που θα “αναβάθμιζε”, υποτίθεται, “τον γεωπολιτικό ρόλο των δύο χωρών” και θα “έφερναν πλούτο”, ενώ η κρυφή σκέψη είναι ότι “θα απομόνωναν την Τουρκία” ή θα την “εξανάγκαζαν να προχωρήσει σε επίλυση του Κυπριακού”, χάνοντας κατά κράτος και υποχωρώντας σε βασικά της συμφέροντα. Μάλιστα το σχέδιο αυτό συμπληρώνονταν από την υπόθεση ότι οι μεγάλες πετρελαϊκές εταιρίες θα ήταν ένας μοχλός επιβολής των “εθνικών συμφερόντων” Κύπρου και Ελλάδας αν τους παραχωρούνταν ένα σύνολο “θαλάσσιων οικοπέδων”. Θα υπερασπίζονταν δηλαδή τα συμφέροντά τους προς όφελος των δύο χωρών, ακόμα και κινητοποιώντας την στρατιωτική ισχύ των ΗΠΑ, της Γαλλίας και Ιταλίας, ή και του Ισραήλ για να “βάλουν τον Ερντογάν στη θέση του”.
Το σχέδιο βασίζονταν σε αφελείς αναλύσεις και υποθέσεις, οδηγώντας, όμως, σε μια μεγάλη πανωλεθρία που δεν έχει ομολογηθεί ακόμα δημόσια, αυξάνοντας τους κινδύνους ανάφλεξης στην Αν. Μεσόγειο αλλά και “εθνικής ήττας” ή εξευτελισμού είτε μέσω μιας κλιμάκωσης της πολεμικής ρητορικής που μπορεί να οδηγήσει σε θερμό επεισόδιο ή “ατύχημα” είτε μέσω μιας άτακτης υποχώρησης για να μην φτάσουμε σε αυτή τη στιγμή μηδέν, που θα οδηγούσε εκ των πραγμάτων σε μια διαπραγμάτευση εφ’ όλης της ύλης Ελλάδας – Τουρκίας, με διαιτητές τις ΗΠΑ, για την οποία δεν έχει προετοιμαστεί καθόλου η ελληνική κοινή γνώμη.
Το πολιτικό στραπάτσο στις ΗΠΑ κατά την επίσκεψη Μητσοτάκη ήταν μεγάλο και γκρέμισε τις ψευδαισθήσεις ότι ο ίδιος ο Τραμπ και οι ΗΠΑ θα ήταν πρόθυμες να πιέσουν στον Ερντογάν για υποχωρήσεις με αντάλλαγμα την παραχώρηση συμβολαίων στην Exxon Mobil και σε άλλες πολυεθνικές πετρελαϊκές εταιρίες (και επιπλέον στρατιωτικών διευκολύνσεων). Προκάλεσαν, πάντως, μεγαλύτερη “ανησυχία” οι τοποθετήσεις του Τζέφρι Πάιατ που δήλωσε την επομένη ακριβώς ότι, κατά τη νομική υπηρεσία του υπουργείου του, «υφαλοκρηπίδα έχουν μόνο τα κατοικημένα νησιά του Αιγαίου, όχι τα ακατοίκητα».
Προσωρινά η εσπευσμένη ανακοίνωση της υποψηφιότητας της νέας προέδρου της ελληνικής δημοκρατίας κάλυψε τη συζήτηση για τις εξελίξεις αυτές, αλλά το θέμα παραμένει. Η διάσκεψη στο Βερολίνο για την επίλυση της κρίσης στη Λιβύη ανέδειξε για άλλη μια φορά το επικίνδυνο παιχνίδι που παίζεται με επίκεντρο το πετρέλαιο και στο οποίο έχουμε εμπλακεί χωρίς γνώσεις και προετοιμασία και με εντελώς αφελείς απόψεις όχι μόνο για τα θέματα που σχετίζονται με το κλίμα αλλά και για τις γεωπολιτικές διαστάσεις, ισορροπίες και συμφέροντα που συνδέονται με το πετρέλαιο.
Σήμερα, όμως ανοίγει άλλο ένα κεφάλαιο που αποδεικνύει ότι Λευκωσία και Αθήνα ψάχνουν με σπασμωδικές κινήσεις την στρατηγική τους σε σχέση με τις θύελλες που έσπειραν ανοίγοντας θέματα υδρογονανθράκων στην ευρύτερη περιοχή. Υποτίθεται ότι οι μεγάλες πετρελαϊκές επιχειρήσεις θα εμπόδιζαν τον Ερντογάν να υλοποιήσει τα σχέδια του για συμμετοχή της Τουρκίας στην έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων και θα λειτουργούσαν ως προστατευτική μας ασπίδα. Από το Σάββατο 25/1/2020, όμως, ο Ερντογάν, αντί να …φοβηθεί, ξεκινάει – στη βάση ενός σχεδιασμού που είναι ξεκάθαρος για όποιον δεν κρύβεται πίσω από το δάκτυλό του – τις επόμενες κινήσεις του με στόχο να “συμμετάσχει στη μοιρασιά των υδρογονανθράκων” και μάλιστα από θέση ισχύος, όχι …απομονωμένος (άλλη μια ψευδαίσθηση που καλλιεργείται με τα πρόθυμα να την αναπαράγουν ελληνικά ΜΜΕ)
Το γεωτρύπανο Yavuz (η Τουρκία πλήρωσε για αυτό US$262.5 εκατομμύρια) ξεκινάει γεώτρηση στο “τεμάχιο 8” (τι ορολογία για μια θάλασσα???), ακριβώς στο σημείο όπου από το τέλος του 2017 η ιταλική πετρελαϊκή εταιρία ΕΝΙ καθόρισε τον στόχο γεώτρησης με την ονομασία «Ερατοσθένης Νότιο» και εντός της περιοχής που διακηρύσσει η Κύπρος ότι είναι η δική της ΑΟΖ (έχει παραχωρηθεί στην TOTAL και στην ΕΝΙ).
Ο Ερντογάν, λοιπόν, ξεκινάει γεωτρήσεις σε ελάχιστη απόσταση από τη Λευκωσία, μετονομάζοντας μάλιστα το σημείο αυτό σε «Λευκωσία-1» για να μην έχει κανείς αμφιβολία για το που βρίσκεται το τουρκικό γεωτρύπανο από σήμερα. Η Κύπρος (και η Ελλάδα) βρίσκονται ..ξαφνικά μπροστά στο δίλημμα ή θα κάνουν πώς δεν καταλαβαίνουν ή θα πρέπει να αναχαιτίσουν το γεωτρύπανο προχωρώντας σε στρατιωτικές κινήσεις.
Προφανώς, έχουν επιλέξει το πρώτο, δηλαδή να κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν, και να αφήνουν το γεωτρύπανο να δημιουργεί νέα δεδομένα, αποδεικνύοντας πόσο έωλος είναι ο σχεδιασμός που υποτίθεται θα αναβάθμιζε το ρόλο των δύο χωρών αλλά και την ασφάλειά τους μέσω του φυσικού αερίου και του πετρελαίου.
Και αν στην Κύπρο, τουλάχιστον ορισμένα ΜΜΕ έχουν αντιληφθεί και δεν κρύβουν ότι η κυβέρνηση δεν έχει στρατηγική (χαρακτηριστικός ο τίτλος της κυπριακής εφημερίδας ΠΟΛΙΤΗΣ «Η Άγκυρα ψάχνει αέριο και η Λευκωσία πολιτική») την ίδια στιγμή που ο Ερντογάν “ωθεί σε διάλογο με τους δικούς του όρους, ακολουθώντας συντονισμένη στρατηγική” αξιοποιώντας μάλιστα “τα στοιχεία που δημοσιοποιεί η Κύπρος για τις διάφορες περιοχές έρευνας, όπως αυτά για το “τεμάχιο 8” που με μεγάλη αφέλεια έχουν δημοσιοποιηθεί ακόμα και στο ίντερνετ”, στην Ελλάδα κόμματα και ΜΜΕ απλώς “καταγγέλλουν τις προκλητικές ενέργειες της Τουρκίας” αλλά καμία κουβέντα δεν γίνεται για για το πώς έχουμε φτάσει μέχρι εδώ και ποιες είναι οι ευθύνες ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ και ΚΙΝΑΛ για την πανωλεθρία αυτή.
Ο ίδιος ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας (από τους βασικούς υπεύθυνους της αφελούς “διπλωματίας των αγωγών και των γεωτρήσεων”) σε δηλώσεις του στους δημοσιογράφους, προσερχόμενος στο Ίδρυμα Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄ δήλωσε ότι οι “τουρκικές ενέργειες συνεχίζουν δυστυχώς τις παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου, συνεχίζουμε και εμείς, βεβαίως, τις προσπάθειες μέσα από τις ενέργειες τις διπλωματικές και τις νομικές, να πετύχουμε αναχαίτιση αυτής της χωρίς προηγούμενο συμπεριφοράς». Ερωτηθείς αν θα πρέπει να υπάρξουν σκληρότερα μέτρα κατά της Τουρκίας από την ΕΕ, αφού όσα είχαν ανακοινωθεί ως σήμερα, δεν λειτούργησαν αποτρεπτικά, ο πρόεδρος Αναστασιάδης είπε ότι «πιο δυναμικά, δεν θέλω να δημιουργώ ψευδαισθήσεις ή την εικόνα ότι η Ευρώπη είναι έτοιμη να αναλάβει τέτοια μέτρα, αυτή την ώρα τουλάχιστον. Συνεπώς, αυτό που λέω είναι ότι θα συνεχίσουμε με την ίδια αποφασιστικότητα και την υλοποίηση του ενεργειακού προγράμματος και τα διαβήματα προς κάθε κατεύθυνση, με την ελπίδα ότι αν επιθυμούν (η Τουρκία) την ειρήνη, αν επιθυμούν τη λύση του Κυπριακού θα πρέπει επιτέλους σε αυτά που αποτελούν και συνθέτουν τους κανόνες διεθνούς δικαίου».
Ελλάδα και Κύπρος πρέπει – πριν είναι πολύ αργά – να επαναπροσδιορίσουν τη στρατηγική τους και να αναλάβουν ευρεία πρωτοβουλία, έστω και στο 12 και 30’, για ανάκληση όλων των αδειών έρευνας και εξορύξεων υδρογονανθράκων και απόσυρσης από τον EastMed και τους αγωγούς υδρογονανθράκων επικαλούμενες την ανάγκη να βγούμε γρήγορα από τα ορυκτά καύσιμα για την προστασία του κλίματος, του πλανήτη και της ειρήνης στην περιοχή, αναλαμβάνοντας διεθνείς πρωτοβουλίες για να σταματήσουν όλες οι χώρες τις έρευνες και εξόρυξη υδρογονανθράκων στην Αν. Μεσόγειο. Αλλιώς οδηγούμαστε όχι μόνο σε καταστάσεις που στρέφονται ενάντια στο κλίμα και το περιβάλλον αλλά και στην ασφάλεια και ευημερία μας. Πετρέλαιο και φυσικό αέριο οδηγούν σε ανάφλεξη (και) στην περιοχή μας, η έξοδος από αυτά θα συμβάλλει και στην αποτροπή μιας μεγάλης εθνικής τραγωδίας, με την μορφή πολεμικής εμπλοκής ή εξευτελισμού λόγω αδυναμίας (και σωστά) να εμπλακούμε σε πολεμικές περιπέτειες που δεν θα μείνουν μόνο στην περιορισμένη περιοχή γύρω από ένα γεωτρύπανο αλλά θα έχουν πολύ ευρύτερη διάσταση και θα οδηγήσουν σε μεγαλύτερη κλιμάκωση με ανυπολόγιστες και πολλαπλές συνέπειες για τη χώρα και την περιοχή.
Χρειάζεται, όμως, τόλμη για να εξηγήσει το ελληνικό πολιτικό σύστημα ότι είχε ψευδαισθήσεις και στο θέμα και των εξορύξεων και της διπλωματίας των υδρογονανθράκων (όπως εξάλλου και στο θέμα της ελληνικής κρίσης, του παραγωγικού μοντέλου, της διαχείρισης του μεταναστευτικού/προσφυγικού). Έχει όμως το θάρρος να πει την αλήθεια, ότι δηλαδή το πετρέλαιο και οι υδρογονάνθρακες μπορεί να είναι άλλη μια αιτία μεγάλης και πολύπλευρης κρίσης, πολύ μεγαλύτερης από την δημοσιονομική-οικονομική;
*ο Νίκος Χρυσόγελος, είναι πρώην ευρωβουλευτή, συμπροέδρου των ΠΡΑΣΙΝΩΝ