από τους υπνόσακους και φθάνοντας στο δωμάτιο μου έκανα μεταβολή και έφευγα γιατί ήταν κλειδωμένο, από την Λίντα και το Γιάννη που το είχανε προλάβει. Ήταν το σπίτι πάνω στην πλατεία, ό,τι έπρεπε για τα καρναβάλια. Τα μεσημέρια που θα ξυπνάγαμε θα φτιάχναμε στο γκάζι τον καφέ. Κουβέντα και ψίθυροι για τα χθεσινά. Καινούργια ζευγαράκια, αλλού χωρισμοί και έρωτες αβέρτα. Αξέχαστες απόκριες των φοιτητικών χρόνων στην Πάτρα.
Θυμάμαι τα απογεύματα αρχίζαμε σιγά σιγά τις μεταμφιέσεις. Καρώ πουκάμισα να καλύπτουν ψεύτικες κρασοκοιλιές, σέξυ ψηλοτάκουνα με κοντές φουστίτσες, κάλτσες μέχρι τα τριχωτά μπούτια και ψεύτικα βυζιά. Κουρσάροι, ινδιάνοι , αφηρημένοι ποιητές τυλιγμένοι στα κόκκινα κασκόλ. Το βράδυ στα πάρτυ. Χορεύμε, πίναμε, καπνίζαμε, φλερτάραμε. Και όταν γυρνάγαμε κοιμόμασταν στρωματσάδα κάτω. Και όσοι δεν είχαν υπνόσακους, τυλιγόμασταν στα μπουφάν.
Στα πάρτυ έχανες το σάλιο σου. Που την είχε κρυμμένη όλη αυτή την παλαβομάρα ο Μήτσος και βγάζει την γλώσσα του και γλύφει τις χειλάρες του με τόσο πάθος και ηδονή; Οι πιο πολλοί άντρες ντυμένοι γυναίκες με δαντελωτά γάντια να προσπαθούν να περπατήσουν με τα παπούτσια μας και να κλαίνε οι υποκριτές σαν αληθινές ζωντοχήρες με βέλο και ξεκούμπωτο κουμπί. Σαν να θέλανε να ξωρκίσουν το κακό, διακωμωδώντας το.
Το γεγονός πως από παλιότερα χρόνια πέρα από τα φοιτητικά δεν έχω μνήμες για απόκριες, ίσως και να φταίει που είμαι ώρες ώρες τόσο σοβαρή. Πάρτυ με τους τότε μεγάλους δεν θυμάμαι. Λίγα πράγματα, θολά. Μεγαλώνοντας ήρθαν αυτά. Αυτοσχέδιες στολές κατά το πλείστον. Ρεμάλι, σέξυ ρολογού , μην το ψάχνεις μόνη μου ονόμασα έτσι την στολή, πειρατής με τζιν και τα μπατζάκια μέσα στις μπότες, σκελετός με μαύρο κορμάκι, μαύρο καλσόν και τα κόκκαλα με κιμωλία και διάφανο βερνίκι κόλλας από πάνω.
Aυτό που από μικρή δεν ντύθηκα ποτέ πριγκίπισσα και κυρία της τιμής το κράτησα . Όσο σιχαινόμουν το ρόζ και τα φουρό άλλο τόσο τα σιχαίνομαι και τώρα. Έψαχνα ρόλους να χωρέσω μέσα την απωθημένη τρέλλα μου. Αυτό που ήθελα αλλά δεν μπορούσα να είμαι . Αυτό το άλλο καθε φορά. Αυτό που με διαόλευε, με παίδευε, να του φορέσω όσα καταπίεζα όλο τον υπόλοιπο καιρό. Έτσι για να ξεδώσω μια βδομάδα και να γυρίσω στους άλλους ρόλους τους σοβαρούς που έπρεπε να παίζω τις καθημερινές.
Αυτά με τα αποδεκτά των αποκριάτικων στολών. Όμως υπάρχουν κάτι στολές που φοριούνται άλλες μέρες. Στολές που μυρίζουν βαρβατίλα. Στολές σκληρές, ματσό χωρίς στάλα συμπόνιας και ανθρωπιάς. Απ΄αυτές που φορούν κάποιοι κατάσαρκα και πνίγουν τα συναισθήματα στα ξίγκια της στερημένης τους ψυχής. Απ΄αυτές που φορώντας τις όχι απλά δεν καταλαβαίνεις πως νιώθει και τι περνάει ο άλλος , αλλά πας χιλιόμετρα μακριά για να μην καμφεί ο άκαμπτος ανδρισμός σου ή η κονσερβοποιημένη θηλυκότητα σου. Σιγά αδέρφια μην σκίσουμε κανένα καλσόν. Τι φαγητό να φτιάξεις με τέτοια υλικά; Γκουρμέ αηδίες, σκόνες γάλακτος, κρέμες γάλακτος, κρεμ μπουλέ α λα κρεμ, κρεμώδεις σούπες. Αλήθεια μετά από ένα τέτοιο φαγητό μην ξεχάσεις να συμπληρώσεις το ερωτηματολόγιο με τις γνωστές κρυόκωλες ερωτήσεις. ''Πόσο ζωντανός νιώθεις απο το μηδέν μέχρι το ένα; ''
Θα εξακολουθήσω να σε φαντάζομαι γυμνό. Πιο άνθρωποι πάντα μοιάζουμε γυμνοί, λίγο περισσότερο άντρες , λίγο περισσότερο γυναίκες. Χωρίς τα αποκριάτικα δήθεν που φοράμε όλο τον χρόνο. Λίγο πιο ίσοι. Αναμέσα μας κάποιοι ακόμα πιο πολύ. Αυτοί τότε ταιριάζουν και πεπρατάνε μαζί.. Σαν γάντι με χέρι, σαν λουρί σκύλου με λαιμό σκύλου. Σαν νερό μέσα στο ποτήρι. Να το πιεί. Nα το πιείς. Να φύγετετε μαζί.