των μεγάλων Ευρωπαϊκών αστικών κέντρων που διαθέτουν δημόσιους χώρους και κτίρια με τολμηρά χαρακτηριστικά αρχιτεκτονικής καινοτομίας.
Πρώτα ήρθε η κεντρική πλατεία της πόλης που ανακατασκευάστηκε εκ θεμελίων, με πολύ μοντέρνα αισθητική κερδίζοντας το πρώτο βραβείο της Πανελλήνιας Ένωσης Αρχιτεκτόνων, αλλάζοντας στην κυριολεξία τις «αναπνοές» και την εσωτερική ζωή της πόλης. Ακολούθησε η κατασκευή της νέας Βιβλιοθήκης της Κοζάνης. ένα εμβληματικό κτιριακό συγκρότημα όπου η συνολική του επιφάνεια ανέρχεται σε 7.000 Μ² περίπου. Σύμφωνα με τους μελετητές, στο νέο κτίριο της βιβλιοθήκης εκφράζεται με δυναμικούς τόνους η αρχιτεκτονική αιχμή της σύγχρονης εποχής, αντάξια των περίφημων συλλογών και εντύπων που διαθέτει και που αποτέλεσαν την αιχμή της δικής τους εποχής, της εποχής του ελληνικού Διαφωτισμού, όπου η Κοζάνη διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο.
Η Κοβεντάρειος δημοτική βιβλιοθήκη Κοζάνης διαθέτει περίπου 153.000 τόμους, 400 χειρόγραφα, 300 κώδικες, 70.000 λυτά έγγραφα, σπάνιους χάρτες και άτλαντες, 400.000 ψηφιοποιημένες σελίδες και συγκαταλέγεται ανάμεσα στις πιο σημαντικές βιβλιοθήκες της Ελλάδας, κυρίως λόγω του μεγάλου αριθμού παλιών βιβλίων, χειρογράφων, και σπάνιου αρχειακού υλικού. Μοναδική πρωτοτυπία για τα ελληνικά πράγματα είναι ότι στο κτίριο της Βιβλιοθήκης υπάρχει ένα Μουσείο Βιβλιοθήκης με 500 εκθέματα - πρόκειται για ιδέα των ανθρώπων της Δημοτικής αρχής- το οποίο ερμηνεύει τον πλούτο, την μοναδικότητα των ευρημάτων της και την σημασία τους για την χώρα.
Η χωροθέτηση της βιβλιοθήκης έγινε σε οικόπεδο τραπεζοειδούς επιφάνειας όπου προϋπήρχαν δυο αγροτικές αποθήκες. Σύμφωνα με την μελετητική ομάδα η γεωμετρία των δύο βασικών κτηρίων (της βιβλιοθήκης και του μουσείου) “ακολουθούν” την αντίστοιχη γεωμετρία των αγροτικών αποθηκών. Ενώ ο υπάρχον ελεύθερος χώρος που συνέδεε τις δύο αποθήκες εκφράζεται στο σήμερα με έναν ισόγειο διαμπερή χώρο ο οποίος συνδέει το μουσείο και τη βιβλιοθήκη λειτουργώντας παράλληλα ως χώρος πολλαπλών χρήσεων και υποδοχής.
Το κυρίως κτίριο της βιβλιοθήκης καταλαμβάνει επιφάνεια 2.300 Μ² που αναπτύσσεται σε τρία επίπεδα ενώ αντίστοιχα το μουσείο καταλαμβάνει μια επιφάνεια 1.300 Μ².
Στο ισόγειο και το πατάρι του κτηρίου αναπτύσσεται η αίθουσα μόνιμης συλλογής ενώ στο χαμηλότερο επίπεδο αναπτύσσεται ο χώρος των περιοδικών εκθέσεων επιφανείας 500 Μ². Στο υπόγειο του κτηρίου σε αυστηρά κλιματιζόμενους χώρους φυλάσσονται οι θησαυροί της βιβλιοθήκης, ενώ στο ίδιο επίπεδο είναι η αποθήκη του μουσείου και οι βοηθητικοί χώροι.
Ο ενδιάμεσος χώρος ανάμεσα στο κυρίως κτίριο της βιβλιοθήκης και του μουσείου είναι ο ισόγειος χώρος υποδοχής κοινού και καταλαμβάνει 720 τ.μ. Εξυπηρετεί το σύνολο του κτηριακού συγκροτήματος και περιλαμβάνει το χώρο πληροφόρησης, το πωλητήριο του μουσείου, το κυλικείο, το αμφιθέατρο, ένα μεγάλο σε έκταση καθιστικό που λειτουργεί και ως χώρος πολλαπλών χρήσεων, και έναν χώρο συνεδριάσεων.
Η Κοζάνη με το νέο κτίριο της Βιβλιοθήκης που εγκαινίασε πριν από τέσσερις μήνες ο πρόεδρος της Ελληνικής δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος, καταφέρνει και υπερίπταται των γνωστών αναπαραστάσεων και προτύπων που είναι συνυφασμένες περισσότερο, με παραδοσιακές φόρμες και στοιχεία φολκλόρ που κυριαρχούν στην ελληνική περιφέρεια και εισέρχεται στην κουλτούρα των μεγάλων πόλεων της Ευρώπης, όπου η αρχιτεκτονική καινοτομία συνδέεται με τον μοντερνισμό και την άνθιση μιας πολιτιστικής πρωτοπορίας.
Από το 2003 που ξεκίνησε η ιδέα της δημιουργίας του νέου κτιρίου της βιβλιοθήκης μέχρι το 2018 που παραδόθηκε στο κοινό αξίζει να αναφερθεί ότι ‘σε αυτό το δύσκολο έργο με τις πολυποίκιλες κατασκευαστικές απαιτήσεις και λεπτομέρειες, εργάστηκαν με υπευθυνότητα και σταθερό προσανατολισμό, τρεις διαφορετικές δημοτικές αυτοδιοικήσεις. Την παραπάνω λεπτομέρεια που δεν αυτονόητη για τα ελληνικά δεδομένα, επισήμανε με σχόλιο του και ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος στην ομιλία του στα εγκαίνια του κτιρίου.
Οι Αρχιτεκτονικές Μελέτες του κτιρίου της Βιβλιοθήκης έγιναν από την ομάδα των Κώστα Αντωνίου, ‘Εντυ Κάστρο, Πάνο Τζώνο, Στέργιο Γαλίκα, Θέμη Χατζηγιαννόπουλος. Ο Μουσειολογικός Σχεδιασμός του Μουσείου Βιβλιοθήκης έγινε από την Ματούλα Σκαλτσά, Δημήτρη Σταματόπουλο, Παρασκευή Νίτσιου, Κωνσταντίνος Στάικος, Αγγελική Τσιοτινού, Πάνος Τζώνος, και Στέργιος Γαλίκας. Στην οριστική μελέτη και τη μελέτη εφαρμογής του έργου συμμετείχαν οι Ε. Δισλή, Α. Κατσιαδάκη, Κ. Σακαντάμης, Δ. Σκρέκη, Γ. Ριτζούλης ενώ η παρακολούθηση υλοποίησης του έργου έγινε από την Ελευθερία Δισλή, αρχιτέκτων ΜSc. Το έργο προκηρύχθηκε με προϋπολογισμό 13.400.000,00 €, και μετά τις εκπτώσεις εκτελέστηκε με 7.670.000 εκ €, οι εργασίες κατασκευής του ξεκίνησαν το 2011 και ολοκληρώθηκαν το 2017, κατασκευάστηκε από την Κοινοπραξία εταιριών “Κόκκινος ΑΤΕ – Ατραπός ΑΤΕΕ”.
ΥΓ: Το παραπάνω κείμενο πιό συμπυκνωμένο με μικρές αλλαγές δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΠΡΑΚΤΟΡΕΊΟ του ΑΠΕ ΜΠΕ που κυκλοφορεί σε Αθήνα και Θεσσαλονικη