Η έκθεση ρίχνει φως στις επιπτώσεις των 300 μεγαλύτερων ευρωπαϊκών ανθρακικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής, μεταξύ των οποίων και της ΔΕΗ, στη δημόσια υγεία. Εφόσον μάλιστα κατασκευαστεί, η νέα μονάδα στην Πτολεμαΐδα (Πτολεμαΐδα 5), θα ευθύνεται ετησίως για τον πρόωρο θάνατο 100 ανθρώπων κάθε χρόνο.
Η έκθεση, η οποία στηρίζεται σε ειδική μελέτη που ανέθεσε η Greenpeace στο Πανεπιστήμιο της Στουτγάρδης, έρχεται να επιβεβαιώσει ότι οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο τον άνθρακα είναι σιωπηλοί δολοφόνοι. Εξαπλωμένοι σε όλη την Ευρώπη, εκλύουν κάθε χρόνο εκατομμύρια τόνους τοξικών αερίων και αιωρούμενων μικροσωματιδίων. Αυτοί οι ρύποι εισχωρούν στους πνεύμονες και το αίμα των ανθρώπων προκαλώντας αναπνευστικές λοιμώξεις, καρδιακές προσβολές, καρκίνο του πνεύμονα, κρίσεις άσθματος και άλλες βλάβες στην υγεία.
"Συστατικά όπως ο άνθρακας και ενώσεις του θείου, που προκαλούνται και από εκπομπές εργοστασίων ηλεκτροπαραγωγής ενέργειας με καύση λιγνίτη, έχουν συσχετιστεί με τις επιδράσεις των σωματιδίων στην υγεία",
σχολίασε η Εύη Σαμολή, Λέκτορας Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, με παρέμβασή της στη συνέντευξη τύπου.
Στην Ελλάδα, η καύση λιγνίτη ευθύνεται για περισσότερους από 1.200 πρόωρους θανάτους και για την απώλεια 260.000 εργατοημερών ετησίως, επιβαρύνοντας σημαντικά τα ασφαλιστικά ταμεία και το εθνικό σύστημα υγείας. Οι γερασμένες μονάδες της ΔΕΗ καίνε το πιο βρώμικο καύσιμο στον κόσμο. Η επιβάρυνση της δημόσιας υγείας και η καταστροφή του περιβάλλοντος που προκαλούν, κοστίζουν έως και 3,9 δις ευρώ ετησίως στην εθνική μας οικονομία, που θα ήταν καλύτερο να επενδυθούν σε εξοικονόμηση ενέργειας και σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
"Δεν υπάρχει υγιώς σκεπτόμενη επιχείρηση που θα επένδυε στον λιγνίτη, αν έπρεπε να πληρώσει το πλήρες κόστος του. Αυτή είναι η χειρότερη στρέβλωση και η μεγαλύτερη επιδότηση που θα πρέπει να άρει η ελληνική κυβέρνηση, αν ενδιαφέρεται πραγματικά για το εθνικό συμφέρον",
τόνισε ο Τάκης Γρηγορίου, υπεύθυνος της εκστρατείας της Greenpeace για τις κλιματικές και την ενέργεια.
"Η κυβέρνηση οφείλει να υπηρετήσει τη μετάβαση της χώρας σε μία σύγχρονη και αποδοτική οικονομία μηδενικών εκπομπών, αντί να προετοιμάζει την επόμενη κρίση της",