Τα μεγάλα ερωτήματα σε αυτή τη χώρα τίθενται πάντα με τη μορφή διλήμματος. Άσπρο ή μαύρο; Καλό ή κακό; Έτσι και τώρα. Γενόσημο ή πρωτότυπο φάρμακο; Βουλιάζουμε ή αλλάζουμε; Πρωτότυπα ερωτήματα σε μια γενόσημη χώρα που δεν μπορεί να αλλάξει τον μανιχαϊστικό τρόπο με τον οποίο σκέφτεται, γι' αυτό και βουλιάζει. Και ένας από τους βασικούς λόγους του ναυαγίου της είναι αυτός ο αχταρμάς που ζούμε τις τελευταίες ημέρες.
Γιατροί, συνδικαλιστές, δημοσιογράφοι, επιστήμονες και από κοντά και οι γνωστοί τηλεοπτικοί μαϊντανοί διαγκωνίζονται για το ποιος θα εκστομίσει τη μεγαλύτερη παπαρδέλα. Άνθρωποι, υποτίθεται μορφωμένοι, διαπληκτίζονται για το ναι ή το όχι σε ένα ερώτημα που έχει τεθεί εξαρχής λάθος.
Στην Επιστήμη τα πράγματα είναι τις περισσότερες φορές απλά και ξεκάθαρα. Τόσο τα ερωτήματα όσο και οι απαντήσεις τους. Εκτός και αν επιλέξεις να αγνοήσεις τον καντιανό ορθολογισμό, επάνω στον οποίο θεμελιώνεται η σύγχρονη Επιστήμη και να καταφύγεις στον εγχώριο τσαρλατανισμό ο οποίος αντιμετωπίζει τα επιστημονικά ζητήματα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που συζητά ένα μεσημεριανό πάνελ το χωρισμό της Μενεγάκης ή τη σχέση της Ζέτας με τον Μιχάλη!
Έτσι, το ζητούμενο στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι το αν τα γενόσημα, γενικά και αόριστα, είναι ασφαλή ή όχι – ερώτημα της ίδιας σοβαρότητας με το αν οι Έλληνες είναι μαλάκες ή όχι- αλλά αν το τάδε γενόσημο φάρμακο είναι καλό και αποτελεσματικό ή αν δεν είναι. Αν, δηλαδή, έχει υποβληθεί στους απαραίτητους ελέγχους και τους έχει περάσει με επιτυχία ή όχι.
Στη λογική αυτή η επιστημονική κοινότητα, μέσω των θεσμικών της οργάνων, θα έπρεπε από την πρώτη στιγμή να βγεί και να ενημερώσει τους Έλληνες πολίτες, με την απαιτούμενη νηφαλιότητα και σοβαρότητα, για το καθεστώς που διέπει τα γενόσημα φάρμακα και να μαζέψει όλους αυτούς τους εραστές των 10 λεπτών δημοσιότητας του Γουόρχολ που αμαυρώνουν το ιατρικό λειτούργημα. Και η πολιτική ηγεσία να διασφαλίσει πως κανένας πλατωνικός κάπηλος, νεοελληνιστί αρχιολαμόγιο μεσάζοντας, δεν θα μπορέσει αύριο μεθαύριο να πασάρει φασόν στη χώρα μας που δεν έχει ελεγχθεί. Ζήτημα μιας συζήτησης πολιτισμένων και μορφωμένων ανθρώπων διάρκειας λίγων ωρών. Και εμείς ζούμε το μεγαλύτερο μεσημεριανό ξεκατίνιασμα των τελευταίων μηνών. Από τη μία, γιατροί και φαρμακοποιοί να υπερασπίζονται τα «πρωτότυπα» κεκτημένα τόσων χρόνων, και από την άλλη υπουργοί να υπεραμύνονται, με αντιαισθητικό τρόπο, μιας «ιμιτασιόν» πολιτικής όχι χάριν του κοινού καλού και ενός γενικότερου σχεδιασμού που έχει γίνει για τη δημόσια Υγεία, αλλά στο όνομα ενός φαιδρού μπακαλισμού. Τρείς το λάδι, τρείς το ξύδι και έξι το λαδόξυδο. Γιατί Θεέ μου; Τι έχουμε κάνει και πρέπει να το πληρώνουμε νυχθημερόν με την εξακολουθητική προσβολή της αισθητικής μας;
Η όλη συζήτηση, βέβαια, παραπέμπει στην τριτοκοσμική φύση αυτής της χώρας. Διαπληκτιζόμαστε, πάλι, για το άσπρο ή το μαύρο και αφήνουμε αναπάντητα δεκάδες ερωτήματα που αφορούν στο πραγματικό πρόβλημα της δημόσιας Υγείας και της ποιότητας των υπηρεσιών που παρέχονται στον Έλληνα πολίτη.
Γιατί το βασικό πρόβλημα σήμερα δεν είναι το γενόσημο ή το πρωτότυπο φάρμακο που θα δώσει ο γιατρός στον ασθενή, αλλά το αν ο ασθενής αυτός όντως χρειάζεται το συγκεκριμένο φάρμακο. Η για να το θέσω διαφορετικά. Το βασικό πρόβλημα αυτής της χώρας δεν είναι αν θα δώσουμε φασόν ή πρωτότυπη αντιβίωση σε έναν ασθενή με κοινό κρυολόγημα, αλλά να απαντήσουμε στο ερώτημα αν ο γιατρός που δίνει αντιβίωση σε μια ίωση είναι άσχετος και ακατάλληλος ή αν απλά τα παίρνει.
Αν ισχύει το πρώτο, ενεργοποιούμε διαδικασίες αξιολόγησης και ενισχύουμε τα εκπαιδευτικά προγράμματα των γιατρών προς ειδίκευση. Αν ισχύει το δεύτερο ελέγχουμε το πόθεν έσχες του γιατρού και, σε περίπτωση αδυναμίας απάντησης στο πόθεν κατάσχουμε την περιουσία του και του αφαιρούμε την άδειά του. Αυτονόητα πράγματα σε μια χώρα που υπηρετεί συνειδητά τον κάθε είδους παραλογισμό.
Το πρόβλημα δεν είναι αν θα δώσουμε φασόν ή πρωτότυπο φάρμακο για το στομάχι στον προηγούμενο ασθενή, αλλά να ενημερώσουμε την ελληνική κοινωνία πως το «πάρε κάτι για το στομάχι για να μην σε πειράξει η αντιβίωση» είναι η μεγαλύτερη φαιδρότητα και γελοιότητα που έχει ακουστεί ποτέ από τα χείλη του ιατρικού κόσμου! Και, όμως, εξακολουθεί να ακούγεται καθημερινά σε πολλά ιατρεία αυτής της δύσμοιρης χώρας.
Το βασικό πρόβλημα σήμερα είναι η απουσία κύρους και Παιδείας σε όλους αυτούς που αυτάρεσκα περιφέρουν δεξιά και αριστερά τον τίτλο του θεσμικού παράγοντα. Όταν ο εκπρόσωπος των φαρμακοποιών βγαίνει δημόσια, πετάει ό,τι προλαβαίνει να κατεβάσει η κούτρα του, κουνάει απειλητικά τη σημαία της Ζάμπια και της Ζιμπάμπουε για να τρομοκρατήσει τον αδαή και κλείνει την τοποθέτησή του σαν το τελευταίο κουτσαβάκι, αποκαλώντας τους Έλληνες βουλευτές ζωντόβολα καταλαβαίνεις τα γιατί και τα πώς του κακού του ριζικού μας.
Όταν γκουγκλάρεις, στη συνέχεια, το όνομά του στο διαδίκτυο και βλέπεις πως ο άνθρωπος αυτός διετέλεσε διοικητής του ΙΚΑ, διορισμένος δηλαδή από τα ζωντόβολα και εν μέρει συνυπεύθυνος για το γεγονός πως γίναμε Ζάμπια και Ζιμπάμπουε, τότε δίπλα στα γιατί και τα πώς βάζεις και το ποιοι ευθύνονται για τη σημερινή φαιδρότητα που ζούμε ως έθνος.
Το βασικό πρόβλημα σήμερα είναι πώς ολόκληρα χωριά μαστουρώνουνε πρωί μεσημέρι βράδυ με ροζ αντικαταθλιπτικά, πως αντιλιπιδαιμικά φάρμακα χορηγούνται από την πρώτη εξέταση χωρίς να προηγείται σύσταση για δίαιτα και αύξηση της σωματικής δραστηριότητας, πώς γέροι και γριές καταπίνουνε ολόκληρες σακούλες με φαρμακευτικά σκευάσματα – όταν είναι γνωστό τοις πάσι πως η πολυφαρμακία αποτελεί σήμερα ένα σημαντικό αίτιο νοσηρότητας και θνησιμότητας – και πως καθημερινά ιώσεις βαφτίζονται βακτηριακές λοιμώξεις και αντιμετωπίζονται με αντιβιοτικά, εισπνεόμενα, σιρόπια και πραζόλες. Φτάσαμε ο ρινοϊός της γνωστής οικογένειας των picornavirus, παλιάς και επιφανούς οικογένειας ιών με τίτλους, θυρεούς και οικόσημα, να κοστίζει στα ταμεία μας 100 και 200 ευρώ.
Για να μη μιλήσουμε για τα υλικά που χρησιμοποιούνται στα διάφορα χειρουργεία, τις αξονικές και τις μαγνητικές καθώς και τις λοιπές βιομηχανίες που έχουν στηθεί γύρω από άτυχους συμπολίτες μας. Ποιος σας είπε πως αυτή η χώρα δεν έχει βαριά βιομηχανία;
Το πρόβλημα σήμερα είναι πως η εκπαίδευση των νέων γιατρών στη μεγάλη πλειοψηφία των περιφερειακών νοσοκομείων της χώρας είναι επιεικώς ανύπαρκτη και πως οι ειδικευόμενοι γιατροί, η μεγαλύτερη ανακάλυψη μετά τον τροχό, στηρίζουν ουσιαστικά το Εθνικό Σύστημα Υγείας. «Σκάσε και κολύμπα» είναι το βασικό μότο που διέπει την εκπαίδευση των νέων γιατρών και γι'αυτή την κατάπτυστη πραγματικότητα δεν έχει στηθεί ποτέ κανένα τηλεοπτικό πάνελ και δεν έχουν μαλλιοτραβηχτεί ποτέ τους ειδικοί και επιστήμονες.
Το βασικό πρόβλημα σήμερα είναι πως περαστικοί αυτοδιοικητικοί και τυχάρπαστοι δημοσιολόγοι καθορίζουν τον υγειονομικό χάρτη αυτής της χώρας και πως εξ αυτής της πρακτικής «μπουκώσανε» τα επείγοντα των νοσοκομείων με ιώσεις, κρυολογήματα, πονοκεφάλους και διάρροιες, γιατί δεν στήθηκε ποτέ μια σοβαρή και αξιόπιστη πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Εκεί φαίνεται άλλωστε το πόσο φασονατζήδες είμαστε ως λαός. Αποφασίσαμε να φτιάξουμε σύστημα Υγείας και, αντί να ξεκινήσουμε από τα θεμέλια και σιγά σιγά να χτίσουμε εκεί πάνω, ανάλογα με τις ανάγκες του πληθυσμού και τις οικονομικές δυνατότητες της ψωροκώσταινας, εμείς ξεκινήσαμε από τα πάνω. Μια ζωή ανάποδοι.
Αυτό που εξοργίζει, λοιπόν, είναι πως στη χώρα του δήθεν, του ψεύτικου, του κακέκτυπου και του ιμιτασιόν, εμείς συζητάμε σήμερα για τα φασόν φάρμακα. Και ω του θαύματος η συζήτηση αυτή διεξάγεται και πάλι για τα αγαπημένα φράγκα. Σύμπτωση; Όχι ρε μεγάλε δεν είναι σύμπτωση. Το κακό σου ριζικό είναι. Φτιάξτο επιτέλους.
ΥΓ. Και για να μην πεταχτούν πάλι τίποτα κομπλεξικοί και αρχίσουν τα δικά τους να ενημερώσω πως μέρος του συστήματος είμαι και εγώ. Απλώς κουράστηκα να το βλέπω να λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο...