Σε άρθρο του που δημοσιεύτηκε στο προσωπικό ιστολόγιο του πρώην υπουργού, από το Βήμα, επικρίνει, ως συνήθως, τον Αλέξη Τσίπρα για την μέχρι σήμερα ρητορική και στάση του, υπογραμμίζοντας πως στο πλαίσιο που κινείται «τελικά θα απέλθει κάτω από τη γενική κατακραυγή», αλλά εκτιμά πως «θα μπορούσε να είναι ο ηγέτης του μεγάλου Κέντρου».
Αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Στα μέχρι τώρα κείμενά μας καταλήξαμε σε ορισμένα συμπεράσματα. Αυτά είναι λίγο πολύ τα εξής: Η παγκοσμιοποίηση μόλις έχει ξεκινήσει και στο βαθμό που εξαρτάται από την πρόοδο της τεχνολογίας και τη συσσώρευση μεγάλων και ευκίνητων κερδοσκοπικών κεφαλαίων, θα επιταχυνθεί και οι συνέπειές της θα είναι σημαντικότερες για τους λαούς και κυρίως για τους πρωτοπόρους, δηλαδή αυτούς που θα ξεκινήσουν νωρίτερα και θα συμμετέχουν σε πόλους ώθησης των πραγμάτων προς τα εμπρός.
Η παγκοσμιοποίηση παράγει γενικώς πρόοδο και ενισχύει τους κατοίκους όλων των περιοχών όπου επεκτείνεται αλλά με τρόπο άνισο. Δεν περιλαμβάνει αυτόματους μηχανισμούς ανακατανομής, αφήνει να διαιωνιστούν ή ενισχύει υφιστάμενες ανισότητες ανάμεσα σε κοινωνικές ομάδες και ανάμεσα αδύνατες και πιο δυνατές χώρες.
Η παγκοσμιοποίηση λοιπόν έχει ανάγκη, για να ολοκληρωθεί χωρίς προβλήματα, μια παρεμβατική οικονομική πολιτική. Επειδή τα εθνικά κράτη είναι μια υφιστάμενη ακόμα πραγματικότητα και η φυσική και αβίαστή τους αλληλεγγύη είναι απαραίτητη για την επιτυχία αυτού του είδους της παρεμβατικής πολιτικής, είναι απαραίτητη η δημιουργία υπερεθνικών υποσυνόλων, που στην περίπτωσή μας δεν μπορεί να είναι άλλο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο Μακρόν έδειξε πολύ καθαρά ότι μπορεί να τραγουδάει με ενθουσιασμό τους αιμοδιψείς και αιμοσταγείς στίχους της Μασσαλιώτιδας, αφού βάδισε προς την εξέδρα της νίκης τελετουργικά ακολουθώντας τον «ύμνο της χαράς» του Γερμανού Μπετόβεν, που καλεί σε συσπείρωση γύρω από τα ευρωπαϊκά ιδεώδη.
Ειδικότερα σε χώρες που είναι στη δική μας κατάσταση, δηλαδή που έχουν να αποπληρώσουν ένα τεράστιο εξωτερικό χρέος, δεν είναι δυνατόν να μιλάμε πια για Δεξιά και Αριστερά. Και παραπέρα ο φυσικός και ιστορικός ρόλος της Αριστεράς μπορεί να υπάρχει θεωρητικά και να ανακύψει ξανά στο μέλλον αλλά προς το παρόν δεν υφίσταται.
Όταν δεν υπάρχει πλεόνασμα και για όσον καιρό η κατάσταση αυτή θα συνεχίζεται, η αναδιανομή είναι αδύνατη. Η δημιουργία πλεονάσματος είναι απαραίτητη. Το άνοιγμα των θυρών για να έρθουν στη χώρα μας ξένα επενδυτικά κεφάλαια δεν είναι ξεπούλημα. Είναι επιβαλλόμενη, συνειδητή και επιστημονικά θεμελιωμένη πατριωτική πολιτική.
Στο σημείο αυτό, επειδή οι παλιοί μηχανισμοί αντιστέκονται και αυτό είναι φυσιολογικό, ανακύπτει ο ρόλος του δημιουργού, δηλαδή του ηγέτη. Οι ορθολογιστές και εκσυγχρονιστές που πλαισιώνουν την ελληνική κεντροαριστερά δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν την ανάγκη της ανάδειξης λαοπρόβλητου ηγέτη.
Έζησα τον Α. Παπανδρέου από τα πρώτα βήματα της δημιουργίας του ΠΑΣΟΚ. Τελικώς με κατέκτησε. Ήταν όμως ο ένας, ο μοναδικός. Βλέπω σήμερα την κακή απομίμηση της παπανδρεϊκής εμπειρίας από τον Τσίπρα. Ο λαός είναι πρόθυμος να ακολουθήσει έναν Μακρόν ή παλιότερα έναν Ανδρέα Παπανδρέου. Όχι όμως έναν Τσίπρα. Και αυτό γιατί του λείπουν βασικά πράγματα.
Ουσιαστική και βαθιά μόρφωση. Με παροιμίες, συνθήματα αμφιθεάτρων και γλυκανάλατα ενθυμήματα από την υπαρκτή ή φανταστική παγκόσμια επαναστατική ιστορία δεν καταστρώνεται πολιτικός λόγος με πάνδημη εμβέλεια.
Επίσης, έχει σημασία η ύπαρξη της κρίσης. Οι λόγοι και οι κατασκευές τεχνητής αληθοφάνειας, η ρητορική δημαγωγία δηλαδή, πρέπει να πείσει ότι την κατάλληλη στιγμή υπάρχει μια κρύα και ολοκληρωμένη εκτίμηση των γεγονότων και ότι η σωστή απόφαση διαμορφώνεται εν ψυχρώ.
Ο Τσίπρας θα μπορούσε να είναι ο ηγέτης του μεγάλου Κέντρου, που φαίνεται ότι θα κυβερνήσει τη χώρα μας και θα δώσει διέξοδο στα προβλήματα που σήμερα δηλητηριάζουν την ύπαρξή μας. Είχε όμως αναστολές. Στην αρχή δεν επιθυμούσε αρκετά τη μεταστροφή του. Τώρα πια δεν είναι κανένα τζόβενο. Θα γελοιοποιήσει τελικά τον εαυτό του και θα απέλθει κάτω από τη γενική κατακραυγή έτσι απλά».