Ακούγοντας την Τετάρτη τον κ. Κωνσταντίνο Μητσοτάκη στο Mega, πολλοί πρέπει να έμειναν με την απορία: αφού, όπως είπε, τα έκανε όλα σωστά κατά τη διακυβέρνησή του, τότε γιατί το 1993 τρέχαμε για να σωθούμε από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο; Η αλήθεια είναι ότι την περίοδο 1990-1993 έγιναν πολλά σωστά. Περικόπηκαν δαπάνες, πήρε μια ανάσα το ασφαλιστικό, ιδιωτικοποιήθηκαν οργανισμοί κ.λπ. Το αποτέλεσμα όμως δεν ήταν μόνο πολιτικά καταστροφικό, αλλά και οικονομικά αναποτελεσματικό. Οι εγχειρήσεις επέτυχαν, αλλά ο ασθενής κινδύνευσε να πεθάνει.
Η απάντηση σ’ αυτό είναι ότι οικονομία δεν είναι ένας απλός ισολογισμός εσόδων και δαπανών, εμπεριέχει κι ένα πράγμα που λέγεται κοινωνία. Αυτή αντιδρά με ποικίλους τρόπους και μπορεί να ακυρώσει ακόμη και τις καλύτερες προθέσεις. Μπορεί δηλαδή, όσα ξέρει ο κυβερνήτης να μην τα ξέρει ο κόσμος όλος, αλλά ένα πρόγραμμα σταθεροποίησης της οικονομίας προαπαιτεί να τα καταλάβει ο κόσμος όλος. Διότι μπορεί οι αγορές να κινούνται πλέον με τις ταχύτητες του φωτός, οι κοινωνίες έχουν τους δικούς τους ρυθμούς. Δεν αντιδρούν με το πάτημα ενός κουμπιού, όπως γίνεται με τη μεταφορά μερικών δισεκατομμυρίων από τη Σιγκαπούρη στη Νέα Υόρκη σε κλάσματα δευτερολέπτου. Οι κοινωνίες έχουν διαδικασίες, συζητήσεις, διαπραγματεύσεις. Αυτήν τη χασομέρια την ονομάζουμε δημοκρατία. Και όπως πάνε τα πράγματα αναδεικνύεται ένα επιπλέον ερώτημα. Συμφωνήσαμε ότι οι αγορές υπαγορεύουν αποφάσεις. Τώρα συζητάμε αν θα πρέπει να ορίζουν και τη διαδικασία λήψης των αποφάσεων, δηλαδή την ίδια τη δημοκρατία;
Αυτό είναι ένα γενικότερο ερώτημα στο οποίο φυσικά δεν μπορεί να απαντήσει η Ελλάδα. Στα καθ’ ημάς κυκλοφορεί ένα παράγωγο δόγμα, που λέει ότι όλα θα ήταν διαφορετικά αν τα μέτρα ανακοινώνονταν, άμα τη αναλήψει των καθηκόντων της νέας κυβέρνησης. Πιθανότατα έτσι είναι και ο γράφων πολλάκις το επεσήμανε, όπως επεσήμαινε και πριν από την 5η Οκτωβρίου ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται στο κόκκινο και πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα. Δηλαδή τα πράγματα θα ήταν επίσης διαφορετικά, αν πουλούσαμε την Ολυμπιακή το 2002 αντί για το 2008, αν δεν προσθέταμε 80.000 υπαλλήλους τα τελευταία πέντε χρόνια, αν η στατιστική υπηρεσία λειτουργούσε ανεξάρτητη, αν, αν, αν...
Μόνο που εδώ μπαίνουμε στο ασταθές έδαφος της «what if» ιστορίας. Συγκρίνουμε μια υπαρκτή κατάσταση με μία από τις εκατομμύρια πιθανές που μπορούν να υπάρξουν. Μια πιθανή είναι να ανακοινωνόταν τα μέτρα, να υπήρχαν ευρύτατες κοινωνικές αντιδράσεις, να τις ελάμβαναν υπόψη οι αγορές και τα διαβόητα spreads να εκτοξευόταν πάλι στα ουράνια. Δεν υποστηρίζουμε ότι αυτή θα ήταν η εξέλιξη, απλώς τονίζουμε ότι αυτή είναι εξίσου πιθανή με την άλλη γραμμική εξέλιξη που λέει: παίρνουμε τα μέτρα, οι αγορές πείθονται και τα spreads δεν ανεβαίνουν. Η «what if» ιστορία έχει τόσες εκδοχές, όσες μπορεί να φανταστεί κανείς. Και το ΚΚΕ λέει ότι αν δεν υπήρχε ο Γκορμπατσόφ ο σοσιαλισμός θα θριάμβευσε στον κόσμο...
Το θέμα τώρα είναι το μέλλον. Ανεξαρτήτως των spreads και των αγορών η χώρα χρειάζεται άλλο οικονομικό και παραγωγικό μοντέλο. Χρειάζεται να απελευθερωθεί η (πραγματική) αγορά, να ανοίξουν τα κλειστά επαγγέλματα, να περιοριστούν οι αναρίθμητες μικρές σπατάλες του κράτους. Οχι γιατί το λένε οι «αγορές» -αυτές έτσι κι αλλιώς μόνο νούμερα κοιτούν- αλλά γιατί το υπαγορεύει η λογική.
ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ