Να βυθίζω τα χέρια μου μέσα στα χρόνια και να βρίσκω Πρωτοχρονιές, κομματάκια πλειμο μπιλ και μαύρες ξεμαλλιάρες στρουμπουλές κούκλες. Κουβέντες βραδινές στο εφηβικό δωμάτιο, λίγο πριν την μεγάλη αναχώρηση. Μια εφηβεία που έκανε το κάθε τώρα να κοντοστέκεται και ν΄αργοπορεί . Η πρώτη που θα μου έσφιγγε το χέρι στην επιτυχία. Ήρθε ο καιρός που έφυγα . Θυμάμαι κάτι τάπερ που μου έφερνες στην Πάτρα. Μετά ήρθε ο καιρός που έφυγες εσύ.
Ζόρικες φάσεις αλλά ωραίες. Όταν απελπιζόσουν σου έλεγα ''κάνε υπομονή'' μετά διαβάζαμε λογοτεχνία και προτείναμε η μια στην άλλη τίτλους. Αρχίσαμε να χωρίζουμε, τηλέφωνα μέσα στην νύκτα, συζητήσεις η ζωή είναι σκατά, καμιά συναυλία μαζί και καρτ ποστάλ από το Λονδίνο. Μετά η ζωή γινόταν πάλι γαμάτη και σε περίμενα που ερχόσουν για καλοκαίρι. Βέβαια εγώ ήμουν ήδη οκτώ μηνών έγκυος αλλά στα μάτια σου παρέμενα πάντα η ίδια. Νέα και ωραία. Αυτό που μου άρεσε πάντα είναι ο τρόπος που ξεκαρδιζόσουν στα γέλια.
Σακιά με εικόνες για το δρόμο. Ο φριχτός φόβος για την μοναξιά , την ''μόνωση' όπως καμιά φορά την λέγαμε , ίσως και να ήταν κληρονομικός. Κι έγραφα ποιήματα. Καμιά φορά σου τα έδινα. Σαν μια πρώτη πρώτη συλλογή πικρών πρωτόλειων ονείρων. Αν περνούσε από το χέρι σου θα τα τύπωνες. Το ξέρω. Εγώ συνέχισα να γράφω. Κι εσύ να εκδικήσε κάθε κακοτοπιά βάζοντας τα γέλια. Όπως όταν οι κεραυνοί φωτίζουν την νύχτα στην άκρη του ορίζοντα κι ένα ωραίο κόκκινο φεγγάρι σου παίρνει τα μυαλά. Η διαμαρτυρία μας ένωνε.
Δεν θα είναι τυχαίο που σε πολλές φωτογραφίες βγαίναμε με το σήμα τις νίκης. Δεν θυμάμαι πια όλους τους λόγους που διαμαρτυρόμασταν. Εμείς πάντα θα φωνάζουμε για το άδικο , σαν να μας δένει μαζί του μια μυστική συμφωνία. Φάγαμε τα μούτρα μας χιλιάδες φορές και εξακολουθούμε.
Με μακριά μαλλιά, μετά κοντά, σγουρά ή ίσια με φίλους , περασμένους, νυν και μελλοντικούς. Οι φωτογραφίες κιτρίνισαν λιγάκι. Κιτρινίσαμε και εμείς μέσα στις φωτογραφίες . Αλλά απ΄έξω μένουμε φωτεινές. Όχι νέες και με στυλ , αυτό δεν γίνεται. Πόσο θα ήθελα να στο υποσχεθώ. Οι υποσχέσεις όμως δύσκολα κρατιούνται. Αλλά πολύχρωμες.
Μια μικρή τσάντα είναι μπροστά μου . Μέσα είναι διάφορα αδυνατούλια χαρτιά. Συλλαβίζω τυπωμένο τ΄όνομα μου. Σαν ξένο μου φαίνεται. Ξεφυλλίζω. Διηγήματα. Και μετά κάθομαι σ΄ένα τραπέζι με μικρόφωνα και ετοιμάζομαι να παρουσιασω το πρώτο μου βιβλίο. Και ούτε το φουστάνι που φόραγα δεν κράτησα να διαλέξω μόνη μου. Και εσύ από κάτω μιλάς για κάθαρση. Και πάλι υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως δεν θα κλάψω αλλά πότε τα κατάφερα εγώ καλά με τις υποσχέσεις για να την κρατήσω και τώρα;
Είναι μια νύχτα κατανυκτική απόψε . Στριμώχνεσαι σε στοές γκρεμισμένων αναμνήσεων . Από τα παράθυρα των σπιτιών που βλέπουν στο δρόμο ,αυτά με τα αναμμένα φώτα και τους ξαναχτισμένους σοβάδες βλέπεις τους ανθρώπους να λιώνουν όπως τα χρόνια. Και θέλεις να ζητήσεις από ένα σκύλο να τους πει πως αν είναι κάτι που καταφέρνει να διακόψει το τέλος είναι οι σχέσεις μας. Αυτές που ζούμε γεφυρώνοντας.