Το τι ποινικοποίηση της υποψηφιότητας, τι σιχτίρισμα γεμίζει τους μεταμοντέρνους τόπους συνάθροισης είναι γεγονός αναμφισβήτητο.
Γιατί ρε νεοέλληνα? Προς τι τόση κακία? Προς τι τόσοι «πυροβολισμοί»?
Όσο κι αν αλλάξαν οι καιροί, όσο κι αν αναθεωρούμε πρόσωπα και καταστάσεις, τον ίδιο μας τον εαυτό, ένα πράγμα δεν κουνιέται. Η κατακριτική ικανότητα του έλληνα. Αυτού που τα ξέρει όλα αλλά δεν του αρέσει τίποτα, αυτού που εντοπίζει τα λάθη αλλά δεν μπαίνει καν στη διαδικασία να τα μελετήσει τουλάχιστον, όχι να τα διορθώσει.
Ας πάρουμε τα πράγματα με ...δημοκρατική σειρά. Προκηρύσσονται εκλογές. Είναι λοιπόν δεδομένο ότι για να γίνουν εκλογές πρέπει να υπάρχουν συνδυασμοί και υποψηφιότητες. Ωραία ως εδώ? Ωραία. Άντε να δεχτώ ότι στους παλιούς, «καθεστωτικούς» συνδυασμούς δεν θες να συμμετέχεις. Να μη φθαρείς, να μην χρωματιστείς να μη, να μη και ένα σωρό δικαιολογίες. Στους «φρέσκους δεν θες να συμμετέχεις γιατί αναρωτιέσαι, εύλογα μόνο για σένα, ποιος είναι αυτός? Τι θέλει κι ανακατεύεται? Από πού ξεφύτρωσε, κι άλλες τέτοιες παπαριές.
Τι θέλεις δηλαδή ρε νεοέλληνα? Να μη γίνονται εκλογές? Να υπάρξει πραξικόπημα? Να κυριαρχήσει αναρχία? Τι στον κόρακα θα σε έκανε ευτυχισμένο και συμμετοχικό?
Να σου πω εγώ? Τίποτα δεν μπορεί πλέον να ευχαριστήσει τον έλληνα. Και όπως απέδειξε και το προσφάτως «ένδοξο» και νεοπλουτίστικο παρελθόν μας, τίποτα δεν μπορούσε και τότε να μας ευχαριστήσει. Γκρίνια, μιζέρια, απαξίωση θεσμών και ανθρώπων, βλέμματα μόνο αφ υψηλού, όλα προϋπήρχαν της κρίσης. Ή κάνω λάθος? Ο στόχος ήταν να έχουμε πάντα κάποιον από κάτω, στη δουλειά, στη σχέση, στην οικογένεια, ακόμη και στην παρέα. Αυτή ήταν είναι και θα είναι η ντόπα του έλληνα. Αν λαθεύω συμπαθάτε με.
Στο προκείμενο, στις εκλογές. Η φράση που κυριαρχεί είναι η εξής βαρύγδουπη:
«είναι πολύ χαμηλό το επίπεδο».
Η φράση μου θυμίζει κάτι γκομενάκια, οικολογικά σοβατισμένα, με ύφος κοντέσας και στάση «έχω καταπιεί στυλιάρι και δεν κουνιέμαι πολύ γιατί κινδυνεύω να αναρροφηθώ», που λένε η μια στην άλλη: «φιλενάδα, χάλια είναι εδώ, δεν έχει τίποτα ενδιαφέρον». Και ψάχνοντας για το ιδεατό «ενδιαφέρον» μένουν ασυνουσίαστες.
Κάπως έτσι είναι κι ο νεοέλληνας ψηφοφόρος. Ή καλύτερα κάπως έτσι σκέφτεται. Και περνούν οι τετραετίες με τους «άλλους» να «πηδάνε» και αυτός να μην έχει την δυνατότητα ούτε «μπανιστήρι» να κάνει. Αλλά του μένει αναφαίρετο το δικαίωμα του να κατακρίνει και να πολυλογεί αορίστως πλην εξύπνως.
Η αμέσως επόμενη σημαίνουσα και μετά μπόλικης ειρωνείας φράση: «Γεμίσαμε από υποψήφιους, χαμός, μέχρι και η κουτσή Μαρία είναι υποψήφια» και άλλα τέτοια χαριτωμένα.
Οκ συμφωνώ. Ας τη την κουτσή Μαρία. Ψήφισε την αρτιμελή Τερψιχόρη. Δεν μπορεί κάπου στο χαμό, κάπου στο σύνολο θα είναι κάποιος ή κάποια, νέος ή νέα που να σε εκφράζει. Να έχεις επαφή πριν και κατά τη διάρκεια της τετραετίας, πενταετίας, να του μιλάς και να σου μιλάει. Να τον ακούς και να σε ακούει. Να έχεις το θάρρος και τη μαγκιά να του ρίξεις και κανένα μπινελίκι face to face και όχι στα μουλωχτά όταν διαπιστώνεις παρέκκλιση. Να του κάνεις σαφές καταρχάς γιατί τον στηρίζεις, αν έχεις εσύ ο ίδιος αποσαφηνίσει τα θέλω σου για τον τόπο σου.
Γιατί συνψηφοφόρε τον πήχη εσύ τον ανεβάζεις. Όσο εσύ, όντας αμέτοχος, τον κρατάς χαμηλά τόσο πιο εύκολα τον υπερπηδάει ο κάθε επισκέπτης του Αγ. Παντελεήμονα. Εκτός ρε μεγάλε αν είσαι όντως ανώτερος όλων και σου φαίνονται όλα μικρά και απλησίαστα. Εκεί πάω πάσο. Χρειαζόμαστε και τέτοιους ως κοινωνία.
Εν κατακλείδι, εσύ ψηφίζεις, εσύ διαμορφώνεις, εσύ βάζεις τα όρια και τα περιθώρια. Αναλογίσου λοιπόν από όποιο μετερίζι κι αν είσαι, ότι δεν είναι δικαίωμα η ψήφος μόνο. Είναι και υποχρέωση και μάλιστα πολύ μεγάλη απέναντι κυρίως στον εαυτό σου. Ψήφισε ένα φίλο σου, έναν συνάδελφό σου, έναν γνωστό σου πες του αλήθειες, μην τον αποθεώνεις μην τον λοιδορείς κι ας θεωρείς ότι έχει λιγότερες ικανότητες από εσένα. Μπορεί να έχει λιγότερες ικανότητες από εσένα. Σίγουρα όμως έχει διαφορετικές ικανότητες από εσένα. Η ειδοποιός διαφορά είναι ότι εκείνος είναι υποψήφιος. Εσύ ΟΧΙ.
Για αυτό άσε τις βαρύγδουπες δηλώσεις περί κουτσής Μαρίας και χαμηλού πήχη και φρόντισε να είσαι εκεί όταν σε χρειάζεσαι.
Γιατί καταντάει κουραστικό να μην συμμετέχεις, να μην ακολουθείς, να μην διαλογίζεσαι, παρά μόνο να ΚΑΤΑΚΡΙΝΕΙΣ όλους και όλα.