Με την ίδρυση του ΕΑΜ πολλοί θα επανδρώσουν τα τμήματά του και θα συμμετάσχουν ενεργά στην επίτευξη του τελικού στόχου, που δεν ήταν άλλος από την απελευθέρωση της χώρας και την ήττα του φασισμού. Την πράξη αυτή τη θεώρησαν καθήκον και χρέος τους, αλλά πληρώθηκε με πολύ αίμα και με ολοκληρωτική καταστροφή.
Με λίγα εφόδια, αλλά με πίστη στην αγώνα, οι αντάρτικες δυνάμεις καταφέρνουν σοβαρά πλήγματα στους φασίστες κατακτητές: στα μεταλλεία του Χρωμίου, στον Άγιο Δημήτριο, στον Μπούρινο.
Η αντίστροφη μέτρηση για την πόλη μας ξεκινά το Φλεβάρη του '43. Άνδρες από το φυλάκιο των Γερμανών, που είχε έδρα τα Σέρβια, συλλαμβάνουν ως ομήρους κάποιους χωρικούς από το Μικρόβαλτο και τους φέρνουν στα Σέρβια για να τους εκτελέσουν.
Τμήμα του Εφεδρικού ΕΛ.Α.Σ., με επικεφαλής τον Κεραυνό, μετά από μάχη στη θέση «Μαύρη ράχη» απελευθέρωσε τους ομήρους και αναγκάζει τους Γερμανούς να εγκαταλείψουν τα Σέρβια και να συμπτυχθούν στην Κοζάνη. Οι Ελληνικές δυνάμεις βρίσκουν τότε την ευκαιρία και ανατινάζουν την ξύλινη γέφυρα του Αλιάκμονα, που είχαν φτιάξει οι Γερμανοί στη θέση της πρώτης γέφυρας, την οποία είχαν καταστρέψει οι Άγγλοι κατά την αποχώρησή τους μετά την κατάρρευση του μετώπου.
Η φυγή των Γερμανών έδωσε το έναυσμα για ένα πανηγύρι λευτεριάς στην πόλη μας. Τα Σέρβια σημαιοστολίστηκαν και καλωσόρισαν το σώμα των ανταρτών του Στάμκου, μαζί τους και τον Δεσπότη Σερβίων & Κοζάνης Ιωακείμ, έναν χαρισματικό πνευματικό ηγέτη.
Τότε ήταν που η ιστορία επαναλάμβανε, στην πόλη μας αυτή τη φορά, το κατόρθωμα των Μανώλη Γλέζου και Λάκη Σάντα να κατεβάσουν τη σβάστικα από την Ακρόπολη. Οι Κώστας Κουνέτης και ο Νίκος Μεγαρέας κατέβασαν το μισητό σύμβολο του φασισμού από το Γερμανικό φρουραρχείο.
Εν τω μεταξύ όμως, μία Ιταλική μεραρχία από την Ελασσόνα που έσπευδε για την ενίσχυση των πολιορκούμενων από τον ΕΛΑΣ ιταλικών δυνάμεων στη Σιάτιστα, στις 6 Μαρτίου του 1943 περνά από τα Σέρβια.
Πληροφορημένοι –προφανώς- οι Ιταλοί για τα κατορθώματα των πατριωτών μας εναντίον των Γερμανών και, για όσο διάστημα χρειάσθηκε να κατασκευάσουν καινούργια γέφυρα στον Αλιάκμονα (2 με 3 μέρες), καίνε και καταστρέφουν ολοκληρωτικά τα Σέρβια.
Το σύνολο των σπιτιών, εκτός από 3, καίγονται... 1100 σπίτια στις φλόγες....Πάνω από σαράντα Σερβιώτες εκτελούνται ή καίγονται ζωντανοί τη μαύρη εκείνη ημέρα του ολοκαυτώματος. Ο αριθμός ξεπερνά τους εβδομήντα τις επόμενες μέρες.
Ο κόσμος για να σωθεί καταφεύγει στα γύρω βουνά και από κει με πόνο βλέπουν τα σπίτια τους, τον κόπο τους, τη ζωή τους να καίγονται επί μέρες.
Το δράμα της περιοχής μας θα συνεχιστεί και μετά τη μέρα εκείνη.
Παίρνοντας τώρα πια τη σκυτάλη του θανάτου οι Γερμανοί συνεχίζουν την καταστροφή και τη σφαγή: Λάβα, Μεταξάς, Τριγωνικό, Πολύρραχο, Παλιογράτσανο, Μοσχοχώρι, Καστανιά, Λιβαδερό και Καταφύγι, γίνονται στάχτη.
Όταν φεύγουν οι Γερμανοί από τα Σέρβια, τον Οκτώβρη του '44, η πόλη και η γύρω περιοχή ήταν ένα απέραντο νεκροταφείο.
Οι πρόγονοί μας και η πόλη μας πλήρωσαν ακριβά το δικό τους ΟΧΙ στις κατοχικές δυνάμεις, και το κόστος δεν μετριέται μόνο με το άγιο αίμα. Τα Σέρβια από μια μεγάλη (για τα δεδομένα της εποχής) πόλη, πλούσια, με υψηλό επίπεδο μόρφωσης των κατοίκων και με όλες τις απαραίτητες υποδομές, μετατράπηκε σε μια φτωχή κατεστραμμένη κωμόπολη, που προσπαθούσε να κλείσει τις πληγές της. Μέχρι και σήμερα δεν τα κατάφερε όμως μιας και η μετανάστευση ολοκλήρωσε τον μαρασμό του πολέμου.
Τα Σέρβια ακολούθησαν τη μοίρα όλων των μαρτυρικών πόλεων, που ακόμη και σήμερα, πληρώνουν για τον πατριωτισμό τους και για την προσήλωση στο καθήκον, αφού ποτέ δεν αναγνωρίσθηκε έμπρακτα ο αγώνας τους και η θυσία τους όχι μόνο από τους σφαγείς τους, αλλά ούτε και από την Ελληνική πολιτεία.