και δρούσαν με βάση τη συγκυρία αλλά και το γενικότερο σχεδιασμό των κομμάτων. Διαψεύστηκαν γρήγορα όσοι προσδοκούσαν ότι μέσα από τη χρεοκοπία της παλιάς πολιτικής πρακτικής θα οικοδομούσαν μια νέα σχέση που θα απέκοπτε τον ομφάλιο κομματικό λώρο και θα μετέτρεπε τις αγροτικές συλλογικότητες σε ελεύθερες δυνάμεις προόδου. Θα ήταν παράδοξο στην εποχή της κρίσης, που ο λαϊκισμός σε όλα τα επίπεδα χτυπάει κόκκινο, να αναμένει κανείς αλλαγή τακτικής.
Τίποτα, λοιπόν, δεν άλλαξε. Σε κάποιες περιπτώσεις, μόνο οι κομματικές ταμπέλες. Τα παραδείγματα καθημερινά: με ανακοινώσεις και αφορισμούς που είναι κραυγαλέα συνταγμένες σε κομματικά γραφεία, και «αυτοματισμούς» που προκαλούν ειρωνικό πικρό γέλιο σε όσους υποπτεύονται το μικροπολιτικό παιχνίδι. Η «καταγγελία» του συλλόγου φτάνει στη βουλή, πριν φτάσει καν στις εφημερίδες, για να ξεκινήσει μετά η κομματική σπέκουλα: «όπως καταγγέλλουν οι αγρότες ....». Τόσο φτηνά κόλπα που βγαίνουν από το χρεοκοπημένο πολιτικό παρελθόν και αναβιώνουν στο όνομα του νέου. Θλίψη και οργή. Γιατί θα έπρεπε τουλάχιστον να έχουν πλέον συνειδητοποιήσει όλοι ότι δεν πρόκειται ποτέ να πάρουν «όλα τα κιλά και όλα τα λεφτά». Επιπρόσθετα, εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενδεχόμενο με το οποίο φλερτάρουν έμμεσα ή άμεσα ορισμένοι, υπάρχει η κανονική κόλαση την οποία βιώνουν οι αγρότες των υπολοίπων Βαλκανίων και της Βορείου Αφρικής.
Οι αγρότες σήμερα δεν χρειάζονται νέους «πατερούληδες», ούτε τους έλειψαν οι ανέξοδες υποσχέσεις του χθες, αλλά χρειάζονται την αλήθεια που κινητοποιεί παραγωγικά. Οι αγρότες οφείλουν να γνωρίζουν ότι παράγουν κυρίως για την ευρωπαϊκή αγορά μέσα σε ένα συγκεκριμένο ποιοτικό πλαίσιο κανόνων αλλά και περιορισμών. Τα προϊόντα μέσα στο πλαίσιο της ενιαίας αγοράς της Ε.Ε. έχουν μεγαλύτερη εμπορική αξία και υψηλότερη τιμή απ ό,τι τα αντίστοιχα της Τουρκίας, της Τυνησίας, της Αιγύπτου και της Βουλγαρίας. Αν το πλεονέκτημα αυτό χαθεί, τότε οι τιμές θα είναι ίδιες με αυτές τον προαναφερόμενων χωρών. Καλό, λοιπόν, θα ήταν όταν ακούν διάφορους να κραυγάζουν για τα δεινά των συμφωνιών της Ε.Ε. να τους ρωτούν πόσο και πού θα πουλήσουν τα προϊόντα τους. Εκτός και αν πιστεύουν ότι η ευημερία θα έρθει με το να ανταλλάσσουν διακρατικά λάδι με Κινέζικες ..μαϊμούδες.
Το μεγάλο ζήτημα για τους αγρότες είναι η παραγωγή επώνυμων τελικών προϊόντων. Να φτάνουν, δηλαδή, στον καταναλωτή προϊόντα με ταυτότητα. Αυτό σημαίνει μια νέα οργάνωση της παραγωγή και της εμπορίας που θα ξεκινά από το χωράφι και θα επεκτείνεται σε όλα τα ενδιάμεσα στάδια. Να σταματήσουν ορισμένοι να κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν. Η μεγάλη στρέβλωση είναι η πώληση χύμα προϊόντων, πολλές φορές με πλαστά φορολογικά παραστατικά. Για να σταματήσει αυτό χρειάζεται νέα οργάνωση που θα ξεκινά από το χωράφι του Έλληνα παραγωγού έτσι ώστε να μην καταλήγει στον καταναλωτή προϊόν άγνωστης προέλευσης και ποιότητας. Η απόκτηση ταυτότητας σημαίνει καταρχήν αυστηρή φορολογική παρακολούθηση του προϊόντος σε όλα τα στάδια, και αυτό δεν γίνεται χρόνια τώρα γιατί έχει πολιτικό κόστος. Το να ζητάς να γίνουν αυστηροί έλεγχοι είναι ανέξοδο, όταν εννοείς να ελεγχθούν οι άλλοι.
Οι εκπρόσωποι των αγροτών θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμο αν επικέντρωναν την ενέργειά τους στη ανάληψη πρωτοβουλιών για την παραγωγή επώνυμων προϊόντων μέσω της συσκευασίας τους και της σήμανσης τους, ώστε αυτά να μην είναι εύκολο ούτε να «βαπτισθούν» ούτε να νοθευτούν. Αυτό όμως προϋποθέτει προσανατολισμό στην αγορά και ανάληψη δύσκολων πρωτοβουλιών που απαιτούν ρίσκο και έχουν κόστος. Είναι καιρός να αρχίσουμε να ασχολούμαστε με αυτό που μπορούμε να κάνουμε εμείς και όχι να συζητούμε και να ζητούμε μονίμως από τους άλλους να κάνουν κάτι για εμάς. Να περάσουμε από την Ελλάδα «με το ένα χέρι υψωμένο σε γροθιά και το άλλο για ελεημοσύνη» στη χώρα της αλήθειας, του ρίσκου, της πρωτοβουλίας και της καινοτομίας.
Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.