Σημειώνεται ότι το μέγεθος αυτό αφορά στη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, όπως μετράται από την ΕΛΣΤΑΤ και τη Eurostat και δεν σχετίζεται με το πλεόνασμα με βάση το πρόγραμμα προσαρμογής.
Ωστόσο, δεδομένου ότι οι διαφορές μεταξύ των δύο μεθόδων μέτρησης είναι ελάχιστες, θεωρείται βέβαιο ότι το τελικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα υπερβαίνει κατά πολύ τον μνημονιακό στόχο, ο οποίος ήταν 0,5% του ΑΕΠ.
Οπως προκύπτει από τα στοιχεία:
- το πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης ανήλθε σε 1,3 δισ. ευρώ ή 0,7% του ΑΕΠ έναντι ελλείμματος 10,4 δισ. ευρώ ή 5,9% του ΑΕΠ το 2015. Σημειώνεται ότι είναι η πρώτη φορά από το 1995, οπότε υπάρχουν τα σχετικά στοιχεία, που στο ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης καταγράφεται πλεόνασμα.
- το δημόσιο χρέος ανήλθε σε 314,897 δισ. ευρώ ή 179% του ΑΕΠ έναντι 311,668 δισ. ευρώ ή 177,4% του ΑΕΠ το 2015.
- οι δαπάνες για υποστήριξη των τραπεζών ήταν 70 εκατ. ευρώ (0,04% του ΑΕΠ) από 4,84 δισ. ευρώ (2,8% του ΑΕΠ) το 2015.
- τα έσοδα της Γενικής Κυβέρνησης ανήλθαν σε 87,47 δισ. ευρώ και ήταν αυξημένα κατά 2,65 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2015, ενώ οι δαπάνες ανήλθαν σε 86,18 δισ. ευρώ και μειώθηκαν κατά 9 δισ. ευρώ σε σύγκριση με ένα έτος πριν.
- το ΑΕΠ διαμορφώθηκε σε 175,888 δισ. ευρώ από 175,697 δισ. ευρώ το 2015.
Πάντως, όπως διέρρευσε χθες, Πέμπτη, παρά την υψηλή μέτρηση, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εξακολουθεί να διατηρεί τις επιφυλάξεις του, θεωρώντας ότι σχεδόν το μισό πρωτογενές πλεόνασμα, δηλαδή περίπου 2% του ΑΕΠ ή 3,6 δισ. ευρώ, οφείλεται σε μέτρα προσωρινού χαρακτήρα και όχι σε διατηρήσιμες διαρθρωτικές αλλαγές.
Υπό αυτή την έννοια, το Ταμείο αμφισβητεί ότι ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018 και μετά είναι εφικτός και υποστηρίζει ότι θα χρειαστούν πρόσθετα μέτρα.