του Ελληνικού Συντάγματος για ίδρυση ανωτάτων σχολών από ιδιώτες.
Δεν είναι η πρώτη φορά που επιχειρούν να παρακάμψουν ή να αλλάξουν το Σύνταγμα της χώρας, παρόλο που το άρθρο 16 είναι σαφέστατο και με τεράστιο συμβολικό βάρος για την ελληνική κοινωνία. Μάλιστα, το 2019 ο Κυρ. Μητσοτάκης είχε στοχεύσει στην αναθεώρηση του άρθρου 16 αλλά και του 24, για τη μείωση της συνταγματικής προστασίας των δασών και του περιβάλλοντος. Μετά από μια πρώτη κυβερνητική θητεία με σαφείς μη δημοκρατικές επιλογές (έλεγχος των ΜΜΕ, υποκλοπές, αμφισβήτηση των ανεξάρτητων αρχών, αντιδημοκρατικές ρυθμίσεις στην αυτοδιοίκηση κ.ά.), μια αποδυναμωμένη ή συμπλέουσα αντιπολίτευση πιθανόν να επιτρέψει την υλοποίηση και του στόχου αυτού.
Βεβαίως, εδώ και τρεις σχεδόν δεκαετίες οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ επιτρέπουν σε επιχειρήσεις που ΔΕΝ μπορούν να είναι πανεπιστήμια, να διαφημίζονται ως παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων. Και ιδιωτική ανώτατη εκπαίδευση λειτουργεί ήδη άτυπα στην Ελλάδα, μέσα από ιδιωτικά ΙΕΚ ή κολλέγια με franchise από ξένα πανεπιστήμια ενώ υπάρχει και η δυνατότητα κοινών προγραμμάτων δημόσιων ΑΕΙ με ξένα μη κρατικά πανεπιστήμια.
Και ενώ η δημόσια χρηματοδότηση της έρευνας είναι από τις χαμηλότερες στην ΕΕ, περιορίζοντας τις στοχοθεσίες δημοσίου συμφέροντος, ανθρωπιστικών σπουδών κ.λπ., ένα Πανεπιστήμιο που θα στηρίζεται σε ιδιωτική χρηματοδότηση δεν θα αναπτύξει προγράμματα διδασκαλίας που αφήνουν αδιάφορους τους χρηματοδότες, ούτε θα προσανατολιστεί σε κατευθύνσεις που αμφισβητούν ή περιορίζουν τα κέρδη. Και με τον τρόπο αυτό περιορίζεται έμμεσα και η ακαδημαϊκή ελευθερία.
Είναι σαφές ότι η τωρινή αλλά και οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις φέρουν σοβαρή ευθύνη για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα όλο το εκπαιδευτικό σύστημα και, βεβαίως, η Ανώτατη Εκπαίδευση στη χώρα (υποχρηματοδότηση, έλλειψη κατάλληλων υποδομών, ελλείψεις καθηγητών κ.ο.κ.). Όμως οι σχεδιαζόμενες παρεμβάσεις της κυβέρνησης για λειτουργία «μη κρατικών» πανεπιστημίων κάνουν ορατούς τους εξής κινδύνους:
- Επιπλέον μείωση των δημόσιων κονδυλίων για τα δημόσια ΑΕΙ και συνεπώς περαιτέρω υποβάθμισή τους, καθώς ακόμη και στις ΗΠΑ τα ιδιωτικά πανεπιστήμια λαμβάνουν πλήθος κρατικών επιδοτήσεων. Οπότε, η ήδη μικρή χρηματοδότηση για τα δημόσια ΑΕΙ θα μοιραστεί, προφανώς, και στα ιδιωτικά. Δεν υπάρχει κανείς, βεβαίως, που να πιστεύει ότι υπάρχει περίπτωση να λειτουργήσουν ιδιωτικά, μη κρατικά, μη κερδοσκοπικά ΑΕΙ χωρίς κάποιου είδους κρατική χρηματοδότηση (με ευρωπαϊκά ή κρατικά κονδύλια).
- Γενίκευση της επιβολής διδάκτρων για τους φοιτητές, ακόμη και στα δημόσια πανεπιστήμια και στις προπτυχιακές σπουδές, κάτι που θα πλήξει ιδιαίτερα τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε φαινόμενα όπως αυτά των ΗΠΑ, όπου οι φοιτητές αναγκάζονται να παίρνουν υπέρογκα δάνεια για να σπουδάσουν, τα οποία έχουν φτάσει στο ιλιγγιώδες ποσό του 1,6 τρισεκατομμυρίου δολαρίων και συζητάνε ότι πρέπει να κάνουν διαγραφή χρέους. Μάλιστα, το ένα τέταρτο αυτού του ποσού το χρωστάνε πρώην φοιτητές, απόφοιτοι πια, που είναι άνω των 50 ετών! Η απόσυρση του κράτους από τη χρηματοδότηση της φοιτητικής μέριμνας (διατροφή, στέγαση) και η αντικατάστασή της από τον φοιτητικό τραπεζικό δανεισμό και τις συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, όπως είχε επιχειρηθεί επί υπουργίας Α. Διαμαντοπούλου, οδηγεί σε σταδιακή ιδιότυπη ιδιωτικοποίηση και στην καθιέρωση διδάκτρων, στην αρχή «συμβολικών».
- Ολοένα και μεγαλύτερος έλεγχος των ΑΕΙ και της έρευνας από ιδιωτικές επιχειρήσεις: Το φαινόμενο των ιδιωτών χορηγών ή και ιδιοκτητών ΑΕΙ (απευθείας ή μέσω εξαρτώμενων από αυτούς «μη κερδοσκοπικών» ιδρυμάτων) θέτει σε κίνδυνο την ελευθερία της έρευνας και την αμεροληψία / ανεξαρτησία της επιστήμης. Τι άποψη π.χ. θα εκφράζουν ΑΕΙ και ερευνητές για τις εξορύξεις υδρογονανθράκων, εάν το ΑΕΙ ή η έρευνά τους εξαρτάται οικονομικά από μια πετρελαϊκή εταιρεία;
Οι ΠΡΑΣΙΝΟΙ στηρίζουν τις διαμαρτυρίες της 11.1.2024 και προσθέτουν ότι οι μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας, όπως είναι η αντιμετώπιση της Κλιματικής Κρίσης και της Απώλειας της Βιοποικιλότητας, απαιτούν γενναία δημόσια στήριξη μιας Πράσινης Παιδείας και στα πανεπιστήμια, με ενεργό συμμετοχή του συνόλου της πανεπιστημιακής κοινότητας (καθηγητές, προσωπικό, φοιτητές) στα όργανα διοίκησης και λειτουργίας των ΑΕΙ.