Επικοινωνία

Μπορείτε να στείλετε το κείμενο σας στο info@vetonews.gr & veto910@otenet.gr. Τηλ. 6947323650 ΓΕΜΗ 165070036000 On Line Media 14499

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Εμφάνιση άρθρων βάσει ετικέτας: Ελισσαίος Βγενόπουλος

Όλοι ζούμε κάτω από τον ίδιο ουρανό, αλλά δεν έχουμε όλοι την ίδια περπατησιά, τον ίδιο σκοπό ούτε τον ίδιο ορίζοντα. Κάποιοι βάζουν ως ανάχωμα στην εξέλιξη και την πορεία του ατόμου, το χρώμα του δέρματος, τις ερωτικές του

Κατηγορία Πολιτισμός

Στα γήπεδα της επιθυμίας

Ο έρωτας που έχασε το μυστηριακό, το αμαρτωλό, το αβάσταχτο μαρτύριο που σκίζει τις ψυχές

Κατηγορία Πολιτισμός

Όταν η ψυχή θέλει ήχο

Πόσες απολαύσεις των αισθήσεων γνωρίζετε χωρίς να εμπεριέχουν ούτε μια σταλιά αμαρτία; Πιθανόν η μουσική να είναι μοναδική.

Κατηγορία Πολιτισμός

Μια ανολοκλήρωτη προφητεία

Όταν οι άνθρωποι επιθυμούν να ανατρέψουν τη δικαιοσύνη χάριν της εκδίκησης και θυσιάζουν την ευνομία χάριν της πλεονεξίας, ο φθόνος  έχει διαβρώσει την ψυχή τους και η μανία έχει καταστρέψει εντός τους κάθε ίχνος ανθρωπιάς και αλτρουισμού.

Σε μια δυστοπική Αμερική του εγγύς μέλλοντος, διαλυμένη από εμφύλιες διαμάχες, ο «Εμφύλιος πόλεμος» του Άλεξ Γκάρλαντ (Από Μηχανής", "28 Μέρες Μετά", "Αφανισμός"),   εκτυλίσσεται σε ένα σκηνικό χάους και διχασμού. Σε αυτό το ζοφερό τοπίο, μια φωτορεπόρτερ την υποδύεται η Κίρστεν Ντανστ, αναδεικνύεται σε φάρο δημοσιογραφικής ακεραιότητας μέσα στην αναταραχή. Μαζί με μια μικρή ομάδα δημοσιογράφων, ξεκινάει ένα επικίνδυνο ταξίδι μέσα στο κατακερματισμένο έθνος, οδηγούμενη από μια μοναδική αποστολή: να πάρει συνέντευξη από τον πολιορκημένο πρόεδρο μέσα στα περίκλειστα όρια του Λευκού Οίκου.

Ο αφηγηματικός άξονας της ταινίας εξαρτάται από την τολμηρή προσπάθεια της Ντανστ και των συναδέλφων της δημοσιογράφων, τους οποίους υποδύονται οι Βάγκνερ Μόρα και Κέιλι Σπένι, να διεισδύσουν στην καρδιά της σύγκρουσης και να αντιμετωπίσουν την  εφιαλτική κατάσταση στο επίκεντρό της. Το ταξίδι τους είναι γεμάτο κινδύνους σε κάθε στροφή, καθώς περιηγούνται μέσα σε εμπόλεμα τοπία και αποφεύγουν τα πυρά αντίπαλων φατριών που ανταγωνίζονται για τον έλεγχο γιατί όπως έγραφε ο Θουκυδίδης για τον Πελοποννησιακό Πόλεμο «Οι εμφύλιες συγκρούσεις έφεραν μεγάλες κι αμέτρητες συμφορές στις πολιτείες, συμφορές που γίνονται και θα γίνονται πάντα όσο δεν αλλάζει η φύση του ανθρώπου».

Καθώς η «ατρόμητη» ομάδα διασχίζει το ύπουλο έδαφος ενός έθνους που βρίσκεται σε πόλεμο με τον εαυτό του, αντιμετωπίζουν μυριάδες προκλήσεις που δοκιμάζουν την αποφασιστικότητα και την επινοητικότητά τους. Από τις αψιμαχίες με ένοπλες πολιτοφυλακές μέχρι την περιήγηση σε άνομες περιοχές, κάθε εμπόδιο χρησιμεύει για να υπογραμμίσει τη σοβαρότητα της αποστολής τους και των ζητημάτων που διακυβεύονται.

Μέσα στο σκηνικό του χάους και της καταστροφής, ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος του εμφύλιου πολέμου Άλεξ Γκάρλαντ απλώνει ένα αφηγηματικό μωσαϊκό που εξερευνά, κάπως επιφανειακά βέβαια, θέματα αλήθειας, ανθεκτικότητας και του ανθρώπινου κόστους των εμφύλιων συγκρούσεων. Μέσα από τον χαρακτήρα της ηρωίδας μας, η ταινία προσπαθεί να  εμβαθύνει, χωρίς να το επιτυγχάνει πάντα, στα ηθικά διλήμματα που αντιμετωπίζουν οι δημοσιογράφοι κατά την αναζήτηση της αλήθειας σε μια δίνη προπαγάνδας και παραπληροφόρησης.

Ωστόσο, καθώς πλησιάζουν όλο και πιο κοντά στον άπιαστο στόχο τους, οι δημοσιογράφοι βρίσκονται αντιμέτωποι όχι μόνο με εξωτερικές απειλές αλλά και με την ηθική ασάφεια που είναι συνυφασμένη με το επάγγελμά τους. Καθώς παλεύουν με τις συνέπειες των πράξεών τους και το βάρος της ευθύνης τους, τα όρια μεταξύ παρατηρητή και συμμετέχοντος αρχίζουν να θολώνουν, αναγκάζοντάς τους να αντιμετωπίσουν την ίδια την ουσία της ανθρωπιάς τους.

-Κάθε φορά που γλίτωνα από μια εμπόλεμη ζώνη, πίστευα πως έστελνα ένα μήνυμα «μην το κάνετε αυτό», αλλά να ‘μαστε πάλι, ψιθυρίζει απελπισμένα η ηρωίδα μας.

Ο Γκάρλαντ δημιουργεί με πειστικό τρόπο έναν κόσμο που μοιάζει τόσο ανατριχιαστικά οικείος όσο και εντυπωσιακά προφητικός. Αντλώντας στοιχεία επιστημονικής φαντασίας και πολιτικού θρίλερ, κατασκευάζει ένα σκληρό και ανησυχητικό πορτρέτο μιας κοινωνίας στο χείλος της κατάρρευσης, όπου τα όρια μεταξύ σωστού και λάθους, αλήθειας και προπαγάνδας, θολώνουν σε μια σκοτεινή ομίχλη αβεβαιότητας.

Κεντρικό ρόλο στη μορφή της ταινίας παίζει το σύνολο των ηθοποιών της, με επικεφαλής την ερμηνεία της Κίρστεν Ντανστ  ως μια γυναίκα που παλεύει με την ηθική πολυπλοκότητα του επαγγέλματός της μέσα στο χάος των συγκρούσεων. Οι Βάγκνερ Μόρα ("Narcos") και  Κέιλι Σπένι ("Priscilla") προσφέρουν ενδιαφέρουσες ερμηνείες, προσθέτοντας στρώματα ανησυχίας και αγωνίας στην ποικιλόμορφη σειρά χαρακτήρων που συναντούν στο ταξίδι τους.

Πέρα όμως από τις καθηλωτικές σκηνές δράσης και το τεντωμένο σασπένς, ο «Εμφύλιος πόλεμος» δεν  στοχεύει σε ένα βαθύτερο επίπεδο, διερευνώντας τα θεμελιώδη ερωτήματα της ταυτότητας, της πίστης και της φύσης της εξουσίας. Ο Γκάρλαντ δεν ενδιαφέρεται να  εξερευνήσει τους τρόπους με τους οποίους ο εμφύλιος πόλεμος μπορεί τόσο να αποκαλύψει όσο και να αναδιαμορφώσει τον ανθρώπινο ψυχισμό. Οπτικά βέβαια η ταινία είναι ενδιαφέρουσα και θεματικά πλούσια και αποτελεί απόδειξη των ικανοτήτων  του Γκάρλαντ ως σκηνοθέτη. Από τα ερημικά τοπία ενός κατακερματισμένου έθνους μέχρι τους κλειστοφοβικούς διαδρόμους της εξουσίας, κάθε καρέ διαπνέεται από μια αίσθηση αποπνικτικής ατμόσφαιρας, αλλά μέχρις εκεί. 

Ο «Εμφύλιος πόλεμος» εμφανίζεται ως ένας ισχυρός, επίκαιρος μπορεί και προφητικός αλλά ρηχός διαλογισμός για τις διαβρωτικές συνέπειες της διαίρεσης και τη διαρκή ανθεκτικότητα του ανθρώπινου πνεύματος απέναντι στις αντιξοότητες. Στον πυρήνα της η ταινία, προσπαθεί να είναι μια  εξερεύνηση του αδάμαστου πνεύματος των ατόμων που παλεύουν να κατανοήσουν έναν κόσμο που σπαράσσεται από τις συγκρούσεις. Μέσα από σύνολο των χαρακτήρων της και την απεικόνιση μιας κοινωνίας στο χείλος της κατάρρευσης, η ταινία λειτουργεί ως μια υπενθύμιση της ανθρώπινης ανθεκτικότητας μπροστά στις δυσκολίες, αν και πολλές φορές βυθίζεται στην απλοϊκότητα και τον εντυπωσιασμό.

Για να εκδικηθούν τους εχθρούς τους οι άνθρωποι, μέσα σε έναν εμφύλιο πόλεμο αγνοούν τους κανόνες επάνω στους οποίους στηρίζονται οι κοινωνίες, έγραφε ο Θουκυδίδης.  Αδιαφορούν οι εμπλεκόμενοι ξεχνώντας όμως ότι, αν καταλύσουν όλους τους κανόνες, τότε και οι ίδιοι θα στερηθούν της προστασία τους, όταν έρθει η στιγμή, που θα την έχουν ανάγκη.

Κατηγορία Πολιτισμός

Το να επιθυμεί κάτι κανείς είναι θεμιτό, το να επιδιώκει να το αποκτήσει κι αυτό δεν ανατρέπει την αρμονία των πραγμάτων, αλλά το να θέλει κάποιος κάτι και να επιδιώκει να το αποκτήσει με κάθε τρόπο είναι μια ανίατος ασθένεια. Τρεφόμαστε από τις επιθυμίες μας κι όταν δεν χορταίνουμε, τρώμε ό,τι υπάρχει γύρω μας.

Ο “Ρίπλεϊ”  στο Netflix ζωντανεύει τον εμβληματικό χαρακτήρα της Πατρίσια Χάισμιθ σε μια συναρπαστική και καλαίσθητη σειρά που μας ταξιδεύει σε ένα συναρπαστικό ταξίδι στη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του 1960. Η αφήγηση επικεντρώνεται γύρω από τον Τομ Ρίπλεϊ, έναν γοητευτικό αλλά και πανούργο απατεώνα που βρίσκεται μπλεγμένος σε ένα πολύπλοκο πλέγμα εξαπάτησης, χειραγώγησης και δολοφονίας.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ο Χέρμπερτ Γκρίνλιφ μεγιστάνας  ναυπηγικής βιομηχανίας αμείβει αδρά τον  Τομ Ρίπλεϊ με σκοπό  να πάει στην Ιταλία και να πείσει τον γιο του Ντίκι - έναν τύπο συνώνυμο της ευζωίας και ο οποίος ξέρει να ζει τη ζωή με όλες της τις απολαύσεις, να ρουφά τις ανέσεις και να συντροφεύεται από την κάθε είδους  καλοπέραση -  να επιστρέψει στη Νέα Υόρκη και να αναλάβει την οικογενειακή επιχείρηση – κολοσσό.  Καθώς ο Ρίπλεϊ φτάνει στην Ιταλία, γρήγορα μπλέκεται στον πολυτελή και ηδονιστικό τρόπο ζωής του Ντίκι και του κύκλου των φίλων του. Ωστόσο, κάτω από την επιφάνεια του πλούτου και των προνομίων κρύβεται ένα σκοτεινό υπόγειο ρεύμα ζήλιας, εμμονής και εξαπάτησης. Η αρχική αποστολή του Ρίπλεϊ περιπλέκεται ολοένα και περισσότερο καθώς ξεμυαλίζεται με τον Ντίκι και ζηλεύει την ανέμελη ζωή του. Ο Ντίκι είναι γοητευτικός, λίγο αφελής αλλά καλλιεργημένος νέος. Προσκαλεί τον φρέσκο φίλο του να μείνει μαζί του στη βίλα που έχει νοικιάσει  και μαζί ταξιδεύουν στη Νάπολη και τη Ρώμη. Όμως ο Ρίπλεϊ δεν αρκείται στον πλούσιο βίο και την ανέμελη κατάσταση που είναι στρωμένη γύρω του, αναπάντεχα αποκτά εμμονή με τον ίδιο τον Ντίκι. Ορμώμενος από την επιθυμία του για αποδοχή και θαυμασμό, ο Ρίπλεϊ αρχίζει να χειραγωγεί και να ραδιουργεί για να εισέλθει στον εσωτερικό κύκλο του Ντίκι, υφαίνοντας έναν πολύπλοκο ιστό από ψέματα και απάτες για να διατηρήσει το προσωπείο του. Ωστόσο, καθώς η εμμονή του Ρίπλεϊ με τον Ντίκι βαθαίνει, οι εντάσεις αυξάνονται και τα όρια μεταξύ αλήθειας και φαντασίας θολώνουν. Όταν ο Ντίκι βαριέται τον Ρίπλεϊ, τις κακογουστιές του και την παρέα του, ο Ρίπλεϊ δεν  έχει σκοπό να παραδοθεί και να χάσει τα αναπάντεχα προνόμια και τις ονειρικές  παροχές, γι αυτό αναλαμβάνει δράση.

Η σειρά με πειστικό τρόπο διερευνά θέματα ταυτότητας, ηθικής και τα όρια που μπορεί να φτάσει κάποιος για να επιτύχει τις επιθυμίες του. Καθώς οι πράξεις του Ρίπλεϊ γίνονται όλο και πιο απελπισμένες και αδίστακτες, η σειρά εμβαθύνει στα βάθη του ψυχισμού του, αποκαλύπτοντας την πολυπλοκότητα του χαρακτήρα του και το σκοτάδι που κρύβεται μέσα του.

Η ιστορία εξελίσσεται και σταδιακά οδηγούμαστε σε μια αγωνιώδη και συναρπαστική διαδρομή, γεμάτη απροσδόκητες ανατροπές. Από τους λαμπερούς δρόμους της Ιταλίας μέχρι τα ζοφερά σοκάκια της Νέας Υόρκης, η σειρά ζωγραφίζει ένα ζωντανό και καθηλωτικό πορτρέτο ενός ανθρώπου που είναι πρόθυμος να κάνει τα πάντα για να εκπληρώσει τις επιθυμίες του, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι θα θυσιάσει την ηθική του και ό,τι άλλο βρεθεί εμπόδιο στην προδιαγραμμένη πορεία του.

Ο Άντριου Σκοτ, ο πρωταγωνιστής της σειράς, δήλωσε για τον ρόλο του «Δεν παίζεις με τις απόψεις, τις προηγούμενες στάσεις που μπορεί να έχουν οι άνθρωποι για τον Τομ Ρίπλεϊ. Πρέπει να τις πετάξεις όλες αυτές, να προσπαθήσεις να μην τις ακούσεις και να πεις: "Εντάξει, λοιπόν, πρέπει να έχω το θάρρος να δημιουργήσω τη δική μας εκδοχή και τη δική μου κατανόηση του χαρακτήρα».

Δημιουργός της σειράς είναι ο σεναριογράφος Στίβεν Ζέιλιαν («Η λίστα του Σίντλερ», «Οι συμμορίες της Νέας Υόρκης», «Ο Ιρλανδός», μεταξύ άλλων), ο οποίος υπογράφει και το σενάριο και την σκηνοθεσία της σειράς αποτυπώνει με ποιητικό οίστρο την Ιταλία των επιθυμιών μας, την Ιταλία των μεγάλων αρχιτεκτόνων, των σπουδαίων γλυπτών της Γέφυρας των Αγγέλων και των κιαρόσκουρων φωτοσκιάσεων των  πινάκων του Μικελάντζελο Μερίζι ντα Καραβάτζο. Στο μαγευτικό ασπρόμαυρο κόσμο της σειράς  «Ρίπλεϊ», η αισθητική ξεπερνά το απλό οπτικό θέαμα, υφαίνοντας μια αφήγηση στοιχειωτικής κομψότητας και ίντριγκας. Σαν βγαλμένο από τον καμβά ενός αναγεννησιακού δασκάλου, κάθε καρέ δίνει ζωή στο αινιγματικό σύμπαν της Πατρίσια Χάισμιθ, όπου η ηθική χορεύει με τις σκιές και οι χαρακτήρες γλιστρούν μέσα σε ένα ονειρικό τοπίο ηθικής ασάφειας. Ο διευθυντής φωτογραφίας της σειράς Ρόμπερτ Έλσγουιτ, συνεργάτης  του Πολ Τόμας Άντερσον («Θα χυθεί αίμα», «Boogie Nights», «Μανόλια»), είναι άξιος συμπαραστάτης του σκηνοθέτη, στην ασπρόμαυρη εικαστική προσέγγιση του τρομερού κυρίου «Ρίπλεϊ». Ο τηλεοπτικός κριτικός της Daily Mail, Christopher Stephens, σχολίασε την ταινία γράφοντας «Αυτό δεν είναι απλώς τηλεόραση, είναι ένας φόρος τιμής σε μεγάλους σκηνοθέτες της δεκαετίας του 1940, όπως ο Carol Reed ή ο Alfred Hitchcock».

Η επιδέξια πένα του Στίβεν Ζάιλιαν, σε αρμονία με την οραματική του σκηνοθεσία, δημιουργεί μια συμφωνία λεπτών αποχρώσεων στην ανέλιξη της ιστορίας και ευφυούς απόδοσης των χαρακτήρων. Ο προσεκτικός ρυθμός, που μοιάζει με αργό βαλς, επιτρέπει στις στιγμές να παραμένουν σαν αναμνήσεις, χαραγμένες στη μνήμη μας. Ο αργόσυρτος ρυθμός είναι επιθυμητός. Δεν έχουμε καμιά ανάγκη να συμβούν πράγματα, δεν θέλουμε κορυφώσεις και ανατροπές. Διακαώς επιθυμούμε αυτή η ελεγεία του ασπρόμαυρου και της επιθυμίας, της κομψότητας και της ανησυχίας να διαρκέσει όσο το δυνατόν περισσότερο. Θέλουμε να μακρύνει  το παιχνίδι του φωτός και της σκιάς, που θυμίζει κλασικό φιλμ νουάρ και  προσθέτει βάθος στα ηθικά διλήμματα των χαρακτήρων, θολώνοντας τα όρια μεταξύ πρωταγωνιστή και ανταγωνιστή σε ένα μπαλέτο ψυχολογικής ίντριγκας και πνευματικής έξαψης.

Στον πυρήνα του, ο «Ρίπλεϊ», είναι ένα δράμα που διεισδύει στον ψυχισμό του πολύπλοκου πρωταγωνιστή του, προσφέροντας μας μια συναρπαστική εξερεύνηση της λεπτής γραμμής μεταξύ σωστού και λάθους, αλήθειας και εξαπάτησης. Με την καλαίσθητη κινηματογράφηση, τις στιβαρές ερμηνείες και τη συναρπαστική αφήγηση, η σειρά αναδεικνύεται σε μια από τις καλύτερες που προβάλλονται αυτόν τον καιρό στο Netflix. 

Ωστόσο, είναι στη σιωπή μεταξύ των λέξεων, στις παύσεις και τις παρατεταμένες ματιές, που ο «Ρίπλεϊ» βρίσκει την πραγματική του δύναμη. Όπως ένα λεπτοδουλεμένο ποίημα, κάθε σκηνή είναι μια πινελιά στον καμβά του μυαλού, που προσκαλεί σε ενδοσκόπηση και εξερεύνηση των σκοτεινών εσοχών της ανθρώπινης ψυχής. Μέσα από τη διαχρονική αφήγηση της Χάισμιθ, η σειρά γίνεται ένας διαλογισμός για την ταυτότητα, την επιθυμία και τις μάσκες που φοράμε για να περιηγηθούμε στην πολυπλοκότητα της ύπαρξης. Στο τέλος, ο «Ρίπλεϊ»  ξεπερνά τα όρια της απλής ψυχαγωγίας και αναδεικνύεται ένα έργο τέχνης στην πιο αγνή του μορφή. Είναι μια απόδειξη της δύναμης της αφήγησης, όπου η αισθητική συγκλίνει με τη διανόηση για να δημιουργήσει μια εμπειρία που αντηχεί πολύ μετά τους τίτλους τέλους.

Ο Ρίπλεϊ γνωρίζει  ότι η πιο μεγάλη απόλαυση δεν είναι η κατανάλωση της επιθυμίας αλλά  η πιο μεγάλη απόλαυση, είναι το άγγιγμα της επιθυμίας, το πλησίασμα της απόλαυσης. Όπως ακόμα γνωρίζει ότι οι επιθυμίες μας είναι ασαφή στιγμιότυπα από «τα προσεχώς» του βίου μας.

Κατηγορία Πολιτισμός