Η Δέσποινα Κουτσούμπα, πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων,
με ανάρτησή της με αφορμή τον θάνατο της Μυρσίνης Ζορμπά, περιγράφει ένα σοβαρό περιστατικό που καταδεικνύει την πολιτική -και όχι μόνο- μικροπρέπεια της Λίνας Μενδώνη, υπουργού Πολιτισμού του Μητσοτάκη.
Το απρεπέστατο περιστατικό συνέβη του καλοκαίρι του 2022 όταν ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας Ελευσίνας, Μιχαήλ Μαρμαρινός, ζήτησε από την Μυρσίνη Ζορμπά, να συμβάλει στη διαμόρφωση του Επίσημου Καταλόγου της διοργάνωσης με ένα άρθρο της, με την επιστημονική ιδιότητά της αλλά και την ιδιότητα της πρώην υπουργού Πολιτισμού της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Η Μυρσίνη Ζορμπά αν και πάλευε με την ασθένεια που την χτύπησε, όπως αναφέρει η Δέσποινα Κουτσούμπα, παρέδωσε το άρθρο της.
Φευ, «στο παρά πέντε της έκδοσης του τόμου, το κείμενο «κόπηκε» από το αόρατο χέρι της... οδού Μπουμπουλίνας. Η δικαιολογία ήταν «λόγω περιορισμού του χώρου και υποχρεωτικών προτεραιοτήτων», αναφέρει στην ανάρτησή της στο Facebook η πρόεδρος του ΣΕΑ.
«Για μας που γνωρίζουμε τα έργα και τις ημέρες της Λ. Μενδώνη, το ερώτημα είναι εντελώς ρητορικό. Δεν υπήρχε περίπτωση να αφήσει να δημοσιευτεί κείμενο της πρώην υπουργού πολιτισμού. Με τέτοια περιφρόνηση και μικροψυχία αντιμετωπίζει όποιον και όποιαν δεν μπορεί να ανταγωνιστεί σε αξία», επισημαίνει η Δέσποινα Κουτσούμπα και συνεχίζει:
«Λογοκρίθηκε το κείμενο μιας γυναίκας που πρόσφερε στο σχεδιασμό της πολιτιστικής πρωτεύουσας Ελευσίνας, στη σύντομη υπουργική θητεία της, μιας γυναίκας που έχει διδάξει και έχει γράψει για την πολιτιστική πολιτική επί πολλά χρόνια, μιας γυναίκας που πολιτικά συμπορεύτηκε επί χρόνια στο ΠΑΣΟΚ με τη Λ. Μενδώνη, μιας γυναίκας που βρισκόταν στο τελευταίο στάδιο της ασθένειάς της».
Το κομμένο άρθρο της Μυρσίνης Ζορμπά
Επισημαίνεται ότι η ΕφΣυν δημοσίευσε στις 13/2/2023 το κείμενο και αναρωτιόταν ποιος από το ΥΠΠΟΑ έκανε τη λογοκρισία.
«Η πολιτισμική επινόηση της Ελευσίνας
Της Μυρσίνης Ζορμπά*
Η ματιά του Bresson και του Εμπειρίκου
Οι φωτογραφίες που τράβηξαν στον αρχαιολογικό χώρο της Ελευσίνας ο Henri Cartier Bresson και ο Ανδρέας Εμπειρίκος με διαφορά δύο ετών (1953 και 1955), έχουν την ίδια οπτική γωνία. Με φόντο και σε άμεση επαφή με τα φουγάρα των βιομηχανικών εργοστασίων, συμπυκνώνουν τα δραματικά στοιχεία που απαρτίζουν την πολιτισμική και ιστορική ταυτότητα της Ελευσίνας εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα. Την ανταγωνιστική συνθήκη των πολιτικών, επιχειρηματικών και ιδεολογικών εντάσεων που τη συγκρότησαν, αντιπροσωπευτικών της πορείας της ίδιας της χώρας και της διαχείρισης της κληρονομιάς της από τα τέλη του 19ου αι. και εντεύθεν.
Η κοινή οπτική τους βρίσκεται μακριά από την παράδοση του κλασικισμού, του ρομαντισμού, της αρχαιολατρίας, της επίσημης ελληνικότητας και της εξιδανίκευσης του παρελθόντος. Υιοθετεί πολιτισμικές αναφορές που αναδεικνύουν τις συγκρούσεις και τη διαπραγμάτευση στον πυρήνα της. Η ματιά του φωτογράφου και του ποιητή, ωμή και σαρκαστική, αποτυπώνει ψυχρά τα αρχαία κατάλοιπα του παρελθόντος, ως στοιχεία μιας τρέχουσας πραγματικότητας που κυριαρχείται από τη βιομηχανία, όπως μαρτυρά ο πυκνός μαύρος καπνός, σε άμεση, εξ επαφής συμβίωση, επικοινωνία και ανταλλαγή με το ασυμφιλίωτο πειθαναγκασμένο παρελθόν.
Αλλά τα αρχαία αγάλματα στο προαύλιο του αρχαιολογικού μουσείου, η ψηλή καμινάδα της οινοπνευματοποιίας Βότρυς που καπνίζει από το 1906, ο θολός ουρανός και τα λευκά από σκόνη κτίρια της τσιμεντοβιομηχανίας Τιτάν προκαλούν εύλογα την απορία του θεατή για αυτή τη μοιραία γειτνίαση και τον σφιχτό εναγκαλισμό. Πώς βρέθηκαν τόσο κοντά οι δύο κόσμοι, χωρίς να κρατηθούν οι αναγκαίες αποστάσεις; Τι συνδέει τα δύο ασύμβατα μηνύματα της ιστορίας στον ίδιο στενό χωρο τόπο; Ποιος θα βγει νικητής από αυτή την αθεράπευτα ανταγωνιστική αναμέτρηση; Πώς θα ξαναγραφεί στις μέρες μας ο μύθος της Δήμητρας και από ποιους;
Τα ερωτήματα που έθεταν οι δύο καλλιτέχνες φάνηκε να αγνοήθηκαν από εκείνους που είχαν την ευθύνη των πολιτικών αποφάσεων, των δημόσιων πολιτικών και του σχεδιασμού του μέλλοντος της πόλης και της ευρύτερης περιοχής του Θριάσιου και της Αττικής.
Πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης
Μπορούσε να φανταστεί, άραγε, η Μελίνα Μερκούρη ότι μια μέρα η Ελευσίνα θα διεκδικούσε τον τίτλο της πολιτιστικής πρωτεύουσας της Ευρώπης; Το σίγουρο είναι ότι αυτό συνέβη το 2016. Ο φάκελος διεκδίκησης αποδείκνυε πως το πολιτισμικό όραμα της πόλης δεν είχε σβήσει κάτω από τη ρύπανση. Τα εγγόνια των χωρικών, των προσφύγων και των εργατών είχαν καταφέρει να μιλούν πειστικά τη γλώσσα των Βρυξελλών αλλά και να ονειρεύονται.
Ο στόχος της πολιτισμικής επανεπινόησης της πόλης, της ανασυγκρότησης της ταυτότητάς της σε μεταβιομηχανική βάση, της επανοικειοποίησης του περιβάλλοντος, το αφήγημα της υποψηφιότητας ως «Μετάβασης προς την euphoria» κέρδισαν τις εντυπώσεις. Υιοθετώντας τις ευρωπαϊκές εννοιολογήσεις για τον πολιτισμό, τις τέχνες και τη βιώσιμη ανάπτυξη, η επιχειρηματολογία τους στηρίχτηκε στη φιλόδοξη αλλαγή του μοντέλου ανάπτυξης της περιοχής και στην ανατροπή του υπάρχοντος.
Αλλά πώς θα γινόταν κάτι τέτοιο, με ποιες οικονομικές προϋποθέσεις, με ποιο σύγχρονο πολιτισμικό κεφάλαιο, με ποιους δρώντες, ποιες θεσμικές πρόνοιες, ποιες συμμαχίες και δίκτυα, με ποιο ανθρώπινο δυναμικό; Ιδιαίτερα σε μια εποχή που η χώρα βρισκόταν μετά την οικονομική κατάρρευση στην απεγνωσμένη προσπάθεια ανάκαμψης υπό τη σιδηρά εποπτεία της τρόικας; Πώς, στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία της κρίσης, να συγκροτηθεί το σχέδιο για τον μείζονα στόχο, την αλλαγή του αναπτυξιακού μοντέλου της περιοχής;
Η πόλη, αυτή η κοινότητα των τριάντα χιλιάδων κατοίκων, ήταν πολιτισμικά αποδυναμωμένη μετά από δεκαετίες βίαιης εκβιομηχάνισης και αποβιομηχάνισης. Η δημιουργικότητα και η κοινωνική συνοχή ήταν από καιρό ελλειμματικές και περιοριζόταν να γλείφει τα τραύματά της από την ανεργία, τη φτώχεια και τις κακοπληρωμένες δουλειές των συρρικνωμένων βιομηχανιών. Η φυγή των νέων είχε από καιρό γίνει μονόδρομος. Οσο για το περιβάλλον, αυτό αποτελούσε τον μεγάλο ασθενή, που κειτόταν περισσότερο από έναν αιώνα στην εντατική.
Το όραμα της μεταβιομηχανικής ανάπτυξης δεν μπορούσε να βασιστεί σε παραδείγματα αναγέννησης πόλεων της δεκαετίας του ’80. Το ρευστό παρόν δεν βοηθούσε σ’ αυτό, καθώς η δεσπόζουσα θέση της βιομηχανίας, ενεργής και ανενεργής, η συνεχιζόμενη ρύπανση, το κλειστό μέτωπο της θάλασσας χρειαζόταν ένα σχέδιο τουλάχιστον δύο δεκαετιών, ισχυρή πολιτική βούληση και τεράστιες δημόσιες επενδύσεις για να αντιστραφεί η μοιραία πορεία. Το πιο σημαντικό, τα κεντρικά σχέδια που βρίσκονταν σε εξέλιξη με βάση τις νέες προοπτικές των μεταφορών, του εμπορίου και των logistics ήταν στραμμένα στη δημιουργία ενός νέου τεράστιου διαμετακομιστικού κόμβου.
Τι έμενε; Να λειτουργήσει θαυματουργά η οραματική δύναμη των τεχνών στην εμμονή της. Ενα πολιτιστικό πρόγραμμα βασισμένο σε καλλιτέχνες πρόθυμους να αναλάβουν στους ώμους τους το βάρος των ματαιώσεων της πόλης, δίνοντας τη δική τους απάντηση στα μεγάλα διλήμματα. Θα ήταν μια παρηγοριά; Μια νέα εφήμερη φαντασιακή ταυτότητα; Μια φυγή προς το μέλλον; Ποιο μέλλον όμως; Το υποτακτικό ή το χειραφετημένο; Το ουτοπικό, το ανατρεπτικό, το εξεγερσιακό, το αποκαλυπτικό;
Στο σύντομο κείμενο του οράματος, τόσο το 2016 όσο και το 2022, διαβάζουμε την ίδια διατύπωση: «Ανάπτυξη της υλικής και πνευματικής οικονομίας της πόλης με τη βοήθεια του πολιτισμού και της έρευνας». Ισως το κλειδί των ερωτημάτων είναι η τελευταία λέξη: έρευνα. Ισως η Ελευσίνα πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης δεν είναι όλα όσα επιθυμούμε και θα θέλαμε να γίνουν άμεσα, οι ριζικές αλλαγές και οι νέες προοπτικές της πόλης ως βιώσιμου μοντέλου μεταβιομηχανικής ανάπτυξης.
Ισως είναι η έρευνα, μόνη ικανή να δείξει την προοπτική. Η έρευνα, η αναζήτηση, ο διάλογος και η κοινή εμπειρία, η συνεργασία και η συμμετοχή που θα επεξεργαστούν ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης, στην οριακή ανθρώπινη συνθήκη της κλιματικής κρίσης που αντιμετωπίζουμε. Μια ανθεκτική πολιτισμική προσδοκία, η οποία θα αναλάβει να συγκροτήσει ένα Πρότυπο Ερευνητικό Διεπιστημονικό και Διακαλλιτεχνικό Σχέδιο, που θα συνδέει το περιβάλλον με την οικονομία, την κοινωνία και τον πολιτισμό σε διάρκεια, θα αποτελούσε τη δικαίωση του εγχειρήματος της Ελευσίνας πολιτιστικής πρωτεύουσας της Ευρώπης. Μιας «πρωτεύουσας» που επέστρεψε μετά τις τελετές τον τίτλο της και ξαναγύρισε στην Ελευσίνα με τα σανδάλια της Δήμητρας, αποφασισμένη να βρει τον πολύτιμο φυσικό της κόσμο. Το κυριότερο, την αρχή ενός νέου τρόπου να αντιμετωπίσει το αβέβαιο και γεμάτο κινδύνους μέλλον που απειλεί μαζί με το περιβάλλον, τις κοινωνίες και τον πολιτισμό μας.
*τέως υπουργός Πολιτισμού»
πηγη΅εφ ΑΥΓΗ