μπροστά στο απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου. Από τα νησιά που κρατήθηκαν και δεν έγιναν ένα απέραντο Frozen Yogurt.
Πρωινό καφεδάκι και σχέδια για την μέρα που προχωράει ακάθεκτη για να εγκατασταθεί. Το βράδυ με το αεράκι του, σβήνει μαζί του κι άλλα από τα ''δεν αντεχω άλλο'' του χειμώνα. Το μεσημέρι χαιρετάς ανθρώπους στο δρόμο. Ξαναθυμάσαι να ρωτάς, να μιλάς. Μαθαίνεις έστω και καθυστερημένα νέα. Ο Πάνος σε διαθεσιμότητα, η Έλλη έπιασε τελικά δουλειά σε Λούνα Παρκ, το Μαράκι σταμάτησε το πιάνο. Μπορείς επιτέλους να λυθείς και να λυπηθείς σαν άνθρωπος. Καμιά ανάγκη να δείξεις ούτε πρόθυμος, ούτε διαθέσιμος, ούτε ακούραστος. Θυμάσαι και γελάς μια συνάδελφος στο γραφείο, που όταν της είπες πάμε για μπάνιο σου απάντησε ''δεν είσαι καλά, δεν βλέπεις τι γίνεται; να μας πάρουν και για αδιάφορους;''
Τρως γεμιστά και φέτα και στάζουν νερά και αλάτια στο μπαλκόνι. Γεμίζουν τα βιβλία σου άμμο. Για σελιδοδείκτη έχεις ένα φύκι. Αποφασίζεις να ζωγραφίσεις για πρώτη σου φορά. Στο δωμάτιο απλώνεται το ''Lillies of the valley'' από το ανοικτό παράθυρο. To αποφάσισες δεν απαγορεύεται το καλοκαίρι. Ούτε τα βότσαλα, ούτε η παραλία , τα επιτρέπεις στον εαυτό σου . Του χρόνου μπορεί να είσαι εσύ που θα ξεμείνεις.
Δεν έχεις καλό σήμα. Χάνεις τα ΜΜΕ. Τα βράδια μιλάτε στο μπαλκονάκι βλέποντας τα φώτα του απέναντι χωριού. Είναι αυτό που ζεις μια παράλληλη ζωή; Αγοράζεις ρίγανη, θυμάρι και μέλι για το σπίτι.
Αθήνα. Υγρασία και ζέστη στο λιμάνι. Στην διαδρομή πλέον για το σπίτι και ώρα περασμένη, ένας άντρας γυμνός από την μέση και πάνω τρέχει στην μέση του δρόμου. Τι κάνει; Ασυναίσθητα πατάς το κουμπί και κατεβάζεις το παράθυρο. Συνεχίζει ακάθεκτος. Κόβεις ταχύτητα. Λίγο πριν ο ένας ακουμπήσει τον άλλο, παρακάμπτει και συνεχίζει. Θυμάσαι ακόμα το βλέμμα του. Δεν ξέρεις αν έτρεχε να σωθεί, να κρυφτεί ή κάτι άλλο. Βγαίνετε από το αυτοκίνητο. Γυρίσαμε ρε γαμώτο. Είναι μια παραλληλη ζωή;
Θυμάσαι πως ακόμα και όταν έμπαινες στο καφενείο, να ζητήσεις μια σπιτική λεμονάδα, ανθρώπους αυθεντικούς έψαχνες. Λάτρης της ατμόσφαιρας παρέμενες. Τρόπους έψαχνες να αποδράσεις από την εγκεφαλικότητα, ή από τον μελαγχολικό ανικανοποίητο εαυτό σου που δεν βρίσκει νόημα στην τυπική κοινωνική συνθήκη. Αλλά χρειάστηκε να μεγαλώσεις και εσύ αρκετά για να αναγνωρίσεις το πρόσωπο πίσω από τον στερεωμένο ρόλο ,κατελλειμένος καθώς είσαι διαρκώς από το δικό σου αίτημα , το δικό σου παράπονο ζωής. Να κατορθώσεις τελικά να βγάλεις κάποια συμπεράσματα και να μην ψάχνεις συνεχώς εκείνον που θα καλύπτει τις επιλογές σου, θα σε φροντίζει εσαεί , ενώ ταυτόχρονα εσύ θα εξεγείρεσαι αποκλειστικά εναντίον του. Λες και ακόμα και στην εξέγερση σου θέλεις προστασία.
Δεν είναι μια παράλληλη ζωή. Είναι μια διαδρομή και ο τρόπος που την ταξιδεύεις. Μια διαδρομή που τέμνεται με τόσες πολλές πολλές άλλες που τελικά μοιάζει και δική σου και ξένη.