Οι μικροεμποροι ,οι πωλητές και οι αγρότες άλληλο πειράζονται. Αλλάζουν πληροφορίες και συζητάνε για τις τιμές. Κάνουν αστεία και δήθεν μαλώνουν για να τραβήξουν την προσοχή του κόσμου. Σε μπερδεύουν αλλά μετά βλέπεις τα χαμόγελα και τις αστείες ματιές και γελάς μαζί τους. Ένας από τους λόγους που προτιμώ αυτή την λαϊκή είναι ότι εδώ και 27 χρόνια όλοι γίναμε πλέον οικογένεια. Δεν έχω δει έχθρα και ένταση. Οι πάγκοι είναι πάντα σε απόσταση καλή και ακόμα και στην καραντίνα δεν είδα να παραβιάζονται οι κανόνες υγιεινής. Δεν έχω ακούσει βρισιές και απειλές παρά μόνο χαμόγελα και γέλια. Καλή καρδιά και οικογενειακή ατμόσφαιρα.
Σήμερα ακολούθησα την ίδια πορεία. Σταμάτησα για σκόρδο από την Νέα Βίσσα, πιο ακριβό αλλά αντοχής και πιο νόστιμο. Συζήτησα με την λουλουδού για τα φυτά που θα πάρουν σειρά στα μπαλκονάκια μου. Σχολίασα τα φρέσκα ραπανάκια και οι πωλητές μου τόνιζαν την καλή εξέλιξη των λαχανικών μετά την καλοκαιριά της περασμένης εβδομάδας. Έφτασα στην λεμονού. Την Γεωργία που μόλις με βλέπει ξέρει ότι θα γεμίσει την σακούλα με λεμόνια, ανεξάρτητα από την τιμή. Δεν την ελέγχω, ξέρω ότι θα προσέξει. Τόσα χρόνια αυτή διαλέγει εγώ πληρώνω και εγώ καταναλώνω. Δεν αγχώνομαι. Φέρνει πάντα, δικά της νόστιμα και ζουμερά λεμόνια. Σήμερα κοντά στα λεμόνια, τα χόρτα και τα μούσμουλα είχε μια τεράστια βαθύ μωβ ανθισμένη πασχαλιά. Φυτό με εντυπωσιακή ανθοφορία που διαρκεί 20 με 30 μέρες και πάντα μου θυμίζει την Ανάσταση. Γεμίζει το σπίτι και τις αυλές μας με διαρκές άρωμα. Μου την έκανε δώρο. Έπιασε την ζήλια στην ματιά μου και μου την πρόσφερε χωρίς δεύτερη κουβέντα. Ήταν το μόνο πάγκο, σε όλη την λαϊκή ,που είχε φρεσκοκομμένα κλαριά Πασχαλιάς. Το μεθυστικό άρωμα της σε καθήλωσε. Τρελάθηκα από την χαρά μου. Συνέχισα μετά την βόλτα στην λαϊκή φορτώνοντας την τροχήλατη τσάντα μου με φρέσκα φρούτα. και λαχανικά. Όπου σταματούσα με ρωτούσαν για την πασχαλιά. Παραδέχτηκα ότι ήταν η πρώτη που έχω δει αυτή την άνοιξη. Τώρα δεσπόζει, σε ένα τεράστιο βάζο, στο σαλόνι μου. Γέμισε το σπίτι μου άρωμα και χαρά. Κλεισμένη ,λόγω της πανδημίας, στην τσιμεντένια πόλη δεν είχα βγει στους αγρούς και δεν είχα επισκεφτεί την όμορφη μου Αλεξανδρούπολη. Δίπλα στα βασανισμένα ,από την μόλυνση και την σκόνη ,δέντρα της γειτονιάς, πως να αισθανθώ ότι ήρθε η άνοιξη; Πως να καταλάβω ότι ο χειμώνας έφυγε ;Πως να νιώσω τα σκιρτήματα της φύσης που αργοπεθαίνει αφού πνίγεται μέσα στην σκόνη ,τα καυσαέρια και την βρωμιά;
Αχ βρε πανέμορφη ανθισμένη πασχαλιά μου ! πως με αναστάτωσες έτσι; πως μου θύμισες άλλες εποχές ;Τότε που το άρωμα και η ομορφιά σου με μεθούσαν και με ταξίδευαν σε άλλη γη και άλλα μέρη.a