτικές και ποτέ να μην κοιτούν και να καρφώνονται σε κάποιο κρατούμενο όσο και αν τους κεντρίζει κάτι το ενδιαφέρον. Καθώς μιλούσα θυμάμαι, μου ψιθυρίζει μια φοιτήτρια: Κύριε, αυτός δεξιά με το πράσινο με κοιτάει συνεχώς και δεν ξέρω τι να κάνω. Αγνόησέ τον, της ψιθύρισα και κοίτα αλλού. Μόλις τελειώσαμε και κάναμε να φύγουμε, μας πλησίασε ο κρατούμενος με την πράσινη μπλούζα και της έδωσε ένα χαρτί που την είχε ζωγραφίσει. «Αυτό είναι για σας , δεσποινίς. Ελπίζω να μη σας ενόχλησε που σας κοίταζα συνεχώς. Σας ζωγράφιζα».
Στην τελευταία επίσκεψη, μετά το μάθημα, με πλησίασε ένας νεαρός γύρω στα 25-30. Μου λέει με αφοπλιστική απλότητα: Κύριε καθηγητά, εγώ έκλεψα 300 ευρώ πριν 2 χρόνια από ένα φοιτητή και επειδή το είχα ξανακάνει, έφαγα 8 χρόνια. Εχω κάτσει μέσα 1,5 και σε 1,5 βγαίνω. Τι θα κάνω έξω; Τίποτα. Θα ξανακλέψω και θα μπω πάλι μέσα. Δεν ξέρω να κάνω κάτι. Η μάνα μου με παράτησε όταν ήμουνα μωρό και μεγάλωσα με τη γιαγιά μου. Αν υπήρχε ένα τεχνικό σχολείο εδώ, να μάθω μια τέχνη… Να γίνω τζαμάς, υδραυλικός… Ισως θα μπορούσα να ζήσω. Τώρα; Τον κοίταξα και βούρκωσα και προσποιήθηκα ότι θέλω να πάω στην τουαλέτα για να μη με δει.
Δυστυχώς, έτσι είναι εκεί. Ενας άλλος κόσμος. Αλλιώτικος από τον ασφαλή δικό μας. Γεμάτος άλλου τύπου βεβαιότητες. Και άγνωστός σε μας. Τους νομοταγείς. Τους εντάξει. Ομως αξίζει τον κόπο να τον επισκέπτονται αυτόν το άλλο κόσμο οι μαθητές με τους δασκάλους τους. Και να μιλήσουν στο πλαίσιο των μαθημάτων με αυτούς τους ανθρώπους. Να ακούσουν την ιστορία τους. Δεν θα μιλήσουν ούτε για βιολογία, ούτε για τέχνη, ούτε για facebook. Δεν έχουν άλλωστε. Ομως, θα ακούσουν πώς ένας άνθρωπος πήρε τον άλλο δρόμο. Τον κακό. Και θα προβληματιστούν. Και έτσι, ίσως κάποια στιγμή μειωθεί αυτό το ενοχλητικό γνώρισμα που διακρίνει πολλούς νέους σήμερα. Εχω το δικαίωμα να κάνω ό,τι μπορώ. Εχουμε χρέος ως δάσκαλοι να παλέψουμε να φέρουμε στα ίσα του αυτό το γνώρισμα. Και σήμερα ερχόμενος στο ασφαλές γραφείο μου, σκέφτηκα ότι τα μαθήματα ζωής από τη συναναστροφή με τους φυλακισμένους είναι πολύ πιο ισχυρά σε νοήματα από πολλά άχρηστα που μαθαίνουμε στα νέα παιδιά. Αυτή η άτιμη η μπέσα... Που δεν τη βρίσκεις πια στη ζωή έξω. Ε;
* Ο Δημήτρης Κουρέτας είναι καθηγητής Βιοχημείας-Βιοτεχνολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
πηγη: ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ