για την επικαιρότητατης επιθεώρησης κα ιγια την κωμική μυθπλασία που έρχεται να συτιρίσει τα δεινα ααλλα κα ιτα πάθη του νεοέλληνα. Ο γνωστός ηθοποιός σημείωσε οτι η τρομερή εμπορική επιτυχία αυτου του έργου ειναι οτι οι χιλάδες ανθρωποι που το έχουν παρακολουθήσει τα τελευταία 3,5 χρόνια στην Αθήνα αλλα και στην περιφέρεια της χώρας μπορει να γελούν με την ψυχή τους, αλλά αντιλαμβάνονται κάποια στιγμή οτι σαρκάζουν τις αθέατες κα ιαδύνατες πλευρέςτου εαυτού τους αυτο που στα ελληνικά λεμε ''κουσούρι''.
Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ ΣΤΟ VETOFM
{mp3}110708_mayropoylossympetheroi{/mp3}
Ο Δημήτρης Μαυρόπουλος μίλησε ακόμη για την απαράδεκτη εικόνα της Ελληνικής τηλεόρασης με τα δεκάδες τουρκικά σήριαλ και την υποτίμηση της δουλειάς του εργαζόμενου ηθοποιύ και προέβλεψε οτι το μέλλον θα έιναι δύσκολο για τα νέα παιδιά που θα επιχειρησουν να μπουν στο χώρο του θεάτρου και της τηλεόρασης.Σήμερα τόνισε είναι γνωστοί αρκετοί ατάλαντοι και πολλά παιδιά που μοχθούν στο θεατρικό σανίδι δεν τους γνωρίζει κανείς παρά μόνο οι ειδικοί και οι λάτρεις του χώρου.
ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ ΡΕΠΠΑ-ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
Η Ελλάδα, από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι και τη δεκαετία του '70 υπήρξε μια χώρα εκροής μεταναστών. Τα σημάδια της μετανάστευσης είναι ακόμα νωπά στην κοινωνία μας. Οι φωνές του Στέλιου Καζαντζίδη και του Στράτου Διονυσίου, που ήταν οι τελευταίοι που τραγούδησαν τη νοσταλγία και τον πόνο του γκαστερμπάιντερ, είναι ακόμη ζωντανές στ' αυτιά μας. Και ξαφνικά από παρίες του δυτικού κόσμου βρεθήκαμε να είμαστε μια «εύπορη» χώρα υποδοχής μεταναστών. Το σοκ ήταν τεράστιο και το ερώτημα αυτόματο. Είμαστε θεσμικά, πολιτιστικά και ηθικά έτοιμοι να δεχτούμε ξένους;
Από το 2000, την εποχή που γράφαμε το έργο «ο Έβρος απέναντι», μας δημιουργήθηκε η ιδέα να γράψουμε μια κωμωδία με το ίδιο ακριβώς θέμα, το ρατσισμό, όπως διαμορφώθηκε στην Ελλάδα τα είκοσι τελευταία χρόνια. Το αποφασίσαμε πέρσι. Επτά χρόνια αργότερα, το χειμώνα του 2007 προς 2008 γράψαμε τους «συμπέθερους», ενώ στις τηλεοράσεις παιζόταν το σκάνδαλο Ζαχόπουλου, το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων, οι Ινδοί στο αναψυκτήριο του Μαγγίνα και η δακρύβρεχτη ιστορία της Ρούλας Βροχοπούλου με τον ωραίο αδιάφορο Φραν. Θέματα με την πρώτη ματιά άσχετα με το έργο μας, που ξαφνικά άρχισαν να παρεισφρύουν στις σκηνές και να διαποτίζουν τους διαλόγους χωρίς να το θέλουμε. Το έργο άρχισε να απορροφά την επικαιρότητα με έναν τρόπο αυτόματο και σίγουρα πέρα από τις προθέσεις μας. Γιατί η κωμική μυθοπλασία δεν έχει στόχο να σχολιάσει την τρέχουσα επικαιρότητα, αλλά να εκφράσει και να αποκαλύψει το βαθύτερο αίσθημα της κοινωνίας διαχρονικά. Η επικαιρότητα είναι το πεδίο της επιθεώρησης. Αλλά όταν η επικαιρότητα ξεπερνά κάθε μυθοπλασία και παράγει πλοκές και ήρωες τόσο πυκνωτικά αντιπροσωπευτικούς της κοινωνίας, όταν οι μηχανισμοί εξουσίας, αλλά και οι μηχανισμοί ελέγχου της εξουσίας ταυτίζονται και αυτοαποκαλύπτονται τόσο κωμικά και ξεδιάντροπα, όταν η ειδησεογραφία γίνεται φάρσα, η κωμωδία δεν έχει παρά να «μαγνητοφωνήσει» και να «υποκλέψει» το υλικό της από την πραγματικότητα. Έτσι με κεντρικό άξονα το μεταμοντέρνο ρατσισμό μας, που έχει ταυτίσει τη λέξη «Αλβανός» με τη λέξη «ύποπτος», άρχισε να προκύπτει από μόνο του ένα έργο που αφομοίωσε όλο αυτό το κομφούζιο της διαπλοκής και του λαϊκισμού, που εκ πρώτης όψεως είναι άσχετα με τον ρατσισμό, αλλά αποτελούν συμπτώματα της ίδιας παθογένειας. Σεισμικές δονήσεις που έρχονται από τα ίδια γεωλογικά ρήγματα. Ρήγματα σε ένα υπέδαφος που κινείται πολλές φορές επικίνδυνα και βίαιες ανακατατάξεις σε μια επιφάνεια όπου τα όρια του Έλληνα και του Ελληνάρα συγχέονται καταστροφικά. Γι' αυτό εδώ πρέπει να δηλώσουμε ότι τα πρόσωπα και οι καταστάσεις του έργου μας είναι μεν φανταστικά αλλά κάθε πιθανή ομοιότης με πραγματικά ήταν σίγουρα ακούσια αλλά οπωσδήποτε αναπόφευκτη.