Το έργο γράφτηκε τον Μάρτιο του 1957 και σχετίζεται με τις τελευταίες στιγμές του Γρηγόρη Αυξεντίου στην φλεγόμενη σπηλιά της Μονής Μαχαιρά.
Το ποίημα φλέγεται μέσα από το αληθινό μπόι του ανθρώπου που μετριέται πάντα με το μέτρο της λευτεριάς, αποκαλύπτει την πραγματική αριστεία μέσα από την θυσία για τον άνθρωπο της Οικουμένης και για τους σκλάβους του κόσμου σαν άσβηστη δάδα.
Το ιερό δισκοπότηρο της Ρωμιοσύνης, της αρχαίας κάθαρσης μέσα από τη θυσία αποτυπώνεται στα πρόσωπα του Χριστού, του Προμηθέα Ελευθερωτή και του ήρωα της Οικουμένης Γρηγόρη Αυξεντίου.
«Λάβετε φάγετε, τούτο εστί το σώμα και το αίμα μου. Το σώμα και το αίμα του Γρηγόρη Αυξεντίου, ενός φτωχόπαιδου 29 χρονών, από το χωριό Λύση, τόσα μόνα γράμματα όσα να φτιάχνουν την λέξη Ελευθερία».
Δέκα ώρες ήταν πάρα πολλές για όλους, πόσο μάλλον για έναν ήρωα που θυσίασε τη νιότη του πολεμώντας ολομόναχος ενάντια στην Βρετανική Αποικιοκρατία για να συναντήσει το φεγγάρι και τον ήλιο ολόγιομο να αχνίζει στον κόρφο του σαν χρυσό Κωνσταντινάτο.