Υπάρχει άραγε κάποιο δεδομένο (στοιχείο ή παράγων) που καθιστά τη γενικευμένη «βλάβη» στο ελλαδικό κράτος ανήκεστη; Και αν εντοπίσουμε αυτό το «κάτι» (στοιχείο ή παράγοντα) αρκεί ο εντοπισμός, η συνειδητοποίηση της αιτίας, για να μεταβάλει το ανήκεστο της βλάβης;
Οι γενικές κρίσεις συνάγονται συνήθως συμπερασματικά από υποκειμενικές εμπειρίες – δύσκολα μπορούν να διεκδικήσουν αντικειμενικότητα, καθολική εγκυρότητα. Λειτουργούν μόνο ως προτάσεις - προκλήσεις προς την κοινή γνώμη, ερμηνευτικές του παράγοντα που καθιστά αδιόρθωτη τη βλάβη και διεγερτικές (πιθανόν) αντιδράσεων ανασχετικών της βλάβης.
Μια τέτοια ερμηνευτική πρόταση, υποκείμενη σε επαλήθευση ή διάψευση, λέει: Το «κάτι» που καθιστά σήμερα την περίπτωση της Ελλάδας απελπιστική, είναι η καθολίκευση και ολοκληρωτική επικράτηση των εκφάνσεων της βλάβης: Ο, τι συμβαίνει «εν μακρώ» συμβαίνει και «εν σμικρώ», η βλάβη δεν εκδηλώνεται μόνο στα κέντρα λήψεως των κεντρικών αποφάσεων, αποδιοργανώνει κάθε παραμικρή λειτουργία τόσο της κρατικής μηχανής όσο και του κοινωνικού βίου. Από τα ανώτατα κλιμάκια της εξουσίας ώς τα αντανακλαστικά συμπεριφοράς των πολιτών στον δρόμο, όλα προδίδουν έναν κοινό «χαρακτήρα»: Απουσία μιας «κοινής λογικής» που να δεσμεύει τα άτομα, απόλυτη και αυτονόητη προτεραιότητα των κριτηρίων ιδιοτέλειας, επομένως αδυναμία στοιχειώδους συν-εννόησης, μεθοδική αποφυγή ανάληψης ευθυνών και δημιουργικής πρωτοβουλίας, τέλεια απουσία στόχων, ατομικών και συλλογικών, έξω από τη μεγιστοποίηση της καταναλωτικής ευχέρειας.
Τα κοινά αυτά συμπτώματα (τουλάχιστον αυτά) εμφανίζονται «εν μακρώ» και «εν σμικρώ». Καθορίζουν τον τρόπο λειτουργίας του υπουργικού συμβουλίου, μιας κομματικής κοινοβουλευτικής ομάδας, τις προϋποθέσεις σύγκλησης κομματικού συνεδρίου, αλλά και τον τρόπο της Γενικής Συνέλευσης ενός πανεπιστημιακού Τμήματος, ενός Συλλόγου Γονέων σε σχολειό, μιας συνέλευσης ιδιοκτητών σε πολυκατοικία ή οποιουδήποτε Δημοτικού Συμβουλίου. Ο τρόπος που διοικείται η ΕΡΤ δεν διαφέρει από το μπάχαλο μιας συνοικιακής εφορίας. Η λογική και η επιχειρηματολογία κάθε Κυβερνητικού Εκπροσώπου συμπίπτουν απόλυτα με την εκφραστική κάθε κομματικά διορισμένου, χωρίς μονιμότητα, υπαλλήλου Δημαρχίας. Η ραστώνη και η ευθυνοφοβία επιτελών πρωτοκλασάτων υπουργείων καθορίζουν τις συμπεριφορές υπαλλήλων και σε ένα ΚΕΠ ή σε αστυνομικό Τμήμα. Η αγλωσσία και δυσλαλία κορυφαίων κομματικών στελεχών είναι και το συχνότερο γνώρισμα δασκάλων στα σχολειά.
Οι γενικευμένες κρίσεις και διαπιστώσεις, στις καθημερινές μας συζητήσεις, αντλούνται συνήθως από ατομικές, αποσπασματικές εμπειρίες – η εγκυρότητά τους κρίνεται από το αν τις καθολικεύουμε ενδεικτικά ή αυθαίρετα. Δεν υπάρχει σήμερα πολίτης του ελλαδικού κράτους που να μην έχει να συνεισφέρει ενδεικτικά παραδείγματα αλογίας, διάλυσης των κρατικών λειτουργιών, διαφθοράς των λειτουργών, από προσωπική του πείρα. Και η πλειονότητα των παραδειγμάτων είναι από τις εφορίες, τις πολεοδομίες, τα νοσοκομεία.
Η επιφυλλίδα σήμερα θα πειθαρχήσει στην εθιμική πρακτική και τη συστοιχία του «εν μακρώ» και «εν σμικρώ» θα την εικονογραφήσει ενδεικτικά με προσωπικό, αντιπροσωπευτικό παράδειγμα.
Εδώ και λίγα χρόνια, υπάρχει καινούργιος τύπος αστυνομικής ταυτότητας που πρέπει να αποκτήσει κάθε πολίτης. Η απόκτηση προϋποθέτει αυτοπρόσωπη παρουσία στο αστυνομικό Τμήμα με τη συνοδεία ενός «μάρτυρα». Το ελλαδικό κράτος δεν αναγνωρίζει εγκυρότητα στα πιστοποιητικά ταυτοπροσωπίας που έχει το ίδιο χορηγήσει: προηγούμενο Δελτίο Αστυνομικής Ταυτότητας, Διαβατήριο, άδεια οδήγησης αυτοκινήτου. Χρειάζεται έναν πρώτο τυχόντα που ο πολίτης θα τον σέρνει επί μέρες στην «ουρά» αναμονής αστυνομικού τμήματος, ώσπου να κατορθώσει κάποτε να βρεθεί μπροστά στον αρμόδιο για την έκδοση ΔΑΤ υπάλληλο.
Χρειάστηκαν τρία χαμένα πρωινά δουλειάς δύο ανθρώπων (ακοστολόγητες από το κράτος «εργατοώρες»), τρεις φορές να υποχρεωθώ σε ευγενικούς γείτονες για την αποδοχή τους να μαρτυρήσουν ότι δεν είμαι κάποιος άλλος από αυτόν που φωτογραφίζουν τρία κρατικά πιστοποιητικά. Και βρέθηκα επιτέλους μπροστά στον αρμόδιο. Ελεγξε παράβολα και φωτογραφίες, αλλά και το Πιστοποιητικό Γεννήσεως από τον Δήμο Αθηναίων που έχει τρίμηνη ισχύ. Αυτό είχε λήξει πριν από τέσσερις μέρες. Μου έδωσε πίσω όλα τα χαρτιά μου και την εντολή να προσκομίσω καινούργιο Πιστοποιητικό Γεννήσεως. Τόλμησα να ρωτήσω, τι θα μπορούσε να έχει αλλάξει, ως προς την ημερομηνία και τον τόπο της γέννησής μου, τις τελευταίες τέσσερις μέρες. Η απάντηση του αρμόδιου ακαταμάχητη: «Εγώ εκτελώ εντολές».
Καινούργιες ώρες εργασίας χαμένες, πάλι ουρές στο ΚΕΠ και στην αστυνομία, κάποτε ξαναφτάνω μπροστά στον αρμόδιο. Ελέγχει, συνοφρυώνεται και αποφαίνεται: «Εχουμε πρόβλημα με το πατρώνυμο». Το προηγούμενο Δελτίο Ταυτότητας, όπως και το Διαβατήριο, η άδεια οδήγησης, η φορολογική μου δήλωση, τα ενδεικτικά μου στο σχολειό, κάθε δημόσιο έγγραφο που με αφορά, έγραφε και γράφει πάντοτε Γιανναράς Χρήστος του Σπυρίδωνος. Ξαφνικά, το Πιστοποιητικό Γεννήσεως, με ίδιο αριθμό Δημοτολογίου, αναγράφει: Γιανναράς Χρήστος του Σπύρου. «Είναι άλλο όνομα», αποφαίνεται ο αστυνομικός.
Επιχειρώ απεγνωσμένα να του εξηγήσω ότι πρόκειται για διαφορά ονόματος και υποκοριστικού ή «χαϊδευτικού», δεν υπάρχει Ελληνόφωνος που να θεωρεί διαφορετικά τα ονόματα Σπυρίδων και Σπύρος, Κωνσταντίνος και Κώστας, Αικατερίνη και Κατερίνα, Ιωάννης και Γιάννης. Οτι αν στα δημόσια έγγραφα αρχίσουμε να αναγράφουμε τα υποκοριστικά, ο κώδικας ταυτοπροσωπίας (αυτονόητη βάση για τις σχέσεις του πολίτη με το κράτος) τινάζεται τον αέρα. Δεν έπεισα τον αστυνομικό και συνεχίζω να παλεύω με το ΚΕΠ, τη Δημαρχία και το Ληξιαρχείο να βρω άκρη. Ας σημειωθεί ότι και στις τρεις αυτές υπηρεσίες οι υπάλληλοι δεν σηκώνουν το τηλέφωνό τους όταν καλεί. Αναγκάζουν τον πολίτη να τους επισκεφθεί.
Εντόπισα ότι στο χειρόγραφο Δημοτολόγιο, κάποιος υπάλληλος διέγραψε, μάλλον πρόσφατα, το πατρώνυμο Σπυρίδων και έγραψε δίπλα: Σπύρος. Υποθέτω ότι επρόκειτο για «προοδευτικό» υπάλληλο που θεώρησε το Σπυρίδων «καθαρευουσιάνικο». Βλέπω και στα αγγελτήρια κηδειών που γράφουν τώρα «του Κοντολέων», «του Σκευοφύλαξ», «του Ξενοφών» – το θεωρούν δημοτική. Θυμάμαι και τον Κ. Σημίτη που θεωρούσε το «παρήγαγε» καθαρεύουσα και έλεγε με πρωθυπουργική αυθεντία: «Η Ελλάδα πέρυσι παρήγε τόσους τόνους πατάτα»! (ας πούμε). Ετσι κατάλαβα ότι η «εν σμικρώ» ιδιωτική μου ταλαιπωρία δένει με την «εν μακρώ» κυρίαρχη αλογία, ακρισία, ευθυνοφοβία, αγλωσσία.
Αν υπάρχει αντιπρόταση στην οικονομική μας καταστροφή και στον διασυρμό μας, πρέπει να περιλαμβάνει τα «εν σμικρώ» μαζί με τα «εν μακρώ».
ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ