Η «πραγματική οικονομία» ηττήθηκε από έναν ιδιότυπο εγχώριο καζινο-καπιταλισμό και το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα. Συνάμα, η εκ-συγχρονιστική επαγγελία αποτελεί το ιδεολογικό περίβλημα μιας νέας κοινω-νικής διαστρωμάτωσης και της συνακόλουθης με αυτήν υποκριτικής και ανή-θικης νοοτροπίας.
Οικονομική κρίση και εξωτερική πολιτική
Το κυβερνητικό πολιτικό προσωπικό αντιλαμβάνεται την οικονομική κρίση και την κρίση στις διεθνείς σχέσεις με τον ίδιο τρόπο.
Την πρώτη την διαχειρίζεται πρωταρχικά ως κρίση «ροών», δηλαδή κρίση χρέους, κρίση δημοσιονομική, χρηματοπιστωτική και όχι ως κρίση δομική του εγχώριου συστήματος παραγωγής [υπανάπτυξη παραγωγικών δυνάμεων – αποτελμάτωση του κυρίαρχου μοντέλου κοινωνικών/παραγωγικών σχέσεων– απαξίωση των εργασιακών σχέσεων]. Δεν την αντιλαμβάνεται ως κρίση οργα-νικής ένταξης της χώρας –με όρους πραγματικής οικονομίας– στον διεθνή κα-ταμερισμό εργασίας, αλλά με όρους οικονομίας «ευκαιριών».
Την δεύτερη την διαχειρίζεται στην εξαιρετικά ρευστή επιφάνεια που διαμορ-φώνουν εφήμεροι-συγκυριακοί τοπικοί και περιφερειακοί ανταγωνισμοί, εγ-κλωβίζεται σε τυφλές κινήσεις απλοϊκής ανακλαστικής ταχτικής, χωρίς σχέδιο, χωρίς καν ατζέντα. Πορεύεται, σύμφωνα με φρούδες υποσχέσεις και υποδεί-ξεις ξένων παραγόντων, ανιστόρητα, καιροσκοπικά και πρόσφατα –εις επίρ-ρωση της κενότητας της στρατηγικής της– μυθοπλαστικά, ρίχνοντας ζαριές.
Εσωτερικό μέτωπο, γεωπολιτικές σταθερές και μεταβλητές
Διαχείριση κρίσεως και στα δύο πεδία, της οικονομίας και των διεθνών σχέ-σεων, δεν νομιμοποιείται χωρίς υποστηρικτική κοινωνική βάση και χωρίς δικα-ιακές-πολιτικές αρχές, που από κοινού διαμορφώνουν τόσο το εσωτερικό όσο και το εξωτερικό μέτωπο. Για τον λόγο αυτό δεν νοείται αντιμετώπιση της πα-ρούσας γενικής κρίσης χωρίς διεθνείς υποστηριχτές και χωρίς συνεργασίες. Όμως, άλλο η αναζήτηση υποστήριξης ή συνεργασιών κι άλλο η αναζήτηση προστατών ή μεσαζόντων.
Στη πρώτη περίπτωση προέχει η κοινωνικό-οικονομική δομή, το γεωπολιτικό πλαίσιο, καθώς και τα εργαλεία-μοχλοί της διαπραγμάτευσης. Διακρίνονται τα σταθερά –μεσομακροπρόθεσμα– συμφέροντα από τα βραχυπρόθεσμα και η προσέγγιση είναι ολιστική. Η στρατηγική χαράσσεται με επίγνωση των τάσεων που προβάλλονται στον γεωοικονομικό χάρτη, όπου οι αναδυόμενες χώρες, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Δ.Ν.Τ. , θα αυξήσουν έως το 2050 την συμμετοχή τους στο παγκόσμιο ακαθάριστο προϊόν από 27% σε 49%, οι Η.Π.Α. θα υποχωρήσουν απ' το 22% στο 11% και η γηραιά ήπειρος, η Ευρώπη, απ' το 19% στο 7%... . Με ό,τι οι αριθμοί αυτοί συνεπάγονται.
Στη δεύτερη περίπτωση προέχουν οι διεθνείς λέσχες, το λόμπινγκ, οι δημόσιες σχέσεις –με ζεϊμπεκιές ή κουμπαριές αδιάφορο–, η καλή διαγωγή και η προπαγάνδα. Δεν υπάρχουν σταθεροί φίλοι, χώρες και λαοί, υπάρχουν μόνο εφήμερες συμμαχίες, η προσέγγιση των προβλημάτων είναι απλοϊκά αιτιοκρα-τική: «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου».
Στη περίπτωση αυτή, την υποτίθεται τεχνοκρατική - ορθολογική, δεν υπάρχει αναλυτική σκέψη, υπάρχει –επιεικώς– ρηχός εμπειρισμός και «ολίγη» από θεωρία παιγνίων. Φυσική της συνεπαγωγή, η υπηρετική συμπεριφορά έναντι της αμφιβόλου συνοχής και μηδενικής αλληλεγγύης Δυτικής Συμμαχίας, η α-φειδώλευτη παροχή σε αυτήν «διευκολύνσεων» σε κάθε διεθνή στρατιωτική ή παραστρατιωτική εμπλοκή, η σχέση εντελλόμενου προς εντολέα έναντι των τρωϊκανών. Συνάμα, η προοπτική αλλαγής της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής και η περιθωριοποίηση της Ελλάδας στο νέο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι την σπρώχνει [οι καλοθελητές σπεύδουν...] σε εγκλωβισμό στον άξονα ΗΠΑ-Ισραήλ και στην σταδιακή μετατροπή της σε ισραηλινή ενδοχώρα.
Από την άλλη μεριά, αποστάσεις, μεγαλύτερες από ποτέ, από την Ρωσία, την Κίνα, τις περισσότερες από τις υπόλοιπες αναδυόμενες χώρες, πολιτική απο-δυνάμωση στα Βαλκάνια, εκθεμελίωση παραδοσιακών σχέσεων ιστορικού βάθους με τους αραβικούς λαούς, υιοθέτηση ισλαμοφοβικών συνδρόμων.
Ιστορική παράδοση και τακτικισμός
Οι διαπιστώσεις αυτές δεν είναι αφοριστικές, ούτε καν «ιδεολογικές».
Πώς αλλιώς, όμως, να εξηγηθεί η προϊούσα καταστροφή των σχέσεων με τον αραβικό κόσμο, σχέσεων που δημιούργησε ο εκεί ελληνισμός, με εξαιρετικό παράδειγμα το παροικιακό φαινόμενο της Αιγύπτου, όπου σε δύσκολες για την φιλόξενη αυτή χώρα καιρούς (πολεμική επέμβαση Άγγλο-Γάλλο-Ισραηλινών του 1956) εκατοντάδες Έλληνες-Αιγυπτιώτες κατατάχτηκαν στον αιγυπτιακό στρατό για να υπερασπιστούν το έδαφός της. Την ίδια στιγμή που οι Έλληνες πιλότοι του καναλιού του Σουέζ ήταν οι μόνοι από τους ξένους πιλότους που τίμησαν την επιλογή και το θάρρος αυτής της χώρας να υπερασπιστεί την ανεξαρτησία της.
Πώς θα μπορούσαν να εξηγήσουν την εκθεμελίωση αυτών των σχέσεων αυτοί που τώρα υλοποιούν την απόφαση μετατροπής της Ελλάδας –και της Κύπρου– σε ισραηλινό προτεκτοράτο; Έχουν άραγε εικόνα του αιγυπτιακού, του αραβο-ισλαμικού πολύ κοντινού μέλλοντος; Γνωρίζουν τον πολύπλοκο, αντιφατικό, πράγματι ιδιότροπα πολιτισμένο αυτόν κόσμο; Μπορούν να διακ-ρίνουν στους κόλπους του ισχυρά ρεύματα, έως και απελευθερωτικά-εκσυγχρονιστικά [ουσιαστικά και όχι επίπλαστα], που αναδύθηκαν παρακάμ-πτοντας έστω [γιατί όχι άλλωστε] την ευρωπαϊκή νεωτερικότητα μέσα από δι-κές τους γηγενείς διαδρομές; Γνωρίζουν την σημασία της αυριανής Αιγύπτου ή την δυναμική του παρόντος –και προπαντός του αυριανού– αραβο-ισλαμικού όλου (παρά τις εσωτερικές του τριβές και αντιθέσεις) στον ευρύτερο περιφερειακό συσχετισμό, όπου περιλαμβάνονται η Ελλάδα, η Κύπρος, το Ισ-ραήλ, η Τουρκία και οι Βαλκανικές χώρες; Γνωρίζουν, τέλος, ότι η αραβο-ισλαμική αντίθεση προς το Ισραήλ, που απορρέει από την μόνιμα επιθετική και υβριστική πολιτική του, αποτελεί δομικό στοιχείο του Μέσο-ανατολικού γεωπολιτικού συστήματος;
Κι αν δεν ενδιαφέρονται για το ήθος στις διεθνείς σχέσεις, κι αν εξαιρούν, από τους όποιους υπολογισμούς τους, τους δεσμούς ανάμεσα σε ιστορικά αδελ-φωμένους λαούς, κι αν ασκούν διεθνή πολιτική με μοναδικό γνώμονα τον συσχετισμό ισχύος, άραγε, το σημερινό Ισραήλ, το πριν λίγα χρόνια [2006] ο-ικτρά ταπεινωμένο στον μικρό Λίβανο, το κατατάσσουν στις χώρες της περι-φέρειας που αυξάνουν την ισχύ τους ή στις χώρες που με την φιλοπόλεμη και αποσταθεροποιητική πολιτική τους σταθερά την απομειώνουν; Πιστεύουν πράγματι ότι αυτό το Ισραήλ θα διακινδυνεύσει την περιφερειακή υπόστασή του για το «χατίρι» της Ελλάδας, αν κάποιο θερμό ελληνοτουρκικό επεισόδιο επισυμβεί; Πιστεύουν τέλος ότι, έστω μετά την θητεία των απαξιωμένων Νε-τανιάχου-Λίμπερμαν, δεν θα υπάρξει πλαίσιο επαναπροσέγγισης Ισραήλ - Τουρκίας;
Ας τα παραμερίσουμε όμως προς στιγμήν όλα αυτά κι ας εξετάσουμε τα πραγματικά δεδομένα της νέας πραγματικότητας. Μιας πραγματικότητας που προσφέρεται στον ελληνικό λαό με νέο υλικό-οικονομικό και φαντασιακό πε-ρίβλημα, υποσχόμενη ένα νέο όνειρο, μια νέα επαγγελία κι ένα νέο «προστά-τη».
Υδρογονάνθρακες, εκτιμήσεις ή ψευδαισθήσεις ;
Πριν μιλήσει κανείς για την αξιοποίηση ενός φυσικού πόρου, για τα οφέλη που θα προκύψουν από αυτήν, για την πιθανότητα αυτή τη χώρα να την σώσει εν τέλει όχι ο λαός της αλλά ένας από μηχανής θεός, εύκολα και ξαφνικά, μετα-μορφώνοντας την, ίσως, σε νέο Κατάρ, σκόπιμο είναι να αναζητήσει τις πλη-ροφορίες εκείνες που μπορούν να τεκμηριώσουν, κάπως έστω, τις προβλέψε-ις για τα «καλά νέα»...
Ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Μαίρυλαντ των ΗΠΑ κ. Θ. Καρυώτης α-ναφέρθηκε πρόσφατα στις «τεράστιες ποσότητες που θα μπορούσαν μακ-ροπρόθεσμα να βοηθήσουν την Ελλάδα όχι μόνο να ξεπεράσει τη βαθειά της οικονομική κρίση αλλά και να πάρει τέτοια ανάσα που θα την τοποθετούσε στην ομάδα των G20». Τα ίδια περίπου δηλώνει στα φιλόξενα ως προς το συγκεκριμένο θέμα ΜΜΕ, ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης κ. Φώσ-κολος.
Αντίλογος σπάνια ακούγεται και, μέχρι στιγμής, καμία έγκριτη επιστημονική ομάδα, κανένα επιστημονικό σώμα, από τον χώρο της γεωλογίας, ελληνικό ή διεθνές, στηριζόμενο σε αξιόπιστα ερευνητικά δεδομένα, δεν επιβεβαιώνει κάτι περισσότερο από τις ήδη γνωστές εκτιμήσεις για τα κοιτάσματα, Ν. και Ν.Α. της Κρήτης.
Πρέπει βέβαια να ληφθεί υπόψη ότι οι έρευνες για τον εντοπισμό, την αποτί-μηση και τον σχεδιασμό αξιοποίησης κοιτασμάτων υδρογονανθράκων αποτε-λούν μια σοβαρή επιστημονική-τεχνικοοικονομική δραστηριότητα που έχει τα υποχρεωτικά στάδιά της. Η δραστηριότητα αυτή δεν υποκαθίσταται με προ-φητείες ή με επιχειρήματα όπως «αφού δείχνουν ενδιαφέρον κράτη και εταιρε-ίες κάτι θα υπάρχει». Κράτη και εταιρείες έχουν πολλούς περισσότερο από έναν λόγους να «δείχνουν ενδιαφέρον»...
Όμως, ανεξάρτητα από την όποια πιθανότητα μελλοντικής αξιοποίησης κοι-τασμάτων εντός της ελληνικής ΑΟΖ (όταν οριοθετηθεί), στα εντόπια κυρίως ΜΜΕ διατυμπανίζονται τα πελώρια οφέλη της Ελλάδας που θα προκύψουν από την αξιοποίηση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου που ανακοίνωσαν το Ισραήλ και πιο πρόσφατα η Κύπρος. Ο «τυμπανισμός» αυτός εντείνεται και προσλαμβάνει άλλη διάσταση τον τελευταίο καιρό με την αστήριχτη (σύμφωνα με το δίκαιο της θάλασσας αλλά και την απλή γεωγραφία), έκδηλα προσχημα-τική και άλλο-σκοπούσα, απειλητική παρέμβαση της Τουρκίας.
Τι είπε ο κ. Ντάβιντσον, τι λένε οι έγκυρα καταγεγραμμένοι αριθμοί;
Σε σχέση με τα ισραηλινά κοιτάσματα και τον εξαγγελλόμενο αγωγό που θα τροφοδοτήσει με φυσικό αέριο εκτός από την Ελλάδα και αρκετές άλλες ευ-ρωπαϊκές χώρες ας δοθεί ο λόγος στην ίδια την αμερικάνικη εταιρεία Noble Energy. Inc. Η εταιρεία αυτή, επικεφαλής κονσόρτσιουμ όπου μετέχει και η ισ-ραηλινή Delek Energy, πραγματοποιεί τα τελευταία 13 χρόνια τις έρευνες στην λεκάνη της Λεβαντίνης.
«Εμείς λέμε δυνατότητα, οι Ισραηλινοί ακούνε ανακάλυψη» (We say po-tential, Israelis hear discovery) δηλώνει στις 13 Ιούλη 2010 στην ισραηλινή εφημερίδα Haaretz, σχετικά με τα κοιτάσματα της υπολεκάνης Λεβιάθαν, ο Τσαρλς Ντάβιντσον, πρόεδρος της Noble. Η τεχνικό-οικονομικά ακριβής αυτή δήλωση γίνεται αμέσως μετά την παρουσίαση των πρώτων αποτελεσμάτων ερευνών που εκτιμούν το κοίτασμα Λεβιάθαν σε 16 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια (500 δισ. κυβικά μέτρα). Στην ίδια δήλωση ο Τ. Ντάβιντσον παρατηρεί: «Οι επενδυτές πρέπει να είναι προσεχτικοί και να ξεχωρίζουν μια επεν-δυτική ιδέα από ένα επενδυτικό πρόγραμμα».
Ωστόσο, δύο μόλις μήνες αργότερα, τον Αύγουστο 2010, ο Ισραηλινός πρω-θυπουργός Μπ. Νετανιάχου, επισκεπτόμενος την Ελλάδα, κάνει πολιτικές δη-λώσεις και αναφέρει στον τότε Έλληνα πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου την πρότασή του για την κατασκευή υποθαλάσσιου αγωγού που θα μεταφέρει το φυσικό αέριο προς την Ελλάδα κι από εδώ και πέρα στην Ευρώπη...
Την είδηση αναπαρήγαγαν θριαμβευτικά τα περισσότερα εγχώρια ΜΜΕ ενόσω τα ξένα είναι αρκετά προσεχτικά και «παίζουν» λίγο με το θέμα. Η αρ-θρογραφία αυτή δεν ήταν –ούτε την ενδιέφερε να είναι– επιστημονική αλλά ε-πιστημονίζουσα-πολιτική και άρθρο έγκριτης εφημερίδας, που δεν αποκρύβει τον πραγματικό γεωπολιτικό του σκοπό, αναφέρει: «ο εντοπισμός κοιτασμά-των φυσικού αερίου και πετρελαίου στην Ανατολική Μεσόγειο έχει φέρει πιο κοντά την Ελλάδα, την Κύπρο και το Ισραήλ, κάτι που σύμφωνα με διπλωμα-τικές πηγές θα μπορούσε στο μέλλον να δημιουργήσει έναν νέο άξονα στην περιοχή... η πρόσφατη ελληνοϊσραηλινή προσέγγιση, μετατρέπει την Ελλάδα σε κρίσιμο κρίκο στη διαδρομή του φυσικού αερίου (προς Ευρώπη)» .
Δύο μήνες αργότερα (29/12/2010) νέα ανακοίνωση της Noble Energy απλά ε-νισχύει την γεωλογική πιθανότητα αξιοποίησης του κοιτάσματος Λεβιάθαν από 35% σε 50%. Όμως η εκτίμηση για την μέση ποσότητα του φυσικού αερίου παραμένει στα 16 τρισ.κ.π. (με διακύμανση +/- 40%).
Εγκώμιο γεωπολιτικής ανατροπής: η απεξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο...
Στη συνέχεια τα δημοσιεύματα πυκνώνουν, οι προσδοκίες αυξάνουν και ο πολιτικός τόνος κυριαρχεί. Στο ίδιο έντυπο γράφεται ότι πρόκειται για «θησα-υρό» σε άλλο για «φλέβα χρυσού» και τονίζεται η «γεωστρατηγική διάσταση των ανακαλύψεων» . Στην ορχήστρα μετέχουν τώρα και πολιτικοί επιστήμονες που φαίνεται πως υιοθετούν τις πιο πάνω απόψεις για την γεωλογική δυ-νατότητα του κοιτάσματος και τις συνδέουν με την στρατηγική ανάγκη της Ευ-ρώπης να υποκαταστήσει βαθμιαία την Ρωσία εξασφαλίζοντας και έναν δεύ-τερο μεγάλο προμηθευτή φυσικού αερίου. Στο διαδίκτυο η «θέση» αυτή προ-ωθείται μεθοδικά. Από την άλλη όχθη, αυτήν του Ισραήλ, ο ισραηλινός Υπο-υργός Εξωτερικών Ντ. Αγιαλόν δηλώνει ότι «οι νέες ανακαλύψεις στην θα-λάσσια περιοχή του Ισραήλ μπορούν να προσδώσουν εναλλακτικές πηγές ε-νέργειας στη Ευρώπη», ενώ στα δημοσιεύματα τώρα μετέχουν και θεολόγοι του Εβραϊσμού που επικαλούνται την Βίβλο και ρήσεις του προφήτη Ezekiel...
Η διαφορά μεταξύ επιστημονικής εκτίμησης και ... πολιτικής εκτίμησης ενός κοιτάσματος φυσικού αερίου
Με αυτό τον τρόπο «ενημερώνεται», ένα χρόνο τώρα, ο Έλληνας πολίτης, και μπορεί βέβαια να εντυπωσιάζεται με τα μεγέθη –σε τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια [τ.κ.π.]– του Λεβιάθαν, που ανεβάζουν το συνολικό απόθεμα φυσικού αερίου του Ισραήλ σε περίπου 25 τ.κ.π. (βεβαιωμένο 9 τ.κ.π. και εκτιμώμενο 16 τ.κ.π.)
Τι αντιπροσωπεύει όμως αυτό το απόθεμα σε πραγματικά μεγέθη, συγκρινό-μενο με το παγκόσμιο απόθεμα και με τα αποθέματα άλλων χωρών και, ειδι-κότερα, με το συνολικό απόθεμα της λεκάνης της Λεβαντίνης, όπου περιλαμ-βάνονται τα ισραηλινά κοιτάσματα;
Αφού επισημανθεί η επιστημονική διάκριση βεβαιωμένων και εκτιμώμενων πόρων φυσικού αερίου μπορεί να γραφτεί σε απλά μαθηματικά, πως τα 25 τ.κ.π. αποτελούν:
- μόλις το 20% των εκτιμώμενων (120 τ.κ.π.) στην ολική λεκάνη της Λε-βαντίνης (Αμερικανική Γεωλογική Επιθεώρηση, USGS), όπου εκτείνονται εκ-τός από την οριοθετημένη ως προς το Ισραήλ ΑΟΖ της Κύπρου και οι μη ορι-οθετημένες της Συρίας, του Λιβάνου και της Παλαιστίνης [Γάζα].
- μόλις το 11% των εκτιμώμενων (223 τρισ. κ.π.) της γειτονικής τους Αι-γύπτου, η οποία διαθέτει (και ήδη αξιοποιεί) 56 τ.κ.π. βεβαιωμένα (εξαπλάσια από τα βεβαιωμένα 9 τ.κ.π. του Ισραήλ)
- μόλις το 1,5% των βεβαιωμένων της πρώτης στην παγκόσμια κατάταξη Ρωσίας.
- μόλις το 0,15% [βεβαιωμένα] ή 0,40% [εκτιμώμενα] των παγκόσμιων βεβαιωμένων.
Άλλες συγκρίσεις κοιτασμάτων που έχουν ενδιαφέρον, σε σχέση με την υπο-τιθέμενη απεξάρτηση της ευρωπαϊκής αγοράς από Ρωσία, Κ. Ασία και Μ. Α-νατολή, λόγω της ανακάλυψης των προαναφερόμενων ισραηλινών κοιτασμά-των, είναι αυτές που αφορούν τα άγνωστα στο ευρύ κοινό κοιτάσματα σε φυ-σικό αέριο κάποιων ευρωπαϊκών χωρών που ουδέποτε χαρακτηρίστηκαν πλούσιες σε υδρογονάνθρακες. Όπως π.χ. της Ολλανδίας, που τα εκτιμώμενα αποθέματά της είναι τετραπλάσια των ισραηλινών, της Ουγγαρίας που είναι περίπου διπλάσια...
Όσο για την μεταφορά του ισραηλινού φυσικού αερίου στην Ευρώπη, μέσω Ελλάδας κατ' αρχάς, ο αγωγός, αν και όταν σχεδιαστεί, θα είναι μεγαλύτερος σε μήκος από έναν αντίστοιχο αγωγό που θα μετέφερε φυσικό αέριο από τα πράγματι πιο πλούσια κοιτάσματα της Αιγύπτου προς την Ευρώπη χωρίς να παραβλέπονται βέβαια η Αλγερία και η Λιβύη, που ήδη τροφοδοτούν την Ευ-ρώπη, και διαθέτουν πολλαπλάσια ως προς το Ισραήλ βεβαιωμένα κοιτάσμα-τα. Παράλληλα το Ισραήλ προτείνει «γενναιόδωρα» στην Κύπρο την δημιουρ-γία μονάδων υγροποίησης στο έδαφός της. Η «προσφορά» αυτή –για τους γνωρίζοντες την επικινδυνότητα αυτών των εγκαταστάσεων, ιδιαίτερα σε πε-ρίπτωση δολιοφθοράς– συνδέεται με την ασφάλεια του Ισραήλ σε περίπτωση πολεμικής εμπλοκής του στην περιοχή. Άραγε όμως, το κυπριακό έδαφος είναι πολύ περισσότερο ασφαλές και βρίσκεται σε απυρόβλητη ζώνη;
Μέτριες έστω γνώσεις «οικονομικών της ενέργειας», συνδυαζόμενες με τα πιο πάνω διαθέσιμα στοιχεία καθώς και αυτά που αφορούν στις ενεργειακές κα-ταναλώσεις, ειδικότερα του Ισραήλ (πηγή: Ισραηλινό Υπουργείο Εθνικών Υ-ποδομών), οδηγούν στην εκτίμηση ότι το Ισραήλ θα διαχειριστεί τα κοιτάσματα αυτά ως στρατηγικό απόθεμα καλύπτοντας τις ανάγκες του για περίπου 50 χρόνια. Στην περίπτωση αυτή είναι πολύ αμφίβολο αν το Ισραήλ θα κάνει εξα-γωγές˙ ίσως να αυξήσει μόνο το ποσοστό υποκατάστασης των εισαγωγών του (σήμερα εισάγει το 40% από την Αίγυπτο, αλλά οι καιροί άλλαξαν...).
Για τα κοιτάσματα της Κύπρου δεν υπάρχει λόγος να γραφτεί κάτι περισσότερο από το γεγονός ότι, οι λόγω σκοπιμότητας αυξομειούμενες εκτιμήσεις [από 3 έως 11 τ.κ.π.] της ίδιας εταιρείας, της Noble Energy, το ανεβάζουν μέχρι το 1/2 του Λεβιάθαν. Για τα ελληνικά κοιτάσματα, ερευνητικά ποσοτικά δεδομένα δεν υπάρχουν. Προηγείται συνεπώς η έναρξη προγράμματος ερευνών καθώς και η οριοθέτηση της ΑΟΖ με Ιταλία, Αλβανία στο Ιόνιο, με Λιβύη, Αίγυπτο νότια της Κρήτης, με την Κύπρο και, βέβαια, με την Τουρκία ανατολικά της Κρήτης, νότια του Καστελόριζου και στο Αιγαίο.
Ως προς το Αιγαίο, όπου κάποια δεδομένα υπάρχουν [εποχή του Πρίνου], η εκμετάλλευση υδρογονανθράκων, πέρα από την αρνητική σχέση κόστους- οφέλους [ανυπολόγιστα εξωτερικά κόστη], συναρτάται με καθοριστικής σημα-σίας περιβαλλοντικούς και ιστορικο-πολιτισμικούς παράγοντες που την καθισ-τούν απαγορευτική. Στο Αιγαίο, τόπο του Ελληνισμού ανεκτίμητο και διαχρο-νικό για τους παραπάνω λόγους, είναι ίσως η ώρα, τώρα που ανοίγουν οι κά-θε λογής ορέξεις [ξένων κρατών, πολυεθνικών και εγχώριων μεσαζόντων], να συνδεθεί η οριοθέτηση των ΑΟΖ με τον καθορισμό-περιορισμό των χρήσεών του. Αυτό σημαίνει να χαρακτηριστεί το Αιγαίο, με κύρωση διεθνούς συνθήκης, τόπος μοναδικού φυσικού κάλλους, να του αποδοθεί η προαναφερόμενη κληρονομιά του ως στοιχείο κυρίαρχο της ταυτότητάς του, να θεραπευτεί από τους «αναπτυξιακούς» βιασμούς των τελευταίων δεκαετιών και να προστατευ-τεί από τα προαναγγελλόμενα κερδοσκοπικά επενδυτικά σχέδια. Με όποιο ένδυμα και αν εμφανίζονται αυτά.
Με τις σημερινές ενδείξεις, τόσο για το Νησί όσο και για την Ελλάδα, τα όποια αποθέματα, εάν, όταν, όπου και εφόσον.., θα μπορούσαν, στην καλύτερη πε-ρίπτωση, να αποτελέσουν έναν ικανό ενεργειακό πόρο ενδογενούς ανάπτυξης. Όχι όμως και την μεγάλη χίμαιρα, όπως κάποιοι πονηροί εν υπηρεσία παπαγάλοι θέλησαν να τα εμφανίσουν.
Το γεωπολιτικό υπόβαθρο της νέας χίμαιρας
Από τα παραπάνω συνάγονται τα εξής 2 συμπεράσματα: Πρώτο, ότι τα πραγματικά μεγέθη δεν αιτιολογούν την καλλιεργούμενη αισιοδοξία και τους επικοινωνιακούς διθυράμβους. Δεύτερο, ότι οι έρευνες για τα ισραηλινά κοι-τάσματα διανύουν τα πρώτα τους στάδια, ενώ για τα κυπριακά βρίσκονται σε πρώϊμο στάδιο και για τα ελληνικά σε εμβρυακό.Τότε γιατί ο θόρυβος, ο μέγας.., γι' αυτά τα κοιτάσματα;
Πέρα από την μωρία και την ανικανότητα του εγχώριου πολιτικού συστήματος να σταθεί αντιμέτωπο με τα δομικά στοιχεία της βαθειάς οικονομικο-κοινωνικής κρίσης, πέρα από τον καιροσκοπισμό της αεριτζίδικης οικονομικής ολιγαρχίας να συνδέσει την τύχη της με επενδύσεις στα πεδία της παραγωγής, πέρα από τις εξαρτήσεις, τα επαγγελματικά οφέλη ή, έστω, τις φαντασιώσεις των επικοινωνιακών-δημοσιογραφικών θεραπαινίδων τους που πα-ραπληροφορούν την κοινή γνώμη, πέρα από την σκοπιμότητα όλων αυτών να εκθρέψουν με φρούδες ελπίδες τους δοκιμαζόμενους ανθρώπους αυτής της χώρας, ποιος άλλος λόγος υπάρχει;...
Ο λόγος, ο ουσιαστικός, που προκαλεί αυτόν τον «θόρυβο» υποκρύπτει άλ-λους, ίσως πιο σοβαρούς σκοπούς. Σκοπούς που συνδέονται με τις γεωπολι-τικές μεταλλαγές στον σημερινό κόσμο και, προπαντός, στο ενεργειακό του επίκεντρο, την Μέση Ανατολή. Σκοπούς που οι σημερινοί υποτιθέμενοι κυ-βερνήτες του τόπου εντάσσουν –τουλάχιστον αυτό προβάλλουν ως κύριο επι-χείρημά τους– στο πλαίσιο της αντιπαλότητας Ελλάδας - Τουρκίας.
Όμως, ένα ζήτημα είναι η αναφορά σε μια κρίσιμη πραγματικότητα, άλλο ζή-τημα ο τρόπος αντιμετώπισής της και ακόμη, ίσως το δυσκολότερο ζήτημα, το ποιοι είναι αυτοί που θα αναλάβουν να την αντιμετωπίσουν.
Ως προς το πρώτο ζήτημα, είναι γεγονός πως στην περιφερειακή γεωπολιτική πολυπλοκότητα όπου είναι ενταγμένη η Ελλάδα, η αντιπαλότητα με την Τουρ-κία αποτέλεσε –και βέβαια αποτελεί– ένα ιστορικό, δομικό γεωπολιτικό δεδο-μένο, συνδεόμενο σήμερα σε μεγάλο βαθμό με το ζήτημα της κατοχής της Βόρειας Κύπρου και τις συστηματικές προκλήσεις στο Αιγαίο. Η αντιπαλότητα αυτή ωστόσο δεν ωφελεί κανένα λαό και σκοπός πρέπει να είναι να απομειω-θεί και χαμηλώσει στο επίπεδο των έλλογα διαχειρίσιμων διαφορών.
Ως προς το δεύτερο ζήτημα, απαρέγκλιτος κανόνας, πέρα από την αναγκαία διάγνωση των γενικών συσχετισμών ισχύος και επιρροής, είναι η ύπαρξη, σε περίπτωση κρίσης, απόλυτου ηθικού - δικαιακού πλεονεκτήματος.
Ως προς το τρίτο ζήτημα, πρέπει να διατυπωθεί η μεγάλη απορία που αφορά στον όψιμο καινοφανή πατριωτισμό που εκπορεύεται από το παρακμασμένο ΠΑΣΟΚ, κόμμα που υποστήριξε το μειοδοτικό σχέδιο Ανάν, και την γηραλέα, ωστόσο επικίνδυνη εθνικοφροσύνη του εταιρικού του κόμματος, του ΛΑΟΣ. Άραγε, σε αυτή την σύμπραξη, ή έστω σε μια ευρύτερη μνημονιακή σύμπραξη, όπου θα συνταχθούν και κάποιοι μόνιμοι μαζί και κάποιοι μετακλητοί δια-μορφωτές κοινής γνώμης, θα αναθέσει ο ελληνικός λαός την δημιουργία «εθ-νικού» μετώπου;
Αν στο επίπεδο των διακρατικών σχέσεων τα προλεγόμενα αποτελούν τα αυ-τονόητα της εξωτερικής πολιτικής στο επίπεδο των σχέσεων ανάμεσα στους λαούς της περιοχής, αποτελούν υποχρέωση όσων ενδιαφέρονται έμπρακτα για ένα ανθρώπινο μέλλον.
Από το σκηνικό της κρίσης στο παρασκήνιο και στις άρρητες σκοπιμότητες
Πριν αναλάβει η κυβέρνηση Παπανδρέου, η επερχόμενη οικονομική κατάρρε-υση ήταν ήδη γνωστή στους γνωρίζοντες... Ο ίδιος ο Γ. Παπανδρέου, πριν εκλεγεί πρωθυπουργός, συναντήθηκε στις ΗΠΑ, ύστερα από αμερικανική με-σολάβηση, με εκπροσώπους του ισραηλινού λόμπυ. Έλαβε υποσχέσεις... Θα βοηθήσουν είπαν εάν τους βοηθήσουμε και εμείς στην διαγραφόμενη τότε κρίση των σχέσεών τους με την Τουρκία, θα αλλάξουν την στρατηγική τους θεώρηση αν αλλάξουμε και εμείς την δική μας˙ στρατηγικός εταίρος θα πάψει να είναι η Τουρκία, την θέση της θα πάρει η Ελλάδα, αντάμα και η Κύπρος. Υποσχέθηκαν να επηρεάσουν θετικά τις οικονομικές αποφάσεις για τη χώρα μας, με τους τρόπους τους και τους ανθρώπους τους, αυτούς που διαφεντεύ-ουν στο διεθνές χρηματοπιστωτικό περιβάλλον.. Οι υποσχέσεις βέβαια δεν τηρήθηκαν, η υποτιθέμενη αποτελεσματική μεσολάβηση δεν έγινε, το Ισραηλι-νό λόμπυ που ενδιαφερόταν για τα συμφέροντά του και μόνο, δεν είχε κανένα λόγο να την κάνει. Στην πραγματικότητα το αντίθετο έπραξε, καθώς γνώριζε ότι μόνο οι αδύναμες χώρες υποκύπτουν εύκολα στην απόλυτη εξάρ-τηση, ότι συνεπώς μόνο μια αδύναμη Ελλάδα θα μπορούσε να κάνει μια τόσο ριζική διπλωματική στροφή, να τους δώσει, κυριολεκτικά, γη και ύδωρ. Αυτό το κατανοούν όσοι πράγματι μελετούν την πολιτική του Ισραήλ, εντός και εκτός των συνόρων του.
Μακριά από τούτη την άποψη οι θεωρίες της συνομωσίας, όμως, ας μείνουν μακριά και από αυτήν την έρημη πολιτικά χώρα τόσο οι θεωρίες όσο και οι φερεφωνίες περί καλής και αγαθής προστασίας. Το Ισραήλ ακολουθεί συγ-κεκριμένη σχολή πολιτικής σκέψης και πράξης˙ αυτήν επέλεξε για την επιβίω-σή του στην περιοχή˙ αυτοκαταστροφικό λάθος η επιλογή του αλλά αυτήν έ-κανε˙ η Ιστορία θα αποφασίσει.
Το Ισραήλ, από την ίδρυσή του το 1948 μέχρι σήμερα, υιοθετεί και επιτείνει όλες τις πολιτικές αποσταθεροποίησης, επίθεσης, υπονόμευσης και κατοχής που εφάρμοσαν οι παλιές και σημερινές, ισχυρές νεοαποικιακές ηγεμονίες. Ένας μόνον ισραηλινός πολιτικός, πρώην στρατιωτικός, «υπεράνω υποψίας» για φιλοπαλαιστινιακά ή φιλοαραβικά αισθήματα, ο οποίος κατανόησε την υ-πόθεση της μακράς επιβίωσης της χώρας του στη δύσκολη αυτή περιοχή της Μ. Ανατολής, θέλησε να την αλλάξει. Σχεδίαζε μια στοιχειωδώς συμβιωτική και παράλληλα συν-αναπτυξιακή με τους γύρω Άραβες πολιτική που, όπως πίστευε, θα επέτρεπε την εδραίωση ενός ισραηλινού εθνικού κέντρου. Ενός εθνικού κέντρου ισχυρού και πολύτροπα διασυνδεδεμένου χρηματοπιστωτικά εκτός συνόρων, παράλληλα, αναπτυγμένου οικονομικά, τεχνολογικά και διοι-κητικά, εντός συνόρων. Προϋπόθεση του σχεδίου του ο ιστορικός συμβιβασ-μός με τους Παλαιστίνιους και η επωφελής για το Ισραήλ συνεργασία με τμή-ματα της δυναμικής οικονομικά παλαιστινιακής διασποράς στον αραβο-μουσουλμανικό κόσμο. Ο πολιτικός αυτός, ο Ράμπιν, δολοφονήθηκε από τους ίδιους τους Ισραηλινούς πριν 15 χρόνια, η στρατηγική του Ισραήλ, ως μοιραίος μονόδρομος, δεν άλλαξε.
Η Ελλάδα όφειλε να γνωρίζει αυτήν την στρατηγική. Όταν το πολιτικό προ-σωπικό μιας χώρας προχωρά σε συνεργασίες και συμφωνίες με το Ισραήλ, πρέπει να είναι τουλάχιστον διαβασμένο.
Στην παρούσα συγκυρία, το Ισραήλ βρίσκεται σε δύσκολη θέση, η πολιτική στην οποία εξώθησε και εξωθεί την Δυτική Συμμαχία, ιδιαίτερα τις ΗΠΑ, στον αραβο-ισλαμικό κόσμο, αποδεικνύεται κοντόθωρη και εν πολλοίς καταστροφι-κή. Η αλλαγή που συντελείται σήμερα στον αραβικό κόσμο εξοστράκισε τα πιο ισχυρά, παλιά πολιτικά της ερείσματα, ενώ τα νέα αποδεικνύονται είτε εγγενώς αποκλίνοντα από την δυτική ηγεμονία (περίπτωση της Αιγύπτου), είτε αβέβαιης σταθερότητας (περίπτωση της ετερόκλητης και τυχάρπαστης ηγεσίας που εγκαταστάθηκε με την μέθοδο της κανονιοφόρου στην Λιβύη). Δεν έφ-τασαν όμως αυτά και με την περυσινή εγκληματική επίθεση του Ισραήλ στον «στόλο της Ελευθερίας», που έπλεε με ανθρωπιστική βοήθεια προς την Γάζα, προκάλεσε ρήγμα μέσα στην ίδια την Δυτική Συμμαχία, ανοίγοντας μέτωπο με την Τουρκία, ειδικότερα με την παρούσα κυβέρνηση Ερντογάν.
Σήμερα το Ισραήλ, όπως λέει η το ίδιο ένοχη για εγκλήματα κατά των Παλαισ-τινίων κ. Τζίπι Λίβνι, είναι «αποδυναμωμένο και απομονωμένο στη διεθνή σκηνή», γεγονός που «οσμίζεται», όπως η ίδια λέει, η περισσότερο πληγωμέ-νη από το περυσινό μαζικό φονικό Τουρκία. Τα ίδια είπε πριν 2 μήνες και ο Αμερικανός Υπουργός Άμυνας Πανέτα, καλώντας την ισραηλινή ηγεσία να προσεγγίσει ξανά την Τουρκία και την Αίγυπτο. Έτσι η μακρόβια στρατηγική συμμαχία του Ισραήλ με το τουρκικό κράτος υφίσταται πλήγμα το οποίο η κυ-βέρνηση Ερντογάν αξιοποιεί, με επιδέξιο βερμπαλισμό και κατάλληλες κινήσε-ις, επιτυγχάνοντας την αύξηση της επιρροής της Τουρκίας στον αραβικό κόσ-μο. Σε αυτή την συγκυρία το Ισραήλ σπρώχνει την Ελλάδα να βγάλει αυτή τα δικά του κάστανα από την φωτιά, την απομονώνει μεθοδικά στην περιοχή, την εξαναγκάζει σε αντιστροφή ρόλων ώστε να γίνει αυτή η «επαιτούσα» την στή-ριξή του.
Η επίσκεψη Ερντογάν στην Αίγυπτο, τη Λιβύη και τη Τυνησία μετά την πτώση των εκεί καθεστώτων πήρε χαρακτήρα ιστορικής προσέγγισης που σκοπό έχει να υπερκεράσει παλιές δυσπιστίες των Αράβων. Όχι τυχαία βέβαια και η αναγόρευση του Παλαιστινιακού ζητήματος σε κύριο ζήτημα για την τουρκική εξωτερική πολιτική, έστω και μόνον σε επίπεδο λόγων.
Την ίδια στιγμή η Ελλάδα, προσδεόμενη όλο και πιο σφιχτά στο ισραηλινό άρμα, χάνει την ιστορική της επιρροή στην περιοχή, επιρροή που έχτισαν των Ελλήνων οι παροικιακές κοινότητες και προπαντός το παραδειγματικό διεθνι-στικό κύτταρο του αιγυπτιώτη Ελληνισμού.
Με τέτοιο κυβερνητικό πολιτικό προσωπικό στην Ελλάδα –συνεπικουρούμενο στην στερέωση του αμερικανο-ισραηλινού άξονα (κυρίως και μέχρι νεωτέ-ρας...) από την επαμφοτερίζουσα πολιτική ομάδα του κ. Καρατζαφέρη– όλα του «βγαίνουν» του κ. Ερντογάν...
Καταλήγοντας
Το «επιχείρημα» του φυσικού αερίου και η σωτηριολογία του είναι ένα μόνο μυθοπλαστικό εργαλείο της νέας εθελοδουλίας. Ένα δεύτερο μυθοπλαστικό εργαλείο, που κατέρρευσε μαζί με τα κομμάτια και θρύψαλα της μνημονιακής πολιτικής, είναι το ισραηλινό λόμπυ ως ο νέος μεσάζων-προστάτης μας στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύμπλεγμα.
Συμπέρασμα πρώτο: Οι υδρογονάνθρακες δεν είναι η λύση˙ ίσως, σε κάποιο βαθμό, υπό προϋποθέσεις και εάν δεν ξεπουληθούν όσο-όσο, αποτελέσουν έναν θετικό συντελεστή για την ανασυγκρότηση της παραγωγικής διαδικασίας, της μοναδικής πραγματικής λύσης.
Συμπέρασμα δεύτερο: Η ειρηνική αξιοποίηση των ελληνικών υδρογονανθρά-κων στο μέλλον προϋποθέτει οριοθέτηση της ελληνικής ΑΟΖ, όπως το θα-λάσσιο δίκαιο ορίζει, νότια της Κρήτης με την Αίγυπτο και την Λιβύη, Ν. Ανα-τολικά με την Τουρκία κι όχι φυσικά με το Ισραήλ... Με βάση έναν ελληνικό στρατηγικό σχεδιασμό και μια ελληνική –κι όχι κάποιου άλλου– ατζέντα.
Συμπέρασμα τρίτο: Κάποιοι ανεβάζουν την ένταση στην περιοχή. Το φυσικό αέριο είναι γι' αυτούς πρόσχημα με αλλότριο γεωπολιτικό διακύβευμα. Η Ελ-λάδα, στην πιο αδύναμη στιγμή της νεότερης ιστορίας της, εμπλέκεται στο εκ-ρηκτικό γεωπολιτικό πλαίσιο της περιοχής με ισραηλινή ατζέντα... Ιστορικές παραδοσιακές σχέσεις με τους αραβικούς λαούς, ιδιαίτερα με την νέα Αίγυπτο, υπονομεύονται. Σπρώχνεται η χώρα σε μια αποπνικτική απομόνωση...
Το πολιτικό προσωπικό και οι παρατρεχάμενοι του, σε αέναη μεταλλαγή, εγ-κωμιάζουν το δικό τους «εθνικό συμφέρον».
ειναι Δρ Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων, Δ. Ε.«Στόλου της Ελευθερίας ΙΙ» και «ένα καράβι για τη Γάζα» Freedom Flottila II*