Δεν θα χρηματοδοτήσει η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) την κατασκευή της νέας μονάδας λιγνίτη στην Πτολεμαΐδα 5,
σύμφωνα με απάντηση που έδωσε ο επίτροπος Οικονομικών και νομισματικών θεμάτων του Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Όλι Ρεν [διαβάστε εδώ την απάντηση].
Όπως σχολιάζουν οι WWF Ελλάς και Greenpeace, «η εξέλιξη αυτή ήταν αναμενόμενη, έπειτα από την αναθεώρηση των κριτηρίων δανειοδότησης της ΕΤΕπ, βάσει των οποίων θεσπίστηκε ένα ελάχιστο όριο εκπομπών CO2 (550 g CO2/kWh) για νέες ανθρακικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής. Όπως φαίνεται, ΔΕΗ και ελληνική κυβέρνηση δεν μπορούν πλέον να υπολογίζουν στην κάλυψη του 18% του κόστους κατασκευής της Πτολεμαΐδας 5 από την ΕΤΕπ , καθώς με εκπομπές της τάξης των 1050 g/KWh είναι προφανές ότι η νέα μονάδα απέχει μακράν από την κάλυψη των νέων κριτηρίων της ΕΤΕπ.
Το μοντέλο λιγνίτη και άνθρακα αργοπεθαίνει, οδηγώντας στην απαξίωση τις νέες και τις υπάρχουσες ανθρακικές μονάδες. Η Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος στις ΗΠΑ μόλις τον περασμένο μήνα πρότεινε τη θέσπιση ακόμα αυστηρότερων ορίων εκπομπών (500 g CO2/kWh) για νέες μονάδες. Για τους ίδιους λόγους αποφάσισαν πρόσφατα να σταματήσουν τη χρηματοδότηση μονάδων άνθρακα και λιγνίτη η Παγκόσμια Τράπεζα και η αμερικάνικη κρατική Τράπεζα Εισαγωγών-Εξαγωγών.
Την ίδια ώρα, ο μεγαλύτερος παραγωγός ενέργειας στη Γερμανία (RWE) αναγνώρισε επίσημα την ανάγκη μετάβασης σε ένα νέο επιχειρησιακό μοντέλο, ενώ και ο Πρόεδρος της ΔΕΗ, κ. Α. Ζερβός, δήλωσε πως η συνεχής πτώση του κόστους των ΑΠΕ τις καθιστά πλέον ευθέως ανταγωνιστικές με τις συμβατικές μορφές παραγωγής ενέργειας.
Η WWF Ελλάς και το ελληνικό γραφείο της Greenpeace επαναλαμβάνουν πως οι λιγνιτικές επενδύσεις παραμένουν επικίνδυνες για τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας, τους φυσικούς της πόρους και την ανθρώπινη υγεία. Η ΔΕΗ οφείλει να ξεκαθαρίσει τη στάση της, να πάψει να εμπαίζει την κοινωνία και να στραφεί άμεσα σε οικονομικά και περιβαλλοντικά βιώσιμες λύσεις, όπως η παροχή ενεργειακών υπηρεσιών και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας».
πηγη http://energypress.gr/news/reuma
Όπως σχολιάζουν οι WWF Ελλάς και Greenpeace, «η εξέλιξη αυτή ήταν αναμενόμενη, έπειτα από την αναθεώρηση των κριτηρίων δανειοδότησης της ΕΤΕπ, βάσει των οποίων θεσπίστηκε ένα ελάχιστο όριο εκπομπών CO2 (550 g CO2/kWh) για νέες ανθρακικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής. Όπως φαίνεται, ΔΕΗ και ελληνική κυβέρνηση δεν μπορούν πλέον να υπολογίζουν στην κάλυψη του 18% του κόστους κατασκευής της Πτολεμαΐδας 5 από την ΕΤΕπ , καθώς με εκπομπές της τάξης των 1050 g/KWh είναι προφανές ότι η νέα μονάδα απέχει μακράν από την κάλυψη των νέων κριτηρίων της ΕΤΕπ.
Το μοντέλο λιγνίτη και άνθρακα αργοπεθαίνει, οδηγώντας στην απαξίωση τις νέες και τις υπάρχουσες ανθρακικές μονάδες. Η Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος στις ΗΠΑ μόλις τον περασμένο μήνα πρότεινε τη θέσπιση ακόμα αυστηρότερων ορίων εκπομπών (500 g CO2/kWh) για νέες μονάδες. Για τους ίδιους λόγους αποφάσισαν πρόσφατα να σταματήσουν τη χρηματοδότηση μονάδων άνθρακα και λιγνίτη η Παγκόσμια Τράπεζα και η αμερικάνικη κρατική Τράπεζα Εισαγωγών-Εξαγωγών.
Την ίδια ώρα, ο μεγαλύτερος παραγωγός ενέργειας στη Γερμανία (RWE) αναγνώρισε επίσημα την ανάγκη μετάβασης σε ένα νέο επιχειρησιακό μοντέλο, ενώ και ο Πρόεδρος της ΔΕΗ, κ. Α. Ζερβός, δήλωσε πως η συνεχής πτώση του κόστους των ΑΠΕ τις καθιστά πλέον ευθέως ανταγωνιστικές με τις συμβατικές μορφές παραγωγής ενέργειας.
Η WWF Ελλάς και το ελληνικό γραφείο της Greenpeace επαναλαμβάνουν πως οι λιγνιτικές επενδύσεις παραμένουν επικίνδυνες για τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας, τους φυσικούς της πόρους και την ανθρώπινη υγεία. Η ΔΕΗ οφείλει να ξεκαθαρίσει τη στάση της, να πάψει να εμπαίζει την κοινωνία και να στραφεί άμεσα σε οικονομικά και περιβαλλοντικά βιώσιμες λύσεις, όπως η παροχή ενεργειακών υπηρεσιών και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας».
πηγη http://energypress.gr/news/reuma