Έτσι και οι γκρίνιες έχουν την πρώτη μεταξύ των πρώτων και αυτή δεν είναι άλλη από την γκρίνια σχετικά με τις γκρίνιες. Όταν κάποιος γκρινιάζει γιατί τον ενοχλεί η γκρίνια τερματίζει τις δυνατότητες του τέλειου αυτού όπλου και γίνεται αρχηγός.
Η γκρίνια δεν είναι επίθεση. Δεν είναι κριτική. Δεν είναι παράπονο. Όλα αυτά έχουν αρχή, μέση και τέλος. Η γκρίνια είναι κρυμμένος φόβος, είναι μια ειδική κατάσταση και έχει μονάχα αρχή. Δεν είναι σχεδιασμένη να τελειώνει, μονάχα να εκτονώνει. Εκτονώνει τον φόβο μας πως δεν είμαστε αρκετοί και αυτό σε λίγο θα αποκαλυφθεί. Πως η προσοχή των άλλων πάνω μας τελειώνει, και η μοναξιά πλησιάζει. Συναισθήματα που απέχουν συνήθως από την πραγματικότητα, είναι όμως ο δικός μας κόσμος, είμαστε εμείς. Η γκρίνια όποτε σταματάει, συμβαίνει ως αποτέλεσμα εξωγενών παραγόντων. Είναι όμως αυτόφωτη, αφού τροφοδοτείται από το μέσα μας.
Το τέλος της γκρίνιας εξαρτάται από την ιδιοσυγκρασία του θύματος της. Αν είναι εφευριτικό έχει ίσως κάποια ελπίδα , να βρίσκει λόγους να φεύγει γιατί έχει μια δουλειά. Αν δεν είναι τότε θα πρέπει να ξέρει οπωσδήποτε να διασκεδάζει με τις αναποδιές και τις κακουχίες της ζωής . Αν είναι βίαιο δεν έχει ελπίδα. Η βία αναζογωνεί την γκρίνια και ας έχεις την αυταπάτη πως την σταματά. Είναι πολύ πρόσκαιρη η νίκη.
Αν δεν τα καταφέρνει με ό,τι κι άν δοκίμασε , ο μόνος διαθέσιμος τρόπος επιβίωσης που του απομένει είναι να ξέρει ή να μάθει να γκρινιάζει καλύτερα από τον βασανιστή του. Έτσι που να κλέβει κι αυτός από το ίδιο βάζο με το γλυκό, να πάψει η χρήση της εκτόνωσης να αποτελεί όπλο και να στραφεί σε νέες λύσεις, πιθανόν πια περισσότερο διαυγείς. Τα σοφά στρουμφάκια τελείωσαν μάλλον όταν ο Γκρινιάρης γκρίνιαξε ''μου την δίνει η γκρίνια''.