στα πρόσωπα των αστυνομικών και των τελωνειακών.
Σε λίγο κάνει την εμφάνισή του ένα λεωφορείο με πινακίδες της γειτονικής χώρας και πιο συγκεκριμένα από Μπίτολα. Το λεωφορείο σταματά στο χώρο ελέγχου και οι επιβάτες του κατεβαίνουν κρατώντας στα χέρια τους ταξιδιωτικά έγγραφα. Πρόκειται για 40 άτομα οι περισσότεροι άνδρες σλαβομακεδόνες πολιτικοί πρόσφυγες που μετά το 1949 τους επιτρέπεται για πρώτη φορά η είσοδος τους στην Ελλάδα. Είναι η χρονιά που ο Ανδρέας Λοβέρδος ως υφυπουργός Εξωτερικών, υπό τις εντολές του αρμόδιου υπουργού Γιώργου Παπανδρέου έχει αποφασίσει να δώσει λύση για ανθρωπιστικούς λόγους, καταρχήν της ελεύθερης επίσκεψης αυτών των ανθρώπων στα χωριά τους και κατά δεύτερο στην οριστική λύση της εκκρεμότητας με την επιστροφή των προσφύγων που εξαιρέθηκαν το 1982 με τον νόμο Γεννηματά - Σκουλαρίκη αφού δεν επέτρεπε την επάνοδο στους «μη Έλληνες το γένος».
Στο διάστημα πού μεσολάβησε για τον έλεγχο των ταξιδιωτικών εγγράφων μίλησα με αρκετούς. Δυο πρόσωπα μου προξένησαν φοβερή εντύπωση για το περιεχόμενο του λόγου τους. Η Ευδοκία Μπάλιου η αλλιώς Βέρα Φώτεβα από το Δενδροχώρι Καστοριάς μια εμβληματική φυσιογνωμία των Σλαβομακεδόνων και μαχήτρια στην πρώτη γραμμή του εμφυλίου και ο Γιώργος Μαρκόπουλος η Μαρκόφσκι από τον Ακρίτα. Για την Φώτεβα θα παρουσιάσω το περιεχόμενο της συνομιλία μας στο μέλλον.
Απευθύνθηκα στο Γιώργο Μαρκόπουλο με τον προσδιορισμό του "πολιτικού πρόσφυγα" αλλά με διέκοψε γρήγορα και θαρρώ κάπως απότομα, λέγοντας μου ότι δεν υπήρξε ποτέ μαχητής του ΔΣΕ και δεν πολέμησε. Αρα «τι πολιτικός πρόσφυγας είμαι; Ενα παιδί δέκα χρονών ήμουν και μας πέρασαν από τα σύνορα αρχές του 1948, για να γλυτώσουμε τους βομβαρδισμούς. Σε τι έφταιξα κι από τότε δεν μπόρεσα να δω τους συγγενείς μου, δεν μπόρεσα ποτέ να επιστρέψω στο χωριό».
Ο κ. Γιώργος κάπνιζε το ένα τσιγάρο πάνω στο άλλο και έστρεφε το βλέμμα του συνεχώς προς στις πλαγιές του Μπούφι, εκεί είναι σκαλωμένο το χωριό του. Η έμμεση άρνηση της αποδοχής του "πολιτικού πρόσφυγα" από την πλευρά του Γιώργου Μαρκόπουλου είναι μια φυσιολογική και ίσως ενστικτώδης αντίδραση που εδράζεται στην λογική ένσταση «Ήμουν ένα παιδί όταν με πέρασαν από τα σύνορα και έκτοτε πληρώνω για την συμμετοχή του πατέρα μου η μελών της οικογενειάς μου στον εμφύλιο από τις τάξεις του ΔΣΕ».
Ο κ. Μαρκόπουλος έμεινε 10 ημέρες στην περιοχή, επισκέφθηκε το χωριό του έσμιξε με συγγενείς, πήγε στο νεκροταφείο για να χαιρετήσει αγαπημένους του, γιατί του δεν δόθηκε ποτέ η άδεια από το Ελληνικό κράτος ακόμη και όταν πέθαναν να τους ασπαστεί για τελευταία φορά. Ο κ. Γιώργος όπως και οι όσοι βρέθηκαν μαζί του σε αυτή την μοναδική επίσκεψη δεν μπόρεσαν να ξαναβρεθούν στην Ελλάδα.
Η ΝΔ που έγινε κυβέρνηση το 2004, επικαλούμενη Εθνικούς λόγους δηλαδή ότι κινδυνεύει η Ελλάδα από τους περίπου 400 τότε υπέργηρους Σλαβομακεδόνες πολιτικούς πρόσφυγες που ήθελαν να πεθάνουν και να θαφτούν στο χωριό τους, ανέστειλε δια ροπάλου όλο το πρόγραμμα των προηγουμένων που προέβλεπε αρχικά επισκέψεις για ανθρωπιστικούς λόγους με απώτερο στόχο όσων επιθυμούσαν τον ολικό επαναπατρισμό τους.
Επιστήθια φίλη από τις δραστήριες προσωπικότητες με έντονη δράση και προσφορά στα πολιτιστικά πράγματα της Φλώρινας μου διηγήθηκε αρκετές φορές στιγμιότυπα από τις γιαγιάδες, παππούδες και θείους της που υποχρεωτικά ταξίδευε στην γειτονική χώρα για να τους δει. Βλέπετε ήταν καταγεγραμμένοι στην μαύρη λίστα των ελληνικών καταλόγων και δεν τους επιτρεπόταν η επίσκεψη τους στην Ελλάδα.
Ο νόστος της γενέθλιας γης, ο νόστος της πατρίδας που γεννήθηκαν που είχαν τις πιο ωραίες ανέμελες μνήμες αυτές της παιδικής ηλικίας είναι ισχυρός και δεν κατεδαφίζεται ούτε τιθασεύεται. «Έμπαιναν στο αυτοκίνητο μου και πατώντας τα σκονισμένα πατάκια μου έλεγαν όλο χαρά ότι τώρα πατάμε το χώμα του χωριού μας». Ρωτούσαν συνέχεια εάν θα μπορέσουν να γυρίσουν για να πεθάνουν στο χωριό τους. «Δυστυχώς όμως, πέθαναν με αυτήν την προσδοκία και είναι θαμμένοι στο νεκροταφείο των Σκοπίων και στα Μπίτολα».
Σήμερα στην Βόρεια Μακεδονία οι εναπομείναντες πολιτικοί πρόσφυγες, ακόμη και αυτοί που πέρασαν τα σύνορα στην παιδική τους ηλικία δεν ξεπερνούν τους 100. Η λύση της εκκρεμότητας του ονόματος με την γειτονική χώρα με την συμφωνία των Πρεσπών που έχει αναγνωριστεί και χαιρετιστεί από την Παγκόσμια κοινότητα, θα μπορούσε να σφραγιστεί από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης με μια πρωτοβουλία, σε συνεννόηση με τους γείτονές μας, ώστε όσοι από τους λιγοστούς γέροντες πολιτικοί πρόσφυγες επιθυμούν να γυρίσουν, να τους επιτραπεί ο επαναπατρισμός τους στην Ελλάδα.
Μιλάμε για ανθρώπους που γεννήθηκαν εδώ στην Ελλάδα, είχαν την ελληνική ιθαγένεια , έζησαν την παιδικότητα και την εφηβεία τους στα χωριά τους, εδώ έκαναν δεσμούς, έρωτες και κοινωνικές σχέσεις, πολλοί πολέμησαν εναντίον των Ναζί αλλά και στον Εμφύλιο.
Κι αν δεν το κατάφερε η δεν πρόλαβε – εάν και το επιθυμούσε- η Κυβέρνηση Σημίτη, να δώσει λύση σε αυτή την τελευταία εκκρεμότητα του εμφυλίου, σήμερα ανοίγει μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία, στην κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα (απαλλαγμένη από τον Καμμένο) να δώσει οριστική λύση για ανθρωπιστικούς λόγους στην διευθέτηση αυτού του προβλήματος. Θα είναι μια σημαντική στιγμή για την ίαση του τελευταίου τραύματος του εμφυλίου όπου το ιστορικό φορτίο αλλά και ο αλυτρωτισμός της γείτονος μέχρι πρόσφατα δυσκόλευαν καλόπιστες πρωτοβουλίες εξεύρεσης λύσης.
Ο Διονύσης Παπαγιανόπουλος στη περίφημη σεκάνς της ταινίας του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Ταξίδι στα Κύθηρα», προσφέρει ένα τσιγάρο στον πολιτικό πρόσφυγα Μάνο Κατράκη που μόλις επέστρεψε στο έρημο χωριό του λέγοντας:«μας βάλανε και πολεμήσαμε, βγάλαμε τα μάτια μας, εσύ από δω, εγώ από την άλλη μεριά. Χάσαμε και οι δυό!»