Μπορείτε να στείλετε το κείμενο σας στο info@vetonews.gr & veto910@otenet.gr. Τηλ. 6947323650 ΓΕΜΗ 165070036000 On Line Media 14499
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΠοιός έχει το αναφαίρετο δικαίωμα στο κλάμα και τη συγκίνηση σε αυτή τη χώρα; Ποιός δικαιούται δια να ομιλεί στην Ελλάδα της κρίσης και των Μνημονίων; Ποιός νομιμοποιείται να αρθρώνει δημόσιο λόγο για τα κακώς κείμενα της δημόσιας ζωής μας, αυτά που δεν αποτελούν απόνερα της κρίσης αλλά εγγράφονται χρόνια τώρα στο πολιτειακό μας γονιδίωμα, και ποιός έχει το προνόμιο να αμφισβητεί προθέσεις και να αξιολογεί συμπεριφορές; Σίγουρα όχι εγώ, αλλά ποιος;
Συγκινήθηκε η Όλγα και βγήκαν πάλι οι γνωστοί- άγνωστοι να καταγγείλουν τα Μνημόνια και τις πολιτικές τους. Αφορμές ψάχνουν, κάθε τόσο, για να παρουσιάζουν στο φιλοθεάμον κοινό τις υστερίες και τα παραληρήματά τους. Μιλάνε για παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και δεν αποκαλύπτουν το περιεχόμενό της. Δεν λένε στους πολίτες που ψάχνουν εναγωνίως μια θέση στον ήλιο των υπηρεσιών, με οκτάωρο γραφείου και χαλαρές συνθήκες εργασίες, πως παραγωγική ανασυγκρότηση σημαίνει πως ξαναστήνουμε το νοικοκυριό μας πάλι από την αρχή.
Επιστρέφουμε στα χωράφια και τις στάνες μας, στήνουμε τις μικρές και μεγάλες βιοτεχνίες μας, επενδύουμε σε ανταγωνιστικά Πανεπιστήμια και Ερευνητικά Κέντρα, προωθούμε τις επιχειρήσεις που ειδικεύονται στις νέες τεχνολογίες και στις σύγχρονες υπηρεσίες, ασχολούμαστε σοβαρά με τον ενεργειακό πλούτο της χώρας και, γενικώς, προχωράμε σε μια μεγάλη κινητικότητα στο χώρο της Εργασίας προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι νέες παραγωγικές ανάγκες και να εξαλειφθούν οριστικά οι αντιπαραγωγικές νησίδες της οικονομίας μας.
Και κινητικότητα σημαίνει καταργήσεις οργανισμών, απολύσεις, λουκέτα σε παρασιτικές εμπορικές επιχειρήσεις και αλλαγή εργασιακού περιβάλλοντος. Βάσει σχεδίου, όμως, και όχι ακολουθώντας την εθνική μας συνταγή της τσαπατσουλιάς και του «βλέποντας και κάνοντας». Αλλά αυτά είναι ψιλά γράμματα στη χώρα όπου ανθεί η φαιδρά πορτοκαλέα.
Μιλάνε για κατάργηση των Μνημονίων και δεν αποκαλύπτουν το δικό τους σχέδιο για τη δανειοδότηση της χώρας. Μιας χώρας που γεννά συνεχώς ελλείμματα και τρέφεται από αυτά. Ελλείμματα στον κρατικό προϋπολογισμό, ελλείμματα στα Νοσοκομεία, ελλείμματα στους ΟΤΑ, ελλείμματα στο εμπορικό μας ισοζύγιο. «Θα πιάσουμε την φοροδιαφυγή και θα φορολογήσουμε το μεγάλο κεφάλαιο», μας λένε με ύφος χιλίων Καρδιναλίων και ψάχνεις εσύ ο ταλαίπωρος να βρεις τις εθνικές σου βιομηχανίες και τους μεγάλους βιομηχάνους σου. Και παντού, όπου πέφτει το βλέμμα σου, βλέπεις αυτοαπασχολούμενους, μικροεπιχειρηματίες και εμπόρους, να προσπαθούν απεγνωσμένα μέσω της φοροδιαφυγής να περισώσουν ό,τι μπορεί να σωθεί.
Αν χτυπήσεις τη φοροδιαφυγή σε αυτή τη χώρα, με αυτό το παραγωγικό μοντέλο, για να μπορέσεις να καλύψεις τα δημοσιονομικά σου ελλείμματα , το μόνο που θα καταφέρεις είναι να εντείνεις την κατάρρευση της εγχώριας αγοράς και να εκτοξεύσεις τους δείκτες ανεργίας. Ψιλά γράμματα και αυτά για τους φαιδρούς πορτοκαλοπαραγωγούς!
Μιλάνε για εκσυγχρονισμό του Δημοσίου και ενίσχυση των προνοιακών του δομών χωρίς όμως ταυτόχρονη ελάττωση του μεγέθους του. Δεν μπορούν ακόμα να καταλάβουν πως το Δημόσιο σε αυτή τη χώρα δεν αποτελεί πεδίο ιδεολογικής σύγκρουσης μεταξύ των υποστηρικτών της αγοράς και εκείνων του κρατικού παρεμβατισμού, όπως συμβαίνει στις άλλες χώρες της Δύσης, αλλά αποτελεί πρωτίστως ζήτημα ιστορικής και κοινωνιολογικής αντιπαράθεσης. Γιατί το Δημόσιο στη χώρα μας δεν εποπτεύει τις ταξικές συγκρούσεις αλλά τις δημιουργεί. Στήνει χρόνια τώρα, εκ των άνω, μια κρατικοδίαιτη αστική τάξη πάνω στη φοροδιαφυγή, στα εγγυημένα εισοδήματα των κλειστών επαγγελμάτων, στις μεγάλες και μικρές χρηματικές αντιπαροχές του κρατικού κορβανά, στις μικροεργολαβίες του Δημοσίου και στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων . Όποιος βρίσκεται κάθε φορά στην κατάλληλη πλευρά ευνοείται από το σύστημα και μεταπηδάει στον αστικό χώρο. Οι άλλοι, απλά, περιμένουν τη σειρά τους.
Το Δημόσιο, λοιπόν, δεν πρέπει να συρρικνωθεί γιατί αυτό απαιτεί ο νεοφιλελευθερισμός και η συναίνεση της Ουάσιγκτον. Το Δημόσιο πρέπει να συρρικνωθεί για να πάψει ο νέος επιστήμονας να νιώθει εν δυνάμει πελάτης του και να συναλλάσσεται με τον κάθε καραγκιόζη, προκειμένου να μπει σε αυτό. Το Δημόσιο πρέπει να συρρικνωθεί για να αλλάξει το αναπτυξιακό παράδειγμα αυτής της χώρας. Για να πάψουν οι οργανισμοί του να αποτελούν τον μεγαλύτερο εργοδότη της χώρας, συντηρώντας μεγάλες νησίδες αργόσχολου αρχαϊσμού μέσα στους κόλπους τους.
Ναι. Χρειαζόμαστε και σχολικούς φύλακες, και δημοτικούς αστυνόμους, και βρεφονηπιοκόμους και άλλες χρήσιμες υπηρεσίες του κοινωνικού κράτους. Αλλά για να τις πληρώνουμε όλες αυτές τις υπηρεσίες πρέπει κάποιος να παράγει στη χώρα. Να δημιουργεί αγαθά και υπηρεσίες, να τα πουλάμε στους ξένους και από τα έσοδα της φορολογίας των παραγωγών να πληρώνουμε το προνομιακό κράτος.
Εμείς, αντίθετα, επιχειρούμε να τρελάνουμε τους πάντες και να καταρρίψουμε κάθε οικονομική θεωρία. Θέλουμε και να αγοράζουμε τα προϊόντα των ξένων ( ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο) αλλά και να εργαζόμαστε στην ασφάλεια του Δημοσίου με καλούς και εγγυημένους μισθούς ( ελλείμματα κρατικού προϋπολογισμού και ΟΤΑ) ή στον εξορισμού χαλαρό τριτογενή τομέα των υπηρεσιών ( ελλείμματα παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας).
Και αν αυτό μπορούσαμε να το κάνουμε κάποτε με τα φτηνά δανεικά που μας εξασφάλιζε η ένταξη μας στην ΟΝΕ, σήμερα απλά δεν γίνεται. Κάποιος σε αυτή τη χώρα πρέπει να παράγει και το παιχνίδι της κολοκυθιάς αρχίζει. Εσύ να γίνεις αγρότης. Και γιατί να γίνω εγώ; Αμ ποιος να γίνει; Να γίνεις εσύ. Και γιατί να γίνω εγώ; Αμ ποιος να γίνει; Σίγουρα όχι εσύ αλλά κάποιος άλλος. Γιατί εσύ έφυγες από το χωριό και τα χωράφια του μπαμπά σου για να γίνεις αστός. Και αυτή την κατάκτησή σου δεν πρόκειται να στην πειράξει κανείς.
Ο άλλος να γίνει αγρότης. Ο άλλος να στήσει αγελαδοτροφική μονάδα σε μια χώρα που εισάγει το 90% του κρέατος που καταναλώνει. Ο άλλος να γίνει αγρεργάτης στις φάμπρικες της Μανωλάδας. Ο άλλος να αναλάβει το ρίσκο και να στήσει μια βιοτεχνία. Είναι και αυτές οι γκόμενες πανάθεμά τες που δεν καταδέχονται να βγούνε ραντεβού με κάποιον που μυρίζει αγελαδίλα και τολμάει να τις πει πως είναι χειρωνάκτης και όχι υπάλληλος γραφείου ή έστω ιδιοκτήτης καφετέριας! Μπερδεμένα πράγματα.
Γεμίσαμε με ασφυκτικές συνήθειες κομπλεξικών ανθρώπων. Μικρομέγαλοι παντού να ποστάρουν το κοντό και το μακρύ τους και να επιδίδονται σε περισπούδαστες αναλύσεις της οικονομίας και της πολιτικής, δίχως γνώση, δίχως το στοιχειώδες της μελέτης και δίχως τη συναίσθηση του δημόσιου λόγου. Άκουσαν κάποτε πως στην Αρχαία Αγορά μπορούσε να μιλήσει ο καθένας και είπαν να ζήσουν το αρχαιοελληνικό τους όνειρο πάνω στα ερείπια της Νέας Αγοράς με copy-paste και ανακυκλώσεις δεκάρικων και λογυδρίων τυχάρπαστων και περαστικών. Και αν τολμήσεις να τους ρωτήσεις «πόθεν» η ικανότητα της κριτικής, σου δείχνουν περιχαρείς την αναμφισβήτητη σοφία του πεζοδρομίου της ζωής και τα μισητά Μνημόνια.
Κανείς δεν τολμάει να ξεστομίσει μια κριτική, μια πρόταση και αμέσως χυμάει πάνω του το σκυλολόι του λαϊκισμού για να κοντύνει τη γνώμη του, να αμαυρώσει την υπόληψή του και το κυριότερο , να αμφισβητήσει το πατριωτικό του αίσθημα. Όποιος δεν συμφωνεί μαζί τους βαφτίζεται αμέσως δοσίλογος και εθνικός μειοδότης. Φτάσαμε στο σημείο η Κουντουρά να είναι περισσότερο πατριώτισσα από έναν νέο επιστήμονα με μεταπτυχιακά και διδακτορικά που ψάχνει εναγωνίως να προσφέρει στη χώρα του και συνειδητοποιεί πως το υπάρχον σύστημα, των πελατών και των νταβατζήδων τους, δεν του το επιτρέπει. Και αν τολμήσει να ψελλίσει την αγανάκτησή του θα πάρει την πληρωμένη απάντηση από όλους αυτούς τους ανεπάγγελτους πως είναι τσιράκι των τροαϊκανών.
Και ανάμεσα σε αυτό τον συρφετό κενολογίας και τζάμπα μαγκιάς ξεχωρίζεις και τους άλλους. Τους σοβαρούς. Αυτούς που υπογραμμίζουν τα αδιέξοδα των αγορών, αυτούς που επικρίνουν την ασυδοσία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, αυτούς που προκρίνουν έναν γενναίο δημόσιο παρεμβατισμό για τον εξορθολογισμό των ανισορροπιών του νεοφιλελευθερισμού και την εξασφάλιση μιας minimum κοινωνικής δικαιοσύνης στην κατανομή του εισοδήματος. Σοβαρές αναλύσεις, στοιχειοθετημένες και πάνω απ όλα μέσα στο πνεύμα των καιρών. Μόνο που κινούνται και αυτές στο κενό της ελληνικής πραγματικότητας.
Πρόκειται για έναν προβληματισμό που αναπτύσσεται τον τελευταίο καιρό στις χώρες της Δύσης και τις περιβόητες δεξαμενές σκέψης τους, σχετικά με την ανάγκη μεταρρύθμισης του ανέλεγκτου χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού και την ανάγκη ενδυνάμωσης της παρέμβασης του κράτους στο σκέλος της προσφοράς, πρωτευόντως, και, δευτερευόντως, σε αυτό της ζήτησης. Και αυτός ο δάνειος προβληματισμός επιχειρείται από την εγχώρια πολιτική και πνευματική ελίτ να αναλύσει και να εξηγήσει και τα δικά μας αδιέξοδα, χωρίς όμως να λαμβάνει υπόψη του την ιδιαίτερη φύση του δικού μας κράτους και τις πελατειακές του αγκυλώσεις.
Ναι. Να αναλάβει το κράτος ενεργό δράση και να τονώσει τη ζήτηση μέσω παραγωγικών επενδύσεων. Αλλά ποιο κράτος; Ποιοι γραφειοκράτες και ποιο πολιτικό προσωπικό θα ηγηθούν της προσπάθειας αυτής; Ο Νικήτας; Ο Ταμήλος; Η Μακρή; Ο Σκουρλέτης; Αυτοί που έμαθαν όλα αυτά τα χρόνια να εξυπηρετούν φίλους και συγγενείς και των οποίων η αντίληψη περί οικονομίας εξαντλείται στο να πέσουν λεφτά στην κατανάλωση για να κινηθεί η παρασιτική αγορά των εισαγόμενων προϊόντων και να εξασφαλίσει το κράτος έσοδα από τον ΦΠΑ;
Αυτοί που όταν ηγήθηκαν στα υπουργεία τους, πέραν της φιλικής τους συμμετοχής και των φωτογραφικών φλάς, ουδέν; Η μήπως οι Δήμαρχοι και οι Περιφερειάρχες;
Αυτοί που τα τελευταία χρόνια της κρίσης δεν κατόρθωσαν να εκπονήσουν ένα στοιχειώδες σχέδιο αναπτυξιακής ανασυγκρότησης της περιοχής τους ;
Αυτοί που όλα αυτά τα χρόνια απομυζούσαν σαν τις βδέλλες τον κρατικό κορβανά για να στήνουν τις παρασιτικές δημοτικές επιχειρήσεις τους, να προσλαμβάνουν πελάτες και να διευθετούν μικροιδιοτέλειες; Αυτοί που ενδιαφέρονταν μονάχα για τη δημόσια προβολή τους και μέσω των μαύρων ταμείων τους εξαγόραζαν δημοσιογραφικές πένες για να τους υμνούν και να τους λιβανίζουν;
Από ποιο κράτος, λοιπόν, περιμένουμε όλοι εμείς οι ταλαίπωροι να ηγηθεί της αναπτυξιακής ανασυγκρότησης της χώρας; Και στο εν τέλει, ποιοι επιτέλους είναι αληθινοί πατριώτες και ποιοι δικαιούνται να δακρύζουν στη θέα της απόγνωσης και της εξαθλίωσης. Σίγουρα όχι εγώ. Αλλά ποιος;;;;;
Aixmi.gr
Έρχονται κάποτε εκείνες οι στιγμές της μεγάλης ασφυξίας που δεν αντέχεις άλλο να μοιράζεσαι τον αέρα γύρω σου με τους υπόλοιπους ανθρώπους. Πνίγεσαι και, όμως, προτιμάς να κρατήσεις και άλλο την αναπνοή σου όπως τότε που , παιδί μικρό και άβγαλτο, στεκόσουν απέναντι στη μάνα, την κοιτούσες με λατρεία μες στα καστανά της μάτια και της φώναζες: «Κοίτα με μαμά. Κοίτα πόσα λεπτά μπορώ και κρατάω την αναπνοή μου κάτω από το νερό», και βουτούσες.
Την κρατούσες αρκετά. Πνιγόσουν εκεί κάτω, λιγόστευε ο αέρας μέσα στα πνευμόνια σου, ένιωθες τη ζάλη να παραλύει τις μικροκαμωμένες σου δυνάμεις αλλά έπρεπε να καταπλήξεις τη μαμά. Να νιώσει περήφανη για το μικρό της το αγόρι. Να την ανταμείψεις για όλα τα ξενύχτια πάνω από το φλογισμένο σου κεφάλι, για όλα τα ψέματα που της είχες πει, για όλες τις αταξίες που είχες κάνει.
Και τότε αρκούσε απλά για όλα αυτά ένα φευγαλέο κράτημα της παιδικής σου αναπνοής. Γιατί ήταν, ακόμα, η εποχή που η περηφάνεια της για όσα έκανες μετρούσε περισσότερο από ένα ταξίδι στη σελήνη πρώτη θέση. Πόσο μάλλον όταν έμπαινε στη μέση η κατάπληξη μες στα καστανά της μάτια.
Τέτοιες στιγμές νιώθω να εξελίσσονται μπροστά μου σε αυτούς τους ενδιαφέροντες καιρούς. Στιγμές μεγάλης ασφυξίας. Για άλλους λόγους, όμως.
Τα χρόνια πέρασαν, η μάνα μεγάλωσε, τα μακροβούτια μπροστά στα μάτια της λιγόστεψαν και αυτά, και το κράτημα της αναπνοής έπαψε να αποτελεί το ανέμελο παιχνίδι μας. Καρκίνος του μαστού, σου λένε, και δίχως να το θέλεις μπαίνεις σαν παλαβός στο αγωνιώδες παιχνίδι της ζωής. Αξονικές, μαγνητικές, στιγμές απόγνωσης, συνωστισμοί σε ουρές εξευτελισμού, εντάσεις δίχως λόγο και δάκρυα μες στο σκοτεινό δωμάτιο, κάτω από τη μάλλινη κουβέρτα, μακριά από την αδιακρισία των άλλων των ματιών που τέτοιες ώρες συνηθίζουν να κοιμούνται στα διπλανά δωμάτια. Και κάπου κάπου να σε κοιτάει με τα μεγάλα καστανά της μάτια και να σου λέει με φωνή που πάει να σπάσει: «Λες να πεθάνω γιέ μου;». Λυγίζεις, ξεχνάς τα εφήμερα που σε φουρκίζουν και μες στην απόγνωση, αντάμα με την υποψία του θανάτου, παίρνεις πάλι εκείνο το χαζοχαρούμενο ύφος λίγο πριν το μακροβούτι και προσπαθείς να την πείσεις πώς όλα είναι όπως παλιά. Μάταιος κόπος.
Αυτά στο ανθρώπινο επίπεδο που δεν ενδιαφέρουν τους πολλούς, αλλά να, είναι και αυτή η ανάγκη να την κάνεις πάλι να αισθανθεί περήφανη και να μην το βάλει κάτω.
Στο άλλο επίπεδο, στο μεταίχμιο, εκεί που τα ιδιωτικά ανταμώνουν με τα δημόσια και φτιάχνουν έναν ξέχωρο χώρο, με τους δικούς του κανόνες και τους δικούς του πρωταγωνιστές, γινήκαν άλλα. Έξι ραντεβού στο μεγάλο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο, με τα εκατοντάδες διδακτορικά και τις χιλιάδες δημοσιεύσεις , και έξι διαφορετικοί γιατροί κάθε φορά. Ο καθένας τα δικά του. Ασε που έχω την υπόνοια – λόγω συναδελφικής αλληλεγγύης δεν μιλάω για βεβαιότητα- πως ένας ή δυο από αυτούς δεν ήξεραν καν το πρόβλημα της και κατέφευγαν στη γνωστή τεχνική του «άλλα λόγια να αγαπιόμαστε». Μόλις φύγει η οργή και ξεθολώσει ο νους σου παραδέχεσαι, δίχως δεύτερη σκέψη, πως εκεί ανάμεσα στον συρφετό υπάρχουν και οι αξίες. Αδιαμφισβήτητες, αντικειμενικές και δίχως την ανάγκη της δικής σου επιβεβαίωσης. Αλλά τώρα υπάρχει οργή. Και η αναγνώριση της όποιας αξίας υπάρχει εκεί μέσα παραμερίζει για να περάσει η ασυνεννοησία, η τσαπατσουλιά και το απαραίτητο αντίτιμο του απογευματινού ιατρείου.
Αν πάθει κάτι αυτή η μάνα, όχι από υπαιτιότητα της Φύσης ή από κάποια παραξενιά του πεπρωμένου, αλλά από αβελτηρία ανθρώπων που έμαθαν να βλέπουν στον πόνο το δικό σου, τη δική τους ευτυχία, παίρνεις έναν μικρό όρκο και τον κρατάς προσεκτικά μες στα στήθια σου μέχρι να τον κάνεις πράξη. «Θα τους πηδήξω όλους, σκέφτεσαι, έτσι και πάθει τίποτα κακό». Και αμέσως περνάς, δίχως να το θέλεις στο τρίτο επίπεδο. Εκείνο του δημόσιου χώρου με τους πολλούς μικρούς και μεγάλους συνυπεύθυνους και φταίχτες.
Αυτούς που μπόλιασαν την κοινωνία με το όνειρο της μεγάλης ζωής. Να αγοράσεις σπίτι διακοσίων τετραγωνικών, να βάλεις μέσα στο γκαράζ την πολυτελή τζιπάρα, να αλλάζεις κάθε μήνα κινητό, να λουλουδοπολεμάς και να λουλουδοπλερώνεις, να καταναλώνεις ότι καινούριο βγει στην αγορά και χάνοντας σε ανθρώπινες σχέσεις και μικρές στιγμές οικογενειακής ευτυχίας να κερδίζεις τραπεζικές καταθέσεις και κοινωνική υπόληψη του κώλου. Όχι. Δεν ζούσαν όλοι μια τέτοια ζωή. Αλλά αυτή ήταν ο κρυφός τους πόθος. Αυτό ήτανε το μέτρο για να μετράνε κάποιοι τις ζωές και να αποφαίνονται. Εσύ περνάς. Τράβα στην Ψαρού και στα Διαβαλκανικά . Εσύ κόβεσαι. Μικροαστός. Μην σε μέλλει όμως. Σου επιφυλάσσω άλλο μέλλον για τα παιδιά σου. Και αυτή η ελπίδα της αυριανής ανταμοιβής σε πείθει να δέχεσαι την ενοχλητική ετικέτα. Μικροαστός και βλάκας.
Αυτούς που δεν τόλμησαν ποτέ τους να μιλήσουν για τα μαγαζάκια του ΕΣΥ. Για τις μικρές εστίες διαφθοράς που έστηναν εκεί μέσα καθηγητάδες και διευθυντάδες προκειμένου να ζήσουνε το όνειρο της μεγάλης τους ζωής, μεγαλοαστοί αυτοί απόγονοι κολίγων.
Αλλά και αυτούς που δεν ασχολήθηκαν ποτέ τους με τις ανάγκες των γιατρών.
Αυτούς που έκαναν τα ελληνικά νοσοκομεία φιλανθρωπικά ιδρύματα αποκατάστασης αναξιοπαθούντων και κάθε τόσο δημιουργούσαν θέσεις κηπουρών, τεχνικών και διοικητικών για να διορίζουν τα πολυτάλαντα τσιράκια τους. Χωρίς πρώτα να εξασφαλίσουν επάρκεια γιατρών και νοσηλευτών για τις ανάγκες του κόσμου.
Αυτούς που βγαίνουν στα τηλεοπτικά μπαλκόνια μόνο όταν τίθεται θέμα μισθών και απολύσεων. Που ζητάνε σωρηδόν διορισμούς σε ένα σάπιο σύστημα, χωρίς κανένας να αξιολογεί κανέναν. Που το μόνο που τους νοιάζει είναι πώς θα βολέψουν στο ελληνικό Δημόσιο τα πολυάριθμα μέλη των Ιατρικών τους των Συλλόγων και που ποτέ τους δεν ενδιαφέρθηκαν, πραγματικά, για τις συνθήκες εργασίας.
Αυτούς που δεν νοιάζονται για έννοιες όπως Πρωτοβάθμια Περίθαλψη, αγωγή υγείας, προληπτικές πολιτικές και που δεν κάθησαν ποτέ τους να διαβάσουν για προκλητές ζητήσεις, για οικονομίες κλίμακας και κατευθυνόμενες συνταγογραφήσεις.
Αυτούς που δεν μπορούνε να καταλάβουνε πως για να μεταρρυθμίσεις ένα σύστημα δεν αρκούνε τα λεφτά. Πως χρειάζεται σχεδιασμός, μεθοδικότητα, ολοκληρωμένη αντίληψη και μακρόπνοη πολιτική βούληση .
Αυτούς που μυξοκλαίνε στα κανάλια για τα καλύτερα μυαλά που φεύγουν στο εξωτερικό και δεν έχουν τα αχαμνά να μιλήσουνε για κλείσιμο Ιατρικών Σχολών, για τον υπερπληθωρισμό γιατρών, για τις συνέπειες που θα είχε για τις δαπάνες υγείας μια ενδεχόμενη ενσωμάτωση τόσων πολλών γιατρών στο σύστημα, για την αναγκαιότητα να επανεξετάσουμε την ιατρική εκπαίδευση, όχι μέσα στα στενά εθνικά μας όρια αλλά στον ευρωπαϊκό καταμερισμό εργασίας. Αφού θέλουμε μεγαλεία, ιατρικές και άσπρες ποδιές, να συμβιβαστούμε με την ιδέα πως η αγορά εργασίας μας θα είναι κατ΄ ανάγκην ο χώρος της Ευρώπης. Μήπως και σταματήσουν οι μοιρολογίστρες να στήνουν τις καριέρες τους πάνω στα μικρά δράματα των γιατρών που φεύγουν.
Αυτούς που δεν βλέπουν πως το δημογραφικό πρόβλημα αυτής της χώρας απειλεί τα επόμενα χρόνια να τινάξει στον αέρα όχι το μεγαλείο της ελληνικής φυλής – όπως διαδίδουν οι λοβοτομημένοι- αλλά τα Συστήματα Υγείας και Κοινωνικής Ασφάλισης . Που δεν τολμούν να μιλήσουν για αλλαγή πλεύσης. Για εξορθολογισμό των οικονομικών της υγείας και για αλλαγή της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών.
Θα τους πηδήξω όλους, λοιπόν. Έτσι να σκέφτεσαι μήπως και αλλάξουνε οι όροι της ζωής μας. Όχι άλλο Μίκη, όχι άλλο Ρίτσο , όχι άλλη Ρωμιοσύνη, όχι άλλα «αργεντίνικα τανγκό» έξω απ΄ την ΕΡΤ, όχι άλλο «ΕΑΜ ΕΛΑΣ Μελιγαλάς». Να φτιάξουμε τη δική μας γλώσσα. Τα δικά μας σύμβολα. Τους δικούς μας ποιητές. Τις δικές μας μελωδίες. Τους δικούς μας ήρωες. Να πετάξουμε τα Πολυτεχνεία τους στα μούτρα και να κινήσουμε να φτιάξουμε τον δικό μας κόσμο. Να κάτσουμε από πάνω του, με ό,τι έχουμε στη διάθεσή μας, και να διευθετήσουμε για αρχή τα μικρά και τα ασήμαντα. Ο καθένας στο χώρο του και όλοι μαζί στον μεγάλο δημόσιο χώρο της πολιτικής αντιπαράθεσης.
Να φτιάξουμε νοσοκομεία μικρά και ευέλικτα που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες του κόσμου και όχι στις ανάγκες ματαιοδοξίας των τοπικών κοινωνιών και των ανόητων αρχόντων τους.
Να φτιάξουμε οργανωμένα κέντρα υγείας στα χωριά και τις πόλεις.
Να ενισχύσουμε τις πολιτικές πρόληψης και αγωγής υγείας.
Να εκπαιδεύσουμε το προσωπικό μέσα από προγράμματα δια βίου μάθησης και να αξιολογούμε κάθε τόσο την επιστημονική του επάρκεια. Να δώσουμε κίνητρα παραγωγικότητας στον καλό γιατρό για να μπορεί να κάνει με αξιοπρέπεια τη δουλειά του. Να καθαρίσουμε τα ελληνικά Πανεπιστήμια από τους ημίβλακες και τις ξιπασμένες γκόμενές τους.
Να κάνουμε γαμώτο υποφερτό τον μεταξύ μας βίο. Και όταν κάποτε γίνουμε μεγάλοι και τρανοί, όταν αρχίσουμε να παράγουμε και να πουλάμε και σταματήσουμε να εξαρτάμε το μέλλον μας από τα δανεικά των αγορών και την ελεημοσύνη των εταίρων τότε αν θες μπορούμε να μιλήσουμε και για τα μεγάλα και δαπανηρά. Τότε μπορούμε να χτίσουμε ακόμα και επιβλητικές πυραμίδες. Αλλά μέχρι να γίνουμε Φαραώ ας συμβιβαστούμε με την ιδέα της βαλκανικής μας μοίρας και ας φτιάξουμε έναν κόσμο απλώς υποφερτό.
Aixmi.gr
Eδώ Πολυτέχνειο. Εδώ Πολυτεχνείο. Σας ομιλεί ο Ραδιοφωνικός Σταθμός των ελεύθερων αγωνιζόμενων υπαλλήλων της ΕΡΤ….
Συγχαρητήρια Αντώνη μου. Τα κατάφερες πάλι. Πέταξες την μπάλα στην εξέδρα του λαϊκισμού και τώρα ποιος ακούει τους συνδικαλιστές με τις χοντρές κοιλιές και τα χρυσά κουτάλια σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση να κατακεραυνώνουν τις τρόικες, τα μνημόνια και τις χούντες.
Σε αυτά ήταν πάντα τους καλοί. Με την εργασία είχαν ένα θεματάκι αλλά δεν βαριέσαι… Τους έβγαλες πάλι στο προσκήνιο και τους φόρεσες με τα χεράκια σου τα δημοκρατικά τους φωτοστέφανα.
Από αύριο όλοι ΕΡΤ, λοιπόν, και καλά μας ξεμπερδέματα.
Και επειδή αντέχουμε, ακόμα, να μιλάμε σοβαρά σε αυτή τη χώρα πάμε πάλι από την αρχή μήπως και εμπεδώσουμε το χάλι μας.
Eρασιτεχνισμοί. Mια κυβέρνηση πανικόβλητη που δεν έχει σχέδιο, όραμα και πρόταση για το μέλλον. Μια κυβέρνηση που δεν μπορεί να εξηγήσει στην κοινωνία, είτε επειδή διακατέχεται από φοβικά σύνδρομα για το μερίδιο της δικής της ευθύνης είτε επειδή τα στελέχη της έχουν εθιστεί στις πρακτικές του Μαυρογιαλούρου και αδυνατούν να αρθρώσουν έναν σύγχρονο και εποικοδομητικό δημόσιο λόγο με αναφορές στο μέλλον, πως το παραγωγικό μοντέλο που φτιάξαμε τις τελευταίες δεκαετίες απέτυχε παταγωδώς και πως δεν μπορεί άλλο η οικονομία μας να παράγει δημοσιογράφους, γιατρούς, δικηγόρους, καθηγητές, οικονομολόγους και διοικητές ανύπαρκτων επιχειρήσεων με κατοχυρωμένα επαγγελματικά δικαιώματα και με απαιτήσεις πρόσληψης στο Δημόσιο…
Μια κυβέρνηση που δεν έχει σοβαρή αναπτυξιακή πρόταση ώστε να αναδιαρθρώσει τους παραγωγικούς συντελεστές της εθνικής οικονομίας, να δημιουργήσει μια νέα γενιά επιχειρηματιών με εξαγωγικό προσανατολισμό, απελευθερωμένη από τις κρατικοδίαιτες δουλείες του παρελθόντος, και να εξασφαλίσει τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την απορρόφηση της ανεργίας που θα προκύψει, εκ των πραγμάτων, απο την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου.
Μια κυβέρνηση ανίκανων, μετρίων και ερασιτεχνών που πελαγοδρομεί ανάμεσα στον λαϊκισμό των φωνασκούντων και τις ντιρεκτίβες των ξένων δανειστών και άγεται και φέρεται από Ρώσους, Κινέζους και λοιπούς αναπτυξιακούς σωτήρες.
Από τη μια οι οριζόντιες περικοπές και οι τυφλές καταργήσεις οργανισμών των κυβερνώντων, και από την άλλη ένα στείρο και εξοργιστικό «όχι σε όλες τις μεταρρυθμίσεις» και «ναι σε όλους τους δημόσιους οργανισμούς» από μια ανεύθυνη και ανίκανη αντιπολίτευση.
Η εξατομίκευση της ευθύνης, ο εντοπισμός των ρουσφετιών, ο δημόσιος κολασμός των φοροφυγάδων και των οφειλετών, η απομάκρυνση των γελοίων κομματανθρώπων από τις θέσεις ευθύνης της διοικητικής μηχανής, η σοβαρή αξιολόγηση των πάντων και -πάνω από όλα- ο σχεδιασμός και η μεθοδική υλοποίηση αποτελούν, ακόμα, μείζονα διακυβεύματα τα οποία αδυνατούν να εκφραστούν στο πολιτικό πεδίο.
Το λουκέτο στην ΕΡΤ έρχεται να επιβεβαιώσει ακριβώς αυτό. Την αδυναμία των κυβερνώντων να αλλάξουν άρδην τη δημόσια ατζέντα και να βάλουν στο κέντρο της δημόσιας συζήτησης ζητήματα όπως τα παραπάνω.
Αν θες να δώσεις, κύριε πρωθυπουργέ, τον τόνο του εκσυγχρονισμού πετάς από την ΕΡΤ όλα τα ρουσφέτια που προσλήφθηκαν τα τελευταία χρόνια με ονόματα και διευθύνσεις αυτών που τους προσέλαβαν.
Αν θες να το παίξεις μεταρρυθμιστής} καλείς όλες τις προηγούμενες διοικήσεις της ΕΡΤ και τους εποπτεύοντες υπουργούς να λογοδοτήσουν για τα έργα και τις ημέρες τους και να επιστρέψουν το δημόσιο χρήμα που καταχράστηκαν.
Αν θες να πείσεις τους εταίρους και τους δανειστές σου για τις ειλικρινείς προθέσεις σου βγαίνεις και δημοσιοποιείς πόσα φράγκα έφαγαν οι κάθε είδους περαστικοί (δημοσιογράφοι, παραγωγοί κλπ) από την ΕΡΤ και προχωράς με συνοπτικές διαδικασίες στην κατάσχεση της περιουσίας τους. Αν χρειαστεί και με πράξη νομοθετικού περιεχομένου!
Αν θες να αφήσεις το δημιουργικό σου αποτύπωμα πάνω στην ιστορία και να δώσεις το παράδειγμα της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας ξεμπροστιάζεις την δημοσιοϋπαλληλική αργομισθία της ΕΡΤ και του κάθε δημόσιου φορέα, δίνοντας σε αυτούς που θα απολύσεις δημόσια γη και κεφάλαια για να στήσουν αγροτικές, κτηνοτροφικές και τουριστικές επιχειρήσεις. Και αν αρχίσουν τις κόνξες και τα ηξεις αφήξεις τους παραδίδεις βορά στην κοινωνία.
Σίγουρα, πάντως, δε βάζεις λουκέτο στην ΕΡΤ και σίγουρα δεν κρύβεσαι στα λαγούμια σου περιμένοντας να περάσει η μπόρα.
Από αύριο θα κατακλυστούμε πάλι από τους τζάμπα μάγκες της διαρκούς επανάστασης, τους δεκάρικους της πλάκας, τις αντιμνημονιακές κορώνες, τις υποσχέσεις για άνοιγμα της ΕΡΤ και για διορισμό στα γραφεία της άλλων χιλίων αναξιοπαθούντων Ελλήνων συμπολιτών μας, μήπως και δει χαρά στα σκέλια της η καρικατούρα του Κέυνς που φτιάξαμε μέσα στα κεφάλια μας, και τα γνωστά χαριτωμένα της άλλης Ελλάδας που δεν έχει καμία απολύτως πρόταση για την αναμόρφωση της χώρας.
Αν θέλεις να λέγεσαι ηγέτης κύριε πρωθυπουργέ βγες και μίλα ξεκάθαρα στον ελληνικό λαό. Πέρα από τα χρονοδιαγράμματα και τις επιταγές της Τρόικας.
Το τι λένε αυτοί το ξέρουμε. Το τι λες εσύ και οι επιτελείς σου θέλουμε να μάθουμε…
Aixmi.gr
Ο φιλοπαίγμων μύθος του ρατσισμού
A ρε Κικίτσα… Τους ξενέρωσες τους «υπεράνω» της οικολογίας και των κινημάτων. Τους κατ΄ επάγγελμα αντιρατσιστές που, με μια ξενοφοβία και έναν φιλοναζισμό, σε τυλίγουνε σε μια κόλα χαρτί – τουλάχιστον έτσι νομίζουνε- και σε παραδίνουνε βορά στις ορέξεις της φυλής τους. Τους έδωσες μια και τους έριξες στα βοτσαλάκια της πεζής πραγματικότητας. Και τώρα κάθονται στον στραβό μας τον γιαλό «έρμα και παραπονεμένα και όλο κλαίνε τα καημένα».
Τι τους είπες; Πως δεν αντέχεις άλλο τους μετανάστες που έχουν κατακλύσει την πόλη σου, πως δεν βρίσκεις παγκάκι να καθίσεις και πως φοβάσαι να ξεμυτίσεις από την πόρτα του σπιτιού σου γιατί ορισμένοι από αυτούς – άκουσον άκουσον- ξέρουν και να κλέβουν.
Μα είσαι στα καλά σου; Εσύ, μια ιέρεια της διανόησης και του υψηλού πνεύματος, η κατεξοχήν «έκφραση του ωραίου, διαμέσου λέξεων περίτεχνα υφασμένων μεταξύ τους» να μεταχειρίζεσαι πεζά παγκάκια, μπανάλ μικροαστικές συνήθειες, κοινότοπους φόβους και απρέπειες του συρμού και να ρίχνεις νερό στον μύλο των λεπρών και των μιαρών της αντίπερα όχθης; Είσαι στα καλά σου;
Άλλα περιμένανε οι κουλτουριάρηδες από εσένα. Μια ποιητική έξαρση. Μια βαθυστόχαστη ύφανση της καθομιλουμένης. Να γυρίσεις με ύφος μπλαζέ και να μας πεις: «Οι μετανάστες κείτονται εκεί που φοβόμαστε να δούμε». Ή ακόμα καλύτερα. «Οι μετανάστες φοράνε τη στολή του υποκριτικού μας δισταγμού. Διστάζουμε να τους αγγίξουμε γιατί οι παπαρούνες της ψυχής ξεράθηκαν μες στην ερείπωση του φόβου».
Τέτοια θέλουνε να ακούνε από σένα οι δήθεν του καθωσπρέπει πνεύματος. Να πιάσουνε κατόπιν την αυθεντία σου και να αρχίσουν να τη περιφέρουνε στα τουίτερ και τα φέισμπουκ. Είδατε ρε; Είδατε τι είπε η Δημουλά τρισκατάρατοι ρατσιστές;
Είδατε πόσο πεζοί και φοβικοί είστε που δεν γουστάρετε να βγαίνετε από τις πόρτες των σπιτιών σας, να λέτε καλημέρα και να περιμένετε απόκριση στο ομόγλωσσο; Είδατε πόσο «φασιστάκια» είστε που δεν αρέσκεται η μικροαστική αισθητική σας στα μπουλούκια των ταλαιπωρημένων μεταναστών; Είδατε πόσο «χρυσαυγουλάκια» είσαστε που δεν χαίρεστε που έγινε η Αθήνα μας πολυπολιτισμικό Λονδίνο;
Τέτοια λόγια περιμέναμε από εσένα. Αυτές τις υπόνοιες είχαμε για το ανάστημά σου. Και συ; Σαν τις παλιόγριες που στριμώχνονται στα λεωφορεία του συρμού, σαν τις καθημερινές γυναίκες της δύσκολης της βιοπάλης, έρχεσαι και μας μιλάς για ξύλινα παγκάκια, για συνηθισμένα ξαποστάματα στις άβολές τους ράχες και για αλλόγλωσσους κλοσάρ πού κλέβουνε το βιός μας και βασανίζουνε ταλαίπωρους συγχωριανούς μας.
Γιατί; Οι δικοί μας οι Έλληνες δεν κλέβουνε και δεν κακοποιούνε ανυπεράσπιστα γεροντάκια, ακούγεται η φωνή από το υπερπέραν. Κλέβουνε ρε μεγάλε. Και σκοτώνουνε, και βιάζουνε, και βγάζουν όλη τη ψυχανωμαλία τους πάνω σε μικρά παιδάκια και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί ο νομοθέτης του κοινού ποινικού δικαίου. Απλά έχουμε τους δικούς μας μαλάκες. Μην αρχίσουμε να τους κάνουμε και εισαγωγή!
Λοιπόν ποιήτριά μου. Και εγώ ο ταπεινός και καταφρονεμένος αυτής της χώρας μαζί σου είμαι. Θαυμαστής από παλιά της ποιητικής σου τέχνης. Να αρπάζεις από χαμηλά τις τετριμμένες λέξεις, αυτές που μεταχειριζόμαστε στις μεταξύ μας συζητήσεις και αντέχουν ακόμα να στέκονται αντάμα σε ένα «άντε και γαμήσου», μια συνταγή για το καθημερινό τραπέζι, μια εξομολόγηση στη γυναίκα της ζωής μας και ένα φλερτ μετά από μια θάλασσα τεκίλες , να τις σκουπίζεις προσεχτικά με τα ακροδάχτυλά σου και να τις υψώνεις εκεί που «μηδείς αγεωμέτρητος εισίτω».
Και όταν πρέπει, να μπορείς να μου μιλάς και στην καθομιλουμένη. Να μοιράζεσαι και συ μαζί μου τους κοινούς μας φόβους, τις κοινές μας σκέψεις και όλα αυτά που φτιάχνουνε μέρα με τη μέρα την κοινή ζωή μας. Καλή η ποίηση, καλές οι βαριές κουβέντες, αλλά πρέπει να βρούμε χρόνο να χωρέσουμε και τις ζωές μας μέσα στην πεζή και ενοχλητική πραγματικότητα που μας περιβάλλει όλους. Να τις τακτοποιήσουμε και να τις κάνουμε απλά υποφερτές. Καλά τους τα είπες, λοιπόν. Αυτά σκέφτονται οι περισσότεροι, αυτά απασχολούν τις ζωές τους και αυτά θα μάθουμε να συζητάμε.
Ήρθε ο καιρός να μιλήσουμε σοβαρά για τα ανθρώπινα κουφάρια που στριμώχνονται αντάμα στις καλοζωισμένες μας ζωές. Μελαμψοί, αραπάδες, πακιστανοί και σχιστομάτηδες. Οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ ήρθαν και εναπόθεσαν στη χώρα μας τις δικές τους ελπίδες. Να ζήσουν μια αξιοπρεπή ζωή, να στήσουν τη φαμίλια τους σε έναν ευλογημένο τόπο ή να ξαποστάσουνε για λίγο και μετά να βρούνε τρόπο να πάνε παραπέρα. Το πρόβλημα όμως, καλοί μου άνθρωποι, είναι ότι γινήκαμε πλέον πολλοί και η χώρα αυτή δεν μπορεί να μας θρέψει όλους.
Στην αρχή πιστέψαμε πως οι ζηλωτές του αντιρατσισμού, αυτοί μωρέ που βγαίνουν στα δημόσια μπαλκόνια, λένε μια μπαρούφα για το ωραίο του πολυπολιτισμικού και μόλις η κόρη τους τολμήσει να τους φέρει για γαμπρό καναν αλλόχρωμο αλλάζουν οι ίδιοι χίλια χρώματα για το κακό που βρήκε τη φαμίλια τους, θα αναλάβουν ενεργά να θρέψουν αυτούς τους ανθρώπους, να τους προσλάβουν στις δουλειές τους, να τους παντρέψουν με τις αγαπημένες τους κοράκλες και να κάνουν τελοσπάντων το κατιτίς που αρμόζει σε τέτοιους υπεράνω ανθρώπους, προκειμένου οι μετανάστες να ενσωματωθούν στην ελληνική κοινωνία. Γιατί ο μετανάστης ενσωματώνεται καλύτερα, όχι όταν οργανώνεις συσσίτια και αντιρατσιστικές διαδηλώσεις και «τουιτάρεις» ολημερίς και ολονυχτίς μηνύματα συμπαράστασης στο διαδίκτυο, αλλά όταν καταδέχεσαι να βγεις ραντεβού μαζί του και να του δώσεις και κανα γλωσσόφιλο. Κατάλαβες επαναστάτρια του γλυκού νερού;
Στο τέλος, όμως, αποδείχτηκαν και οι ίδιοι παρλαπίπες και αποφάσισαν- μες στα κοινόβια τους- πως το κράτος θα πρέπει να μεριμνήσει για τους ανθρώπους αυτούς και πως η αλληλεγγύη μας απέναντί τους επιβάλλεται να εξελιχθεί σε οκτάωρο δημοσιοϋπαλληλίκι. Να προσλάβουμε, βρε αδερφέ, καμιά χιλιάδα δημοσίων υπαλλήλων για να ασχολούνται με τις ανάγκες των ανθρώπων αυτών.
Και εκεί που λέγαμε πως τελειώσαμε με τους παρλαπίπες ήρθανε και οι άλλοι, οι τσαμπουκάδες των δημόσιων αποχωρητηρίων και άρχισαν να τσαμπουνάνε κάτι ακατάληπτα για το μεγαλείο της ελληνικής φυλής και για το ξεπάστρεμα των αραπάδων που βρίσκονται στη χώρα μας. Τα άκρα γεννάνε άκρα, φίλτατε, και αν καταδεχτείς να διαβάσεις και λίγο Ιστορία θα αντιληφθείς πως ο φασισμός θεριεύει μέσα στους μικροαστικούς μας φόβους για τον «Αλλον» και στις ανούσιες θεωρίες των γλυκανάλατων πολυπολιτισμικών. Και το δράμα είναι πως όταν έρθει η Αριστερά στα πράγματα και εξ ορισμού διαψεύσει τις υψηλές ελπίδες των «μικρών» ανθρώπων, αυτοί θα οδηγηθούνε πάραυτα στο άλλο άκρο. Και μη μου πεις μετά πως δεν στο είπα…
Πρέπει, λοιπόν, να συνεννοηθούμε για το αυτονόητο. Να βρούμε τρόπους ώστε το αιώνιο οικονομικό πρόβλημα των ανθρώπινων κοινωνιών, «η σπάνις των πόρων», να επιλυθεί με τον πιο ανώδυνο τρόπο. Για εμάς και για τους φιλοξενούμενούς μας. Να βάλουμε κανόνες και να στείλουμε στα σπίτια τους όσους δεν μπορούμε να φιλέψουμε στο δικό μας. Να ανοίξουμε το φως, να μετρηθούμε και να αποφασίσουμε συντεταγμένα πόσους αντέχουμε και πόσους χρειαζόμαστε. Απλά πράγματα.
Οι μετανάστες δεν είναι ούτε θέμα Δεξιάς, ούτε Αριστεράς, ούτε Κέντρου, ούτε τίποτα. Αντέχουμε τόσους, κρατάμε τόσους. Μαθηματικά της απλής λογικής. Αυτής που χάσαμε μέσα στους παροξυσμούς των παλιών και νέων Εθνικών Διχασμών.
Από τη μία είναι οι ιδέες, οι θεωρίες, τα μεγάλα λόγια και οι βαθυστόχαστες αναλύσεις. Οι βολικές γενικεύσεις, οι χρήσιμοι μανιχαϊσμοί και οι κατηγορίες του άσπρου και του μαύρου. Χρειάζονται και αυτά για να δίνουν κάποιο νόημα στα «υψηλά» και να θέτουν γενικούς κανόνες για τα γήινα και χαμηλά της καθημερινότητάς μας. Από την άλλη, όμως, υπάρχουνε και οι πραγματικοί άνθρωποι. Και πρέπει κάποτε να ασχοληθούμε και με τις δικές τους ανάγκες.
Οι άνθρωποι αυτοί τρώνε, απορρίπτουν σε λευκές τουαλέτες ό,τι περισσεύει, κατουράνε σε γωνιές, σε δέντρα, ακόμα και στις εθνικές, βρίσκουνε δουλειά, κάνουνε καριέρες, απολύονται εν μια νυκτί, ερωτεύονται, χωρίζουνε, πονάνε, μαλώνουνε , βρίζουνε και χειροδικούνε. Και το κυριότερο. Οι άνθρωποι αυτοί είναι μαθημένοι να φοβούνται. Και τους φόβους τους αυτούς εκμεταλλεύονται οι τυχοδιώκτες των άκρων για να στήσουν τις επικερδείς καριέρες τους. Οι άνθρωποι είναι αυτοί που είναι. Με τις πεζές ανάγκες τους και τις ποιητικές τους συναισθηματικές εξάρσεις. Ούτε άγγελοι. Ούτε διάβολοι. Κάτι ενδιάμεσο.
Και, δυστυχώς, οι μεγάλες θεωρίες που φτιάχτηκαν στους αργαλειούς της Ιστορίας δεν καταδέχτηκαν ποτέ τους να ασχοληθούνε με το ενδιάμεσο.
Εμείς αυτό που ζητάμε είναι να σουλουπώσουμε τις ζωές μας. Να ζήσουμε με αξιοπρέπεια τα χρόνια που μας έμειναν. Και αν δυσαρεστηθεί ο Μάρξ, ο Ένγκελς και ο Χάγιεκ ψιλοσκασίλα μου μεγάλη. Δεν στο κρύβω. Αρκετά τους μνημονεύσαμε και αυτούς, αρκετά στεφάνια καταθέσαμε στην αιώνια τους μνήμη, πάμε τώρα να συγυρίσουμε τις θνητές ζωές μας και να κάνουμε τον κόσμο γύρω μας απλά υποφερτό. Το ξέρω. Δεν ακούγεται και πολύ ποιητικό όλο αυτό αλλά δε βαριέσαι. Καλύτερα πεζός παρά αιθεροβάμων.
Aixmi.gr