Θα τη ζήσουμε με την αντοχή της να διατρέχει τους αιώνες, για να μη φτωχύνει, να μη σβηστεί.
Με την ικανότητά της να μας συνέχει, να μας δίνει υπόσταση στη μακραίωνη δουλεία, να μας συντροφεύει στον Μακεδονικό αγώνα, να πλαισιώνει τις κρυμμένες στα σεντούκια ελληνικές σημαίες, για την ώρα που θα έρθει το ελληνικό (1912), με την ικανότητά της να μας οπλίζει στην κατοχή και στη δικτατορία.
Θα τη βιώσουμε με τη δύναμη της ιδιαιτερότητάς της που δεν μας ρίχνει στο χυλό, στην ομοιομορφία της παγκοσμιοποίησης, με την πεποίθηση πως μόνο γνωρίζοντας καλά την αυλή μας μπορούμε άφοβα να βγούμε στην ανοιχτωσιά του κόσμου.
Θα μας διαποτίζει πάντα, αφού ξέρει να επιπλέει στη λαχτάρα των φτωχών, των απλών ανθρώπων που την κουβάλησαν στις πραμάτειες τους, αυτών που χιλιοχτυπημένοι, χωρίς πολλές σχόλες, την έκαναν ανεπίσημη γιορτή, προσωρινή διαφορετική ζωή, στα όρια της ζωής και της τέχνης, συμμετέχοντας όλοι ανεξαιρέτως, σε χώρους δίχως σκηνή και δίχως θεατές.
Θα μας διαπερνάει σ΄αυτό το έργο της μεταμφίεσης, της μεγέθυνσης, των σωματικών και λεκτικών ακροτήτων, του αναποδογυρίσματος της ζωής, της αντιστροφής των ιεραρχικών ρόλων, με στόχο να φύγει το κακό, να ρθει η άνοιξη, η αλλαγή κι η ανανέωση, αφού ο θάνατος δεν είναι το τελικό γεγονός.
Θα μας περονιάζει με την γενική ευθυμία, με το καθαρτήριο γέλιο της είτε ως γελοιοποίηση κοινωνικών καταστάσεων, είτε ως αυτοσαρκασμό.
Ο ίσκιος του Δήμου, παρότι άλλαξαν τα μεγέθη της, δεν την έκανε θεσμό, δεν την εμπορευματοποίησε, επομένως δεν έχασε τους χυμούς της αμφισβήτησής και της σύγκρουσης ( θεωρίες για την αναπτυξιακή της δυνατότητα είναι επικίνδυνες για τη φύση της).
Η πανδημία της κοζανίτικης αποκριάς εδώ και καιρό στήνεται και χωρίς τη φυσική μας συμμετοχή.
Ο καθολικός της χαρακτήρας, ακόμα και σε συνθήκες απωλειών από το νέο χτικιό, εδώ και καιρό εξυφαίνεται σαν ατμόσφαιρα, αφού τίποτα το κανονιστικό δεν ευδοκιμεί στην Κοζάνη, και διαφαίνεται στον αστερισμό του διαδικτύου:
Με τις πάμπολλες αφιερωμένες ιστοσελίδες.
Με την κοινωνική μνήμη σε εγρήγορση να ανασύρει τα αναμνηστικά της, τραγούδια, φωτογραφίες, ανέκδοτα, στολές…
Με τα κείμενα αγωνίας για την τύχη της.
Με τα σατιρικά κείμενα στη ντοπιολαλιά, στη γλώσσα της καρδιάς
Με τα εμπνευσμένα αυτοσχέδια θεατρικά προικισμένων πολιτών και ιδιαίτερα των νέων.
Με το λιτό, σημειολογικό στολισμό του Δήμου που μπορεί να εμπλουτιστεί με τις δικές μας σερπαντίνες στις αυλές και στα μπαλκόνια.
Με τις ευωδιές των χρονιάτικων σιροπιαστών γλυκών να σπάζουν τις μύτες της πόλης και να χτυπούν τις πόρτες των άλλων για τα καθιερωμένα κεράσματα, στο κατώφλι των σπιτιών για φέτος.
Με οικογενειακούς φανούς να διασχίζουν τον αέρα, γύρω από νοερές φωτιές που ζεσταίνουν τη συλλογική μνήμη κι αναθερμαίνουν την αγάπη τριών γενεών.
Σ΄ένα ωραίο κλέφτικο τραγούδι των Φανών, ο ανυπότακτος κλέφτης, ο μπαρουτοκαπνισμένος κι αλαφροπερπάτητος αποκαμώνεται από την αρρώστια της ευλογιάς και πιάνεται από τους Τούρκους.
Εμείς, όμως, το νου μας να μην κιοτέψουμε, να μην αφανιστούμε από το θανατικό, αφού έχουμε πολλές αποκριές να ζήσουμε, πολλές άπονες και διεφθαρμένες εξουσίες ν΄αντιπαλέψουμε, ώστε να επεκτείνουμε στο χρόνο την προσωρινή γεύση των ονείρων της αποκριάς, ώστε να εφαρμόσουμε την ουσία της, την ισότητα, την ελευθερία, την αδελφοσύνη...
Τάσα Σιόμου
Καλή απουκρά !
ΥΓ: Αφιερωμένο, στους εκλιπόντες, Θ. Καρακίτσιο και Θ. Πατιά που είχαν την αποκριά στον κόρφο τους κι έγραψαν εξαιρετικά ποιήματα και πεζά που περιμένουν την έκδοσή τους.